Ακρως διδακτικό είναι το αφιέρωμα στο «καλοκαίρι του Χρηματιστηρίου» που παρουσιάζουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ»: το – ξεχασμένο πια από τους περισσότερους – καλοκαίρι του ‘99, όταν χιλιάδες Ελληνες «ποντάριζαν» από τις παραλίες τις οικονομίες χρόνων στη χρηματιστηριακή φούσκα.

Σε εκείνη την εποχή της ψευδαίσθησης του εύκολου κέρδους, της δανεικής χλιδής και της σαχλής επίδειξης εντοπίζονται και τα πρώτα σημάδια της κατάρρευσης που ήλθε έπειτα από μία δεκαετία: η ανάπτυξη της χώρας στηρίχθηκε στον «αέρα» της Σοφοκλέους και στα ατέλειωτα δανεικά, επομένως το τέλος ήταν θέμα χρόνου.

Κάποιοι – λίγοι – βγήκαν πολύ πλουσιότεροι από τη χρηματιστηριακή περιπέτεια. Οι περισσότεροι έχασαν περιουσίες και σήμερα δεν θέλουν να θυμούνται τα πώς και τα γιατί εκείνης της εποχής.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερο λάθος από τη λήθη: όλοι οφείλουμε να θυμόμαστε τη συλλογική νοοτροπία που εξέθρεψε το «ελληνικό όνειρο» του Χρηματιστηρίου και νατην ξορκίζουμε καθημερινά με τις πράξεις μας.

Η κρίση μάς πονάει πολύ, αλλά μας έμαθε και πολλά: τώρα γνωρίζουμε ότι μόνον η παραγωγή – και όχι τα χρηματιστηριακά παιχνίδια – μπορεί να ανεβάσει το βιοτικό επίπεδο της ελληνικής κοινωνίας.

Τώρα γνωρίζουμε ότι τα δανεικά που δεν προορίζονται για επένδυση, αλλά για κατανάλωση, οδηγούν μακροπρόθεσμα στην καταστροφή.

Τώρα καταλαβαίνουμε ότι τίποτε δεν επιτυγχάνεται χωρίς σκληρή δουλειά. Τώρα αντιλαμβανόμαστε ότι μια κρατικοδίαιτη οικονομία, όπως εκείνη του ‘99, δεν έχει στέρεες βάσεις και δεν μπορεί να αντέξει στις οικονομικές κρίσεις.

Οι δυσκολίες παραμένουν μεγάλες και έχουν γίνει σχεδόν ανυπέρβλητες για ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας.

Τώρα όμως ξέρουμε ότι δεν υπάρχει εύκολος δρόμος και ότι πρέπει να προχωρήσουμε βασιζόμενοι στις δικές μας δυνατότητες!