Oύτε ευρώ για τις σπουδές μας! γράφει ένα πανό στο συλλαλητήριο. Ποιος γονιός δεν θα χαμογελούσε όπως χαμογέλασα, πικρά, μόλις το είδα; Ευρώ για τις σπουδές των παιδιών, κάνω τίποτα άλλο από το να δίνω; Από τα δυο τους χρόνια, και καθυστέρησα. Ποτέ δεν θα συγχωρήσω τον εαυτό μου που δεν είχα, όπως οι φίλες μου, φροντίσει πριν από τα δύο για τα αγγλικά τους. Αλλά εκεί ποντάρει το σύστημα. Στο ότι δεν συγχωρείς ποτέ τον εαυτό σου, οπότε ξηλώνεσαι από νωρίς για να μην έρθει η μαύρη ώρα της μη συγχώρεσης. Στον παιδικό σταθμό κάνουν αγγλικά, αλλά χρειάζονται και κάποια ιδιαίτερα. Στο σχολείο κάνουν γαλλικά, αλλά χρειάζεται και το ινστιτούτο.

Και πρέπει να πάνε και στο Ωδείο, γιατί φαντάσου να έχουν μουσικό ταλέντο και να το καταλάβουν στα είκοσι; Και χορό να μη μάθουν κάποτε στη ζωή τους; Κι ένα ταξίδι να μην κάνουν, να δουν τον κόσμο; Όλες αυτές οι δαπάνες δεν εκπίπτουν από την Εφορία, αφού η Παιδεία είναι δωρεάν. Ούτε και το ιδιωτικό σχολείο αναγνωρίζεται, κι ας είναι δυσβάσταχτη δαπάνη για τη μεσαία τάξη που το επιλέγει, αλλά δεν τολμά να το παραδεχτεί (αφού η Παιδεία είναι δωρεάν).

Ύστερα στο Λύκειο τελειώνουν τα όνειρα, αρχίζει η σκληρή πραγματικότητα. Μαθητές δημοσίων και ιδιωτικών τρέχουν στα φροντιστήρια, πληρώνουν ιδιαίτερα. Αλλά ποιος τους είπε να το κάνουν; Ας ήταν αστέρια, μικρές ιδιοφυΐες, να διαπρέψουν με τη δωρεάν Παιδεία.

Έχουν ξοδευτεί χιλιάδες ευρώ για να μπορεί ο νεαρός να σηκώνει πανό που γράφει «ούτε ένα ευρώ για τις σπουδές» του. Μου θυμίζει έναν ήρωα του Ντίκενς, βιομήχανο, που παρίστανε τον αυτοδημιούργητο, και επειδή η μάνα του ανήκε στη μεσαία τάξη, της απαγόρευε να τον αναγνωρίζει δημόσια.