Αφορμή. Είναι η τριακοστή ένατη επέτειος της Μεταπολίτευσης. Σε συνδυασμό με τη συμπλήρωση τριών χρόνων από το τέλος του νεοελληνικού κράτους, που το ξορκίζουμε σταθερά χρησιμοποιώντας όρους όπως «Μνημόνιο», «κρίση» κ.τ.λ., γεννά τη διάθεση για τη σύνθεση της πινακοθήκης που ακολουθεί. Περιλαμβάνονται σ’ αυτήν μορφές του συλλογικού μας βίου που ανήκουν σε εποχές που πέρασαν ανεπιστρεπτί. Δεν πρόκειται για μνημόσυνο. Πρόκειται για τα σχήματα που νοσταλγούμε όλοι εμείς οι καρναβαλιστές της ερήμου. Πώς να γιορτάσεις αλλιώς τις Απόκριες στη Σαχάρα;

Δηθενίδης. Η απελθούσα Ελλάδα ήταν η χώρα της θαυματουργού δηθενιάς. Εξού, πρωταγωνιστικό ρόλο στη δημόσια ζωή κατείχε ο Δηθενίδης σε όλους τους τομείς και σε όλα τα επίπεδα. Ο Δηθενίδης έπαιζε τον ρόλο μοχλού εξομοίωσης των αντιθέτων. Ευλόγως, αφού όλη η δημόσια ζωή ήταν μια εξαντλητική μελέτη ομοιώσεως. Το σύστημα δούλευε μόνο με ομοιωματικά και ομοιώματα. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, απροκάλυπτης ιδιοτέλειας, ακατάσχετης προσοδοθηρίας και ανελέητης αρπακτικότητας, ο Δηθενίδης, συν τοις άλλοις, έφερε την ευθύνη της συστηματικής κραυγαλεότητας. Κραύγαζε την υποτιθέμενη «διαφορετικότητά» του για να συγκαλύψει την τερατώδη ομοιότητα με τους δήθεν αντιπάλους του. Αυτό ήταν ο Δηθενίδης. Ενας ολόιδιος που ωρυόταν ότι είναι «διαφορετικός».

Ημετερίδης. Λέγεται και απλώς «ημέτερος», στην ποντιακή «τεμέτερον». Σημαίνει τον δικό μας. Ο Ημετερίδης δεν διαθέτει άλλα προσόντα εκτός αυτού: είναι «δικός» κάποιου ατόμου, συστήματος, κόμματος κ.ο.κ. Ασκώντας τον ημετερισμό ως επάγγελμα δεν το ‘χει σε τίποτε να γίνει «δικός» των αντιπάλων των μέχρι χθες «δικών» του. Παίρνει παράδειγμα σε αρκετές περιπτώσεις από τα αφεντικά του που τα βλέπει να επιδίδονται σε κολεγιές με τους υποτιθέμενους ορκισμένους εχθρούς τους. Ανίσχυρος κατ’ ουσίαν αυτός εμπνέεται από την ασυδοσία και την ελευθεριότητα του παιχνιδιού των ισχυρών.

Κεραμίδης. Είναι αυτός που έχει ένα κεφάλι αλλά δεν του φτάνει. Αναζητά και ένα κεραμίδι για να το βάλει από κάτω. Οχι οποιοδήποτε κεραμίδι, αλλά το δικό του κεραμίδι. Πάσης φύσεως κεραμίδι: ιδιωτικό, επαγγελματικό, θεσμικό. Γενικώς, του Κεραμίδη το κεφάλι μόνο έτσι δουλεύει, ηρεμεί και ευχαριστιέται, δεν συζητείται αυτό. Ετσι εξηγούν οι αναλυτές το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοικούντων και αυτοαπασχολουμένων που χαρακτήριζε την παρελθούσα χώρα. Το αποδίδουν στο σύνδρομο καταστροφής που σφράγισε τον 20ό αιώνα με αιχμή τον Εμφύλιο.

Μάγισσες. Τρεις τον αριθμό. Τα ονόματά τους: Μιχαλού, Μαριωρή, Παναγιώταινα. Υφαναν με τα χέρια τους τη μοίρα της νέας Ελλάδας, αυτής που τίναξε τα πέταλα για να γεννηθεί η πιο νέα. Η Μιχαλού συμβόλισε τη σχέση του νεογέννητου κράτους με το χρέος και τα δάνεια. Η Μαριωρή ανέλαβε τον τομέα της ξιπασιάς ή, επί το ευγενέστερον, της εθνικής περηφάνιας: αρχαιοπληξίες, φαντασιώσεις περί μεγαλείου και ισχυρής Ελλάδας, ψευδαισθήσεις κανονικότητας κ.λπ. Τέλος, η Παναγιώταινα, διά του συζύγου της κυρίου Παναγιώταινα, επωμίστηκε τον κρίσιμο τομέα που ο αείμνηστος Συκουτρής αποκαλούσε «νοσηρή ολιγάρκεια των Ελλήνων», κοινώς «από το ολότελα, καλή κι η Παναγιώταινα».

Μονιμίδης. Ατομο γαλουχημένο από τα γεννοφάσκια του με την προοπτική της συνταξιοδότησής του. Τίποτε δεν απεχθάνεται τόσο πολύ όσο την ελευθερία του. Τίποτε δεν λατρεύει τόσο πολύ όσο την ασφάλειά του. Ο συντομότερος δρόμος για την ικανοποίηση των αναγκών του (αφού δεν μπορούμε να μιλάμε για εκπλήρωση επιθυμιών) ήταν το φιλόστοργο ελληνικό Δημόσιο, άρρηκτα συνδεδεμένο με το φιλάνθρωπο πελατειακό σύστημα. Ο Μονιμίδης είναι ιστορικό τέκνο της Πλατείας Κλαυθμώνος, συμβόλου της φατριαστικής φαυλοκρατίας που μοίραζε τους πολίτες-πελάτες σε «δικούς μας» και «των απέναντι», διόριζε τους μεν και απέλυε τους δε. Από το κλάμα των απολυμένων, ως γνωστόν, πήρε το όνομά της αυτή η πλατεία. Η μετεξέλιξη του συστήματος, κυρίως στη φάση της Μεταπολίτευσης, απέδειξε ότι υπήρχε τρόπος να αποφευχθούν όλα αυτά διά της υιοθετήσεως της αρχής «όλοι οι καλοί χωράνε» (με δανεικά κι αγύριστα!). Η χώρα χρεοκόπησε για πολλούς και διάφορους λόγους. Ενας απ’ αυτούς ήταν ότι γεννήθηκε χρωστώντας σε όλους. Πάνω απ’ όλους, όμως, στον Μονιμίδη. Είναι φυσικό ο αρχόμενος θρήνος τού τελευταίου να ταυτίζεται με το κύκνειο άσμα της.