Ηταν ο ήλιος, η θάλασσα, η φιλόξενη διάθεση των κατοίκων και το κέφι των εθελοντών. Ηταν οι ολοκαίνουργιες αθλητικές εγκαταστάσεις, ο πολύβουος πεζόδρομος Ράμπλα, η σαγκρία που έρρεε άφθονη στα γύρω στενά

Ηταν τα αρχιτεκτονικά θαύματα του Γκαουντί, τα εκατομμύρια των εντυπωσιασμένων επισκεπτών και η αγωνία των αθλητών. Ηταν η φωνή της Αγνής Μπάλτσα στη «Ρωμιοσύνη» κατά την έναρξη, το θρυλικό «Για την Ελλάδα, ρε γαμώτο» της Βούλας Πατουλίδου και το χαμόγελο του Πύρρου Δήμα μετά το πρώτο του χρυσό. Ηταν ο συγκινητικός «γύρος της νίκης» που έκαναν χέρι χέρι μια λευκή νοτιοαφρικανή αθλήτρια και ένας μαύρος αιθίοπας αθλητής μετά τον τελικό των 10.000 μέτρων. Ηταν τα 815 μετάλλια που δόθηκαν και εκείνο το ολόχρυσο μετάλλιο που δεν απονεμήθηκε ποτέ, αλλά αναγνωρίστηκε από όλους και συνέχισε να εξαργυρώνεται για χρόνια από την ίδια την πόλη. Ηταν η Βαρκελώνη το καλοκαίρι του 1992, η Βαρκελώνη των Ολυμπιακών Αγώνων.

Στις ζωές των ανθρώπων υπάρχει συχνά ένα γεγονός που τις χωρίζει σε «πριν» και «μετά». Το ίδιο ισχύει και για τις πόλεις, συνήθως όμως το γεγονός είναι τραγικό και το «μετά» αν όχι χειρότερο, τότε σίγουρα πιο δύσκολο από πριν. Η Βαρκελώνη είναι μια από τις εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Υπάρχει μια Βαρκελώνη «πριν» τους Ολυμπιακούς Αγώνες, στην καλύτερη περίπτωση περιγραφόταν ως «καλά κρυμμένο μυστικό», στη χειρότερη ως μια βιομηχανική, επαρχιακή πόλη στις ακτές της Μεσογείου. Υπάρχει και μια Βαρκελώνη «μετά» τους Ολυμπιακούς Αγώνες –τόσο όμορφη, τόσο κοσμοπολίτικη, τόσο υπερήφανη για τον πολιτισμό της, τόσο φιλική προς τους επισκέπτες, που αποτελεί έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως. Αλλο τέτοιο success story απλώς δεν υπάρχει στη σύγχρονη ολυμπιακή ιστορία. Και αν ήρθε κατόπιν η κρίση, και αν έφτασε η πλούσια Καταλωνία να έχει το μεγαλύτερο χρέος από οποιαδήποτε άλλη περιοχή της Ισπανίας, τίποτα δεν αλλάζει ή αμαυρώνει την Ιστορία –και η ιστορία εκείνου του καλοκαιριού, είκοσι ένα χρόνια πριν, είναι λαμπρή.

