Ποιος φταίει για την κρίση; Τι είναι αυτό που μπορεί να ερμηνεύσει τη βίαιη μεταβολή των συνθηκών της καθημερινότητάς μας; Είμαστε όλοι ένοχοι (πλην εξαιρέσεων); Είμαστε όλοι αθώοι (πλην εξαιρέσεων);

Μία από τις απαντήσεις που δόθηκαν στο πλαίσιο της δημόσιας συζήτησης για την κρίση, και θεωρείται από πολλούς πειστική, εμπεριέχει την πεποίθηση περί ενός είδους ενοχής. Με βάση αυτήν την ερμηνεία, η κρίση είναι το σωρευτικό αποτέλεσμα των πράξεων και των παραλείψεων του ελληνικού λαού ή, ακόμα περισσότερο, είναι το αποτέλεσμα των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του «Ελληνα».

Ο χρόνος στον οποίο μπορεί να τοποθετηθεί η ενοχή είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τη διαμόρφωση του συνολικού επιχειρήματος. Ο συνήθης χρόνος στον οποίο εντοπίζεται η απαρχή του «σφάλματος» είναι η Μεταπολίτευση και ιδιαίτερα η δεκαετία του ’80. Στο πλαίσιο αυτό η μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας θεωρείται ότι οδηγούσε νομοτελειακά και κατ’ ανάγκην στη σημερινή κρίση. Ο ελληνικός λαός, λοιπόν, δεν αποτελεί ένα αθώο θύμα μιας κρίσης η οποία εκδηλώθηκε σαν φυσική καταστροφή αλλά ο ίδιος δημιούργησε τις προϋποθέσεις των σημερινών δεινών του.

Ωστόσο, ο λόγος που δημιουργείται με επίκεντρο την ενοχή σπάνια είναι γνήσια αυτοκριτικός. Συνηθέστερα είναι επικριτικός λόγος, καθώς πραγματεύεται την ενοχή κάποιων άλλων. Ως τέτοιος στοχεύει στη νομιμοποίηση συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών και στην απονομιμοποίηση των αντίπαλων πολιτικών προτάσεων. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο ομιλών περί ενοχής τοποθετεί τον εαυτό του εκτός εκείνης της μερίδας του λαού την οποία εγκαλεί για προβληματικές συμπεριφορές ή πεποιθήσεις. Από την άποψη αυτή, οι διαπιστώσεις του παραπέμπουν μάλλον σε μια αφ’ υψηλού θεώρηση και σε μια ελιτίστικη πρόσληψη του λαού. Σαν ο ομιλητής να διαμορφώνει την κρίση του από ένα ιδεατό σημείο ηθικής ή πολιτισμικής ανωτερότητας. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι συχνά καταφεύγει στη μεταφορά του «παιδιού» όσον αφορά την αντίληψη του λαού, προκειμένου να περιγράψει αυτό ακριβώς το έλλειμμα πολιτικής και διανοητικής ωριμότητας ή ηθικής συγκρότησης.

Εχει επίσης ενδιαφέρον να παρατηρηθεί ότι η αφήγηση της ενοχής εστιάζεται σε συγκεκριμένες όψεις της παθογένειας στις σχέσεις δημοσίου – ιδιωτικού, με προνομιακό πεδίο αναφοράς τις πελατειακές σχέσεις και τη (συγκεκριμένου τύπου) διαφθορά στη Διοίκηση, όπως αποτυπώνεται γλαφυρά σε πλήθος αφηγήσεων για το διαβόητο φακελάκι. Μια τέτοια διατύπωση αυτής της εκδοχής περί συλλογικής ευθύνης αποτέλεσε η φράση του Θ. Πάγκαλου «Μαζί τα φάγαμε», που πυροδότησε μια ενδιαφέρουσα δημόσια αντιπαράθεση, αλλά και μια εντυπωσιακή έκρηξη «ομολογιών» – καταγγελιών στον ομώνυμο διαδικτυακό τόπο. Οι μαρτυρίες που φιλοξενούνται εκεί συνηγορούν επίσης υπέρ του ελάχιστα αυτοκριτικού χαρακτήρα του λόγου περί ενοχής, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για καταγγελίες της ενοχής του άλλου παρά για ομολογίες προσωπικής ενοχής.

Το αφήγημα της ενοχής είναι ηθικολογικό. Παράλληλα, επιτελεί κατεξοχήν πολιτικές λειτουργίες. Σε αυτό αναπαράγεται συχνά η αντίληψη περί της ελληνικής εξαίρεσης, η πεποίθηση δηλαδή ότι η Ελλάδα αποκλίνει διαχρονικά από τη Δύση. Η ηθικολογική διάστασή του αντανακλάται εξάλλου και στα επιμέρους στοιχεία, τα οποία περιγράφει συστηματικά ως μέρος της «ορθής» συμπεριφοράς, όπως είναι η επιμονή στην προσωπική ευθύνη του πολίτη.

Στις πιο ακραίες εκδοχές του, ο λόγος περί ενοχής είναι ένας δυνάμει διχαστικός λόγος και παραπέμπει σε ένα σχήμα δύο Ελλάδων οι οποίες διαχωρίζονται αξιολογικά και αντιπαρατίθενται.

Ωστόσο, στον δημόσιο λόγο η ιδέα της ενοχής παίρνει διάφορες μορφές που συνδυάζουν αντικρουόμενα μεταξύ τους στοιχεία και δημιουργούν νέα σχήματα, όπως αυτό του «ενόχου θύματος». Το τελευταίο συνδυάζει την πεποίθηση περί ενός βαθμού ενοχής για τις ιδιαίτερες εκείνες πτυχές της ελληνικής εκδοχής της κρίσης με την εξίσου ισχυρή πεποίθηση ότι, παρά και πέραν της ενοχής, η υφιστάμενη πραγματικότητα αποτελεί δυσανάλογη τιμωρία, που μετατρέπει τον ένοχο σε θύμα. Πρόκειται για μια αμήχανη προσπάθεια ισορροπίας μεταξύ της ιδιότητας του θύτη και της ιδιότητας του θύματος.

Η απόδοση ευθύνης και ενοχής αποτελεί σημαντικό κομμάτι τής ιδεολογικά και συναισθηματικά φορτισμένης προσπάθειας κατανόησης μιας κατάστασης στην οποία παλιές βεβαιότητες και κανονικότητες ανατρέπονται.

* Η Τζένη Λιαλιούτη είναι διδάκτωρ στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.