Στην ιδιαίτερη πατρίδα μου τη Σύρο υπήρχε ένας τύπος γραφικός, εκρηκτικός και ανοικονόμητος. Το αλλοπρόσαλλο ταμπεραμέντο του τού έχει δώσει, δικαιωματικά, μια θέση μικρού ήρωα στη μυθολογία της συριανής ηθογραφίας. Αν ήταν ρόλος του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, θα μπορούσε να τον υποδυθεί ο Κώστας Χατζηχρήστος. Επαγγελματικά ασχολιόταν με το μικρεμπόριο, θεωρητικά με τα πάντα. Τυπική γνωριμία να είχατε, μπορούσε να σε σταματήσει, ντάλα μεσημέρι, καταμεσής του δρόμου, και να σου ανοίξει μια ατέρμονη συζήτηση τσαλαβουτώντας, χωρίς ενδιάμεσο τράνζιτ, από θέμα σε θέμα. Να σου εμπιστευτεί τα μυστικά ψαρέματος και τηγανίσματος της αθερίνας και αμέσως μετά να σου αναλύσει τη σύνθεση μιας κινεζικής αλοιφής, με την οποία μπορούσες από το να καθαρίσεις σκουριασμένες βίδες μέχρι να θεραπεύσεις μυρμηγκιές.

Με την ίδια ευκολία διαπερνούσε κόμματα και ιδεολογίες. Η πολιτική ήταν γι’ αυτόν κάτι σαν ιδεοληπτική ιεραποστολή, την οποία υπηρετούσε με ρητορική καφενείου και επιχειρήματα συνωμοσιολόγου ταξιτζή. Δεν το έκανε από σκοπιμότητα, για να αποκομίσει οφέλη, ούτε καν για να επιδείξει παραγοντισμό, αλλά για να προσδώσει σημαντικότητα στη «μικρή», επαρχιακή ζωή του και για να έχει κάτι να απασχολεί το μυαλό του. Ετσι λοιπόν στα νιάτα του, επί δικτατορίας, έλεγε τη χούντα επανάσταση. Με τη Μεταπολίτευση έγινε καραμανλικός, όσο όμως ανέβαιναν τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ, ανακάλυπτε εντός του κοιτάσματα σοσιαλισμού. Ο Οκτώβριος του 1981 τον βρήκε μέλος της τοπικής οργάνωσης. Και αν ζούσε μέχρι σήμερα, νομίζω ότι θα έβγαζε πολλές σέλφι με τον Παύλο Πολάκη όταν ο αναπληρωτής υπουργός επισκέφθηκε το νησί.

Μαζί με τον σοσιαλισμό ο φίλος ανακάλυψε και τον φεμινισμό. Ελέω Μαργαρίτας Παπανδρέου, βέβαια, και ίδρυσης της Ενωσης Γυναικών Ελλάδας. Συγκεκριμένα, όταν εκείνη επισκέφθηκε τη Σύρο ως πρόεδρος της ΕΓΕ. Καθότι φιγουρατζής, συμμετείχε πανηγυρικά στην υποδοχή της, αμέσως μετά την οποία έσπευσε να στρατολογήσει τη γυναίκα του. Τη βρήκε πάνω στη λάτρα του σπιτιού, αλλά στο μυαλό του υπερείχε το κομματικό καθήκον. «Παράτα τα όλα και ετοιμάσου» της είπε. «Το απόγευμα θα πας στην εκδήλωση της Μαργαρίτας για τις ΕΓΕς. Ξέρεις, τις φεμινίστριες». «Βρε, άντε από δω» του απάντησε εκείνη. «Εχω ένα κάρο ρούχα να πλύνω και να σιδερώσω». «Θα πας». «Δεν πάω πουθενά»… και, κουβέντα στην κουβέντα, κατέληξαν σε καβγά τρικούβερτο που άκουσε όλη η γειτονιά. Με τον δικό μας να βροντάει, στο τέλος, την πόρτα φωνάζοντας το μεγαλειώδες: «Μωρή, αν δεν γίνεις φεμινίστρια, θα σε πλακώσω στα μπουνίδια».

Η διγλωσσία –και η αυτοαναίρεση, μέσα στην ίδια πρόταση –του γραφικού νησιώτη είναι συμπαθητική και μοιάζει με ανέκδοτο λόγω της αυθεντικότητάς της. Στην ουσία της όμως δεν διαφέρει από την επικοινωνιακή πολιτική αυτής της κυβέρνησης που προσπαθεί να κοιτάξει κατάματα τη σκληρή μνημονιακή και φορομπηχτική οικονομική πολιτική της και συγχρόνως να κλείσει το μάτι στις κομμουνιστικές δονήσεις των μελών και οπαδών της. Με αποτέλεσμα να αλληθωρίζει. Οσο περισσότεροι φόροι τόσο μεγαλύτερες σταλινικές φαγούρες. Μόνο που αν σκεφτώ τον Πρωθυπουργό να φωνάζει στο Υπουργικό Συμβούλιο «αν δεν φέρετε επενδύσεις, θα τα κάνω όλα του Δημοσίου», δεν μου φαίνεται καθόλου αστείο.