Η Ισπανία συμπλήρωνε μόλις δέκα χρόνια από την αποκατάσταση της δημοκρατίας και έξι από την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ηταν εκείνη την ίδια χρονιά της ένταξης, το 1986, που η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή επέλεξε τη Βαρκελώνη, απογοητεύοντας το Αμστερνταμ, το Βελιγράδι, το Μπέρμιγχαμ, το Παρίσι και το Μπρισμπέιν, ως οικοδέσποινα των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992. Τα έξι χρόνια που μεσολάβησαν, οι Ισπανοί δούλεψαν από κοινού. Κρατικές, αυτόνομες περιφερειακές και δημοτικές Αρχές άφησαν στην άκρη τις ιδεολογικές διαφορές τους και αφιερώθηκαν σε έναν κοινό σκοπό. Η Βαρκελώνη μετατράπηκε σε εργοτάξιο. Η πόλη άνοιξε στη θάλασσα. Τα βιομηχανικά κτίρια που έκλειναν το παραλιακό τμήμα της κατεδαφίστηκαν, δημιουργήθηκαν περισσότερα από 3 χλμ. παραλίας και μια σύγχρονη μαρίνα. Το ολυμπιακό χωριό και το ολυμπιακό λιμάνι άρχισαν να κατασκευάζονται στο άλλοτε παρακμιακό, μεταβιομηχανικό Πομπλ Νου. Σύγχρονες ολυμπιακές εγκαταστάσεις χτίστηκαν στον λόφο του Μονζουίκ, στο Ντιαγκονάλ, στο Βαλ ντ’ Εμπρόν. Το αεροδρόμιο Ελ Πρατ εκσυγχρονίστηκε και επεκτάθηκε. Περιφερειακοί δρόμοι κατασκευάστηκαν γύρω από την πόλη. Νέοι χώροι πρασίνου δημιουργήθηκαν, άλλοι αναπλάστηκαν. Χτίστηκαν 30 νέα ξενοδοχεία, τα παλιά ανακαινίστηκαν. Ιστορικά κτίρια στη Γοτθική Συνοικία και το Μονζουίκ αναπαλαιώθηκαν.

ΔΙΑΣΗΜΟΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ. Παγκοσμίου φήμης αρχιτέκτονες κλήθηκαν να σχεδιάσουν νέα κτίρια –ο Σαντιάγο Καλατράβα σχεδίασε τον Πύργο Τηλεπικοινωνιών του Μονζουίκ, ο Βιτόριο Γκρεγκότι το νέο Στάδιο του Μονζουίκ, ο Ιεό Μινγκ Πέι το νέο Διεθνές Κέντρο Εμπορίου στο λιμάνι. Χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν. Ο τοπικός Τύπος που αρχικά δυσπιστούσε, αποφάσισε να αγκαλιάσει ολόψυχα το εγχείρημα. Περισσότεροι από 32.000 άνθρωποι δοκίμασαν τις στολές των εθελοντών. Ο Ιούνιος και το μεγαλύτερο μέρος του Ιουλίου κύλησαν μέσα στον πυρετό των τελευταίων προετοιμασιών. Η όποια δυσφορία και τα παράπονα των κατοίκων για την ταλαιπωρία που είχαν φέρει τα χρόνια του κατασκευαστικού οργασμού έδωσαν τη θέση τους στην ανυπομονησία. Στις 25 Ιουλίου, ήρθε η ώρα για την τελετή έναρξης, ο πλανήτης ολόκληρος έστρεψε το βλέμμα του στη νέα, ανανεωμένη και εκθαμβωτική Βαρκελώνη.

Εξακόσιοι χορευτές ντυμένοι στα λευκά χόρεψαν την παραδοσιακή σαρδάνα, σχηματίζοντας εντέλει τους έξι ολυμπιακούς κύκλους. Μονσεράτ Καμπαγέ και Χοσέ Καρέρας καλωσόρισαν τους θεατές, τους αθλητές, τον κόσμο όλο. Οι φωνές του Φρέντι Μέρκιουρι και της Μονσεράτ Καμπαγέ ιδανικά ενωμένες στο «Barcelona» γέμισαν το στάδιο, με φόντο εικόνες από την πόλη. Ο θρυλικός τραγουδιστής των Queen έπρεπε κανονικά να είναι εκεί, να ερμηνεύσει ζωντανά το τραγούδι που είχε συνθέσει επί τούτου πέντε χρόνια νωρίτερα. Η μοίρα όμως πρόσταξε τον πρόωρο χαμό του οκτώ μήνες πριν ανοίξει η αυλαία των Ολυμπιακών Αγώνων. Η περιφορά της ολυμπιακής σημαίας στο στάδιο έγινε υπό τους ήχους της «Ρωμιοσύνης». Ενας τοξοβόλος των Παραολυμπιακών Αγώνων που έμελλε να ανοίξουν, και να συγκινήσουν όπως το κάνουν πάντα, στην ίδια πόλη τον Σεπτέμβριο άναψε τον βωμό. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είχαν αρχίσει.

