Ο γιος μας πηγαίνει στην ΣΤ’ τάξη του δημοτικού και συχνά πετάγεται τρομαγμένος από το κρεβάτι του φωνάζοντας, όντας κοιμισμένος. Παρά τις προσπάθειές μας, αδυνατούμε να τον ηρεμήσουμε.

Οι νυχτερινοί τρόμοι αποτελούν παροδική δυσλειτουργία του ύπνου στα παιδιά 3-12 ετών, που καταλαγιάζει όσο το παιδί αναπτύσσεται. Υπολογίζεται ότι 1%-6% των παιδιών σήμερα παθαίνει περιστασιακά επεισόδια νυχτερινών τρόμων. Λαμβάνουν χώρα στο 4ο στάδιο, δηλαδή 15-60 λεπτά αφού το παιδί έχει αποκοιμηθεί. Είναι χαρακτηριστική η αιφνίδια κραυγή του παιδιού κατά τη διάρκεια ενός νυχτερινού τρόμου και το έντονο συναίσθημα φόβου που το κατακλύζει, καθώς και συμπτώματα ταχυκαρδίας, ταχύπνοιας, εφίδρωσης και γενικευμένης κατάστασης σύγχυσης. Ενα μέρος του εγκεφάλου δίνει την εντολή να γίνει η μετάβαση από βαθύ σε ελαφρύ στάδιο του ύπνου, ενώ παράλληλα δίνεται η εντολή να συνεχίσει ο ύπνος λόγω κούρασης. Επειδή το παιδί βρίσκεται σε κατάσταση ανάμεσα στον ύπνο και στον «ξύπνιο», αδυνατεί να αναγνωρίσει την παρουσία του γονιού που προσπαθεί να το καθησυχάσει. Σε αντίθεση με τους εφιάλτες που αποτελούν τρομακτικά όνειρα από τα οποία το παιδί ξυπνάει φοβισμένο, δυσκολεύεται να ξανακοιμηθεί αλλά μπορεί να ανακαλέσει το περιεχόμενό τους την επόμενη ημέρα, στους νυχτερινούς τρόμους το παιδί συνεχίζει να κοιμάται και το επόμενο πρωί δεν θυμάται τι συνέβη. Το άγχος, η κούραση, η στενοχώρια και η έλλειψη ύπνου διατηρούν τους νυχτερινούς τρόμους. Προσπαθήστε να παροτρύνετε το παιδί σας να κοιμάται 10-11 ώρες καθημερινά και να το αποφορτίζετε από καθημερινά αρνητικά συναισθήματα, τα οποία αδυνατεί να επεξεργαστεί μόνο του. Φροντίστε για την ασφάλειά του απομακρύνοντας επικίνδυνα αντικείμενα από το δωμάτιό του. Εφόσον εντοπίσετε την ώρα που λαμβάνουν χώρα τα επεισόδια, δοκιμάστε να το ξυπνήστε 15 λεπτά πριν από την αναμενόμενη έναρξη για να τα αποτρέψετε.

Ψυχογενής συχνουρία

Είμαι γυναίκα 23 ετών και όταν αγχώνομαι πηγαίνω συνέχεια στην τουαλέτα. Αυτό συμβαίνει καθημερινά ανά 15-20 λεπτά και πλέον αποφεύγω οποιαδήποτε κοινωνική δραστηριότητα από φόβο και ντροπή.

Οι ψυχολογικοί παράγοντες δεν θεωρούνται κατά κανόνα παθογενετικοί, μπορούν ωστόσο να συμβάλουν σημαντικά στην πυροδότηση των συμπτωμάτων συχνουρίας και στις εναλλαγές της έντασής τους. Το χρόνιο άγχος σε σχέση με ένα σημαντικό στρεσογόνο γεγονός πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων είναι συχνά υπεύθυνο. Η σωματοποίηση ως τρόπος έκφρασης και διαχείρισης του άγχους επίσης είναι ένας μηχανισμός που επιτρέπει την εκδήλωση των συμπτωμάτων. Η ασυνήθιστα αυξημένη επίγνωση της λειτουργίας του ουροποιητικού συστήματος στα άτομα που έχουν ψυχογενή συχνουρία είναι χαρακτηριστική. Το στρες αυξάνει την αντιληπτικότητα αυτή, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε πραγματικές αλλαγές στη λειτουργία της ουροδόχου κύστης. Συνήθως η κύστη δεν είναι γεμάτη, το άτομο όμως τη νιώθει γεμάτη. Στη συνέχεια αναπτύσσει μία σειρά μη προσαρμοστικών σκέψεων και συμπεριφορών προκειμένου να διαχειριστεί το πρόβλημα, όπως είναι οι καταστροφικές σκέψεις και ερμηνείες σχετικά με τα συμπτώματά του, όπως «θα γίνω ρεζίλι», «δεν έχω τον έλεγχο του εαυτού μου», «είμαι αδύναμη», «αν δεν είμαι κοντά σε τουαλέτα δεν θα το αντέξω». Η συστηματική αποφυγή σε μέρη στα οποία φοβάται ότι θα παρουσιάσει ανεξέλεγκτη ανάγκη για ούρηση είναι χαρακτηριστική. Κυριαρχεί ένα μόνιμο προσδοκητικό άγχος ότι «κάτι απειλητικό θα συμβεί». Η θλίψη, η συρρίκνωση της ποιότητας της ζωής, η ντροπή και η χαμηλή αυτοεκτίμηση καραδοκούν. Αφού πρώτα αποκλείσετε το οργανικό υπόστρωμα, μπορείτε να απευθυνθείτε σε ψυχολόγο για να εντοπίσετε τις ρίζες του προβλήματος και να διαχειριστείτε αποτελεσματικότερα το άγχος που μοιάζει να το συντηρεί.

Ψυχολόγος ή ψυχίατρος;

Είμαι άνδρας 52 ετών με συμπτώματα κατάθλιψης. Μου προτείνετε να επισκεφθώ ψυχολόγο ή ψυχίατρο;

Η απόφαση εξαρτάται από τη βαρύτητα και τη χρονιότητα της κατάθλιψης. Εφόσον τα συμπτώματα είναι πρόσφατα και «αντιδραστικά» σε μια τρέχουσα ψυχοπιεστική συνθήκη και εφόσον νιώθετε την ανάγκη για διάλογο, τότε προτείνω την επίσκεψη σε (κλινικό) ψυχολόγο, ο οποίος και θα κρίνει την αναγκαιότητα ή όχι μιας ψυχιατρικής εκτίμησης. Εάν όμως τα συμπτώματα είναι επαναλαμβανόμενα, ανθεκτικά σε προηγούμενες προσπάθειες απαλλαγής από αυτά και εμφανίζονται ανεξάρτητα από τις περιβάλλουσες στρεσογόνες για εσάς συνθήκες, τότε προτείνεται η επίσκεψη σε ψυχίατρο. Η απόφαση βέβαια θα εξαρτηθεί και από το αν θέλετε να αντιμετωπίσετε το πρόβλημα με φάρμακα ή με ψυχοθεραπεία. Ιδανικά, η κατάθλιψη αντιμετωπίζεται αποτελεσματικότερα με τον συνδυασμό των δύο.