Η παράδοξη ιστορία με το άρθρο 16 του Συντάγματος θυμίζει προκλητικά αυτό που έλεγε ο Μάρτιν Χάιντεγκερ: Δηλαδή, ότι τα πράγματα αποκαλύπτονται στη συνείδηση των ανθρώπων μέσα από την ασαφή τους διάσταση! Και, δυστυχώς, γύρω από αυτό το ζήτημα υπάρχει μια τεράστια εννοιολογική ασάφεια.

Όμως η τροποποίηση της επίμαχης διάταξης δεν θα αναζωογονήσει την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και υπ΄ αυτήν την έννοια εντελώς εσφαλμένα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ανάγει το θέμα τούτο σε κεντρικό άξονα της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα προσπαθήσω να ανιχνεύσω τι μπορεί να σημαίνει θεσμικά η παραπάνω υπερτιμημένη τροποποίηση.

Έτσι η αλλαγή του άρθρου 16 δεν πρέπει να οδηγήσει στην ελεύθερη λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Και αυτό, γιατί πλην κάποιων αφελών «νεοφιλελεύθερων» της σημερινής κυβέρνησης, κανείς δεν ενστερνίζεται την αποκρουστική άποψη του Ralf Dahrendorf(που ήταν κάποτε πρόεδρος του London School of Εconomics).

Δηλαδή, ότι τα πανεπιστήμια είναι ελεύθερα να επιλέγουν τους φοιτητές που θέλουν και ελεύθερα να τους επιβάλλουν τα δίδακτρα που επιθυμούν! Μια τέτοια ανάλγητη ταξική αντίληψη συγχέει ανεπίτρεπτα τον πολιτικό με τον οικονομικό φιλελευθερισμό και απωθεί τη βασική αξία της ισότητας (που ήταν πάντοτε ο πολικός αστέρας για την αριστερή σκέψη).

Εξάλλου υπάρχουν και ανυπέρβλητες οικονομικές δυσκολίες για να ιδρυθεί λ.χ. μια ιδιωτική ιατρική σχολή, γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχουν τόσο πλούσιοι ιδιώτες οι οποίοι θα τροφοδοτούν με τις δωρεές τους ένα αντίστοιχο πανεπιστήμιο σαν το Ηarvard (του οποίου τα λεγόμενα assets ανέρχονται σήμερα στο ασύλληπτο ποσό των 26 δισεκατομμυρίων δολαρίων, «Νew Υork Τimes», 22/10/2005).

Κατά συνέπεια η ίδρυση ακραιφνώς ιδιωτικών πανεπιστημίων μάλλον δεν είναι σοβαρή ιδέα για τη χώρα μας. Ωστόσο η επικείμενη αλλαγή του άρθρου 16 μπορεί να οδηγήσει, όπως ισχυρίζονται μερικοί, στην εκκόλαψη των μη κρατικών (αλλά δημόσιων πανεπιστημίων). Αυτή είναι μια καλή ιδεολογική προοπτική

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΛΥΣΗ

προϋποθέτει να ανακαλύψουμε ξανά την έννοια της «δημόσιας υπηρεσίας με μορφωτικό περιεχόμενο», που αποτέλεσε το διακύβευμα πολλών ιδεολογικών αγώνων

γιατί βγάζει από τη μέση την αποκρουστική κρατική εποπτεία, αλλά στον τόπο μας ανακύπτει ένα πολύ πρακτικό ερώτημα: Ποιος δημόσιος φορέας έχει όντως τη δυνατότητα να διενεργήσει μια τέτοια επένδυση που έχει ένα απίστευτο λειτουργικό κόστος;

Oι δήμοι που είναι οικονομικά υπερχρεωμένοι ή η ΓΣΕΕ που προφανώς δεν μπορεί να επωμισθεί το αντίστοιχο οικονομικό βάρος; Ίσως η Εκκλησία να έχει τη δυνατότητα να ιδρύσει μια θεολογική σχολή, αλλά κάτι τέτοιο θα αποτελεί μια διαστροφή της έννοιας του πανεπιστημίου, όπως τη γνωρίσαμε από τον Μεσαίωνα και ύστερα (δηλαδή ως ένα ευρύτερο άθροισμα πολλών σχολών).

Κατά συνέπεια υπάρχει μια μόνο λειτουργική αναγκαιότητα για να τροποποιηθεί το άρθρο 16: Να προσδιορισθεί, δηλαδή, ένα σαφές θεσμικό πλαίσιο, ώστε να αποτραπεί η καταστροφική πανεπιστημιακή αναβάθμιση των κάθε λογής (κερδοσκοπικών) κολεγίων που καραδοκούν στην άκρη!

Για την ιστορία του όλου θέματος θα αναφέρω απλώς ότι η μόνη ιδιωτική Νομική Σχολή που λειτουργεί στη Γερμανία απονέμει πτυχία ύστερα από εξετάσεις στις οποίες παρεμβαίνει το κράτος!

Ωστόσο με μια τέτοια συνταγματική αλλαγή δεν αντιμετωπίζεται ουδόλως το μέγιστο πρόβλημα του θεσμικού εκφυλισμού των δημόσιων πανεπιστημίων. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν ακολουθήσουμε το μοντέλο ορισμένων πανεπιστημίων του Καναδά, όπου το κράτος εξακολουθεί να δίνει τη δικιά του οικονομική επιχορήγηση, αλλά τα μορφωτικά ιδρύματα είναι αποκλειστικά αυτόνομα γ ια να διαχειρισθούν τις αμοιβές των καθηγητών ή για να καθιερώσουν τις υποχρεωτικές παρακολουθήσεις των μαθημάτων κ.λπ.

Άρα η πραγματική λύση προϋποθέτει να ανακαλύψουμε ξανά την έννοια της «δημόσιας υπηρεσίας με μορφωτικό περιεχόμενο», που αποτέλεσε το διακύβευμα πολλών ιδεολογικών αγώνων (Αl. Renaut, «Τι είναι δίκαιη πολιτική;).

Διαφορετικά τα πολιτικά κόμματα και οι αγκυλωμένες φοιτητικές παρατάξεις θα μας «πουλούν» εικονικές ιστορίες για άσχετα ζητήματα.

Ποιο είναι το συμπέρασμα από όλα αυτά; Η σημασία της τροποποίησης του άρθρου 16 είναι υπερτιμημένη και κακώς μεταβάλλεται σε κεντρικό άξονα της πολιτικής συζήτησης. Η μεθοδολογία τούτη αποδεικνύει ότι οι κεντρικοί πρωταγωνιστές της δημόσιας σφαίρας δεν θέλουν να χρησιμοποιήσουν έναν ρηξικέλευθο δημόσιο λόγο (Βeck)!

Ο Γρηγόρης Καλφέλης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