ΠΟΛΛΕΣ ΠΡΩΤΙΕΣ. Ηταν οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και οι πρώτοι που πραγματοποιήθηκαν χωρίς μποϊκοτάζ από το 1972. Ηταν η πρώτη φορά που επετράπη στη Νότια Αφρική να συμμετάσχει μετά το 1960, χάρη στον τερματισμό της απεχθούς πολιτικής του απαρτχάιντ. Ηταν η πρώτη φορά που η Γερμανία έστειλε, ενωμένη πια από το 1990, ενιαία ομάδα έπειτα από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1964. Ηταν η πρώτη φορά μετά το 1936 που οι χώρες της Βαλτικής, η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία, έστειλαν δικές τους ομάδες στους Αγώνες∙ μόλις έναν χρόνο μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, οι λοιπές πρώην σοβιετικές δημοκρατίες διαγωνίστηκαν από κοινού ως Ενωμένη Ομάδα –και απέσπασαν τα περισσότερα μετάλλια, συνολικά 112, έναντι 108 των ΗΠΑ και 82 της Γερμανίας. Ηταν η πρώτη φορά που η Κροατία, η Σλοβενία και η Βοσνία και Ερζεγοβίνη έστειλαν δικές τους ομάδες∙ οι κυρώσεις του ΟΗΕ δεν επέτρεψαν τη συμμετοχή γιουγκοσλαβικής ομάδας, μόνο τη συμμετοχή όσων αθλητών το επιθυμούσαν ως ανεξάρτητων. Η πολιτική ποτέ δεν μένει απολύτως αμέτοχη στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Σε κάθε περίπτωση, αυτοί οι Ολυμπιακοί Αγώνες έκλεισαν στις 9 Αυγούστου με τους ξένους δημοσιογράφους να παραληρούν.

Η Βαρκελώνη είχε εντυπωσιάσει τους πάντες. Η Ισπανία είχε κατακτήσει 22 μετάλλια και την αξιοπρεπέστατη έκτη θέση στη συνολική κατάταξη των 170 εθνών που συμμετείχαν. Το κόστος των αγώνων είχε ξεπεράσει κατά πολύ το προβλεπόμενο, φτάνοντας τα 11,4 δισ. δολάρια. Τα χρήματα αυτά όμως ποτέ δεν τα έκλαψε κανείς στη Βαρκελώνη. Αντίθετα με άλλες πόλεις, ονόματα δεν λέμε, η ηλιόλουστη πρωτεύουσα της Καταλωνίας αξιοποίησε στο έπακρο την ολυμπιακή κληρονομιά της και τις επενδύσεις που έκανε, με τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. «Υπάρχει ένα «πριν» και ένα «μετά» με τη Βαρκελώνη και συχνά, όταν ταξιδεύεις στο εξωτερικό και λες «είμαι Ισπανός», ο κόσμος γνωρίζει περισσότερα πράγματα για τη Βαρκελώνη παρά για τη Μαδρίτη», αναγκάστηκε να ομολογήσει μόλις πρόσφατα η Αννα Μποτέγια, η δήμαρχος της Μαδρίτης, πόλης που διεκδικεί εν μέσω οικονομικής κρίσης τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2020. Αλλά ας μείνουμε λίγο ακόμα στο καλοκαίρι του 1992. Στη χρυσαφένια άμμο της παραλίας στη Μπαρτσελονέτα, στις ενθαρρυντικές ιαχές των θεατών στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονζουίκ, στα παγωμένα ποτήρια με Clara (μπίρα και λεμονάδα) στην Πλάσα ντελ Σολ, στους τελικούς των καταδύσεων με φόντο τη Σαγράδα Φαμίλια, στην ατμόσφαιρα της γιορτής στους δρόμους, στη μοναδική έκτοτε γοητεία της Βαρκελώνης…

Την Παρασκευή 16/8, το κείμενο για την Κωνσταντινούπολη του Θανάση Θ. Νιάρχου αποδόθηκε από λάθος στον Δημήτρη Δουλγερίδη.