Τελικά, τι είναι οι Ευρωπαίοι; Ξένοι, με τους οποίους πολεμάμε, και προς το παρόν έχουμε κερδίσει μια μάχη, αλλά όχι τον πόλεμο; Ή εταίροι, για τους οποίους εκφράζουμε τη βεβαιότητα ότι θα μας βοηθήσουν όποτε και όσο πρέπει;

Με το exit, τον κίνδυνο δηλαδή να αναγκαστεί να βγει η Ελλάδα από την ευρωζώνη, ο νεολογισμός ήταν εύκολος. Και το Grexit έδωσε λαβή για αναρίθμητα άρθρα, σχόλια και αναλύσεις. Λίγο πιο δύσκολα ήταν τα πράγματα με το accident, την περίπτωση δηλαδή μιας μη σχεδιασμένης εξόδου που θα ήταν αποτέλεσμα μιας μαζικής εκροής καταθέσεων. Αλλά κι εδώ βρήκε λύση η εύπλαστη αγγλική γλώσσα: Grexident. «Ισως να φτάσαμε πολύ κοντά σε αυτό το σενάριο την περασμένη εβδομάδα» είπε ένας γερμανός αξιωματούχος στο Ρόιτερ. Τι γίνεται όμως με το συναίσθημα που κυριαρχεί αυτές τις ημέρες στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες; Πώς θα περιέγραφαν οι Αγγλοσάξονες με μια λέξη την κόπωση (fatigue) της Ευρώπης με την Ελλάδα;

«Ολοι εδώ στη Γερμανία με ρωτούν γιατί είναι υποχρεωμένοι να ασχολούνται κάθε τόσο με την Ελλάδα» είπε χθες ο Πέτρος Μάρκαρης σε μια συνέντευξή του στον 9,84. Μέτρα λιτότητας δεν εφάρμοσε μόνο η Ελλάδα, Μνημόνιο υπέγραψαν κι άλλες χώρες, αλλά εκείνες τα κατάφεραν, ενώ η Ελλάδα όχι. Γιατί; Το Βερολίνο επέδειξε την ίδια αυστηρότητα απέναντι σε όλους. Τα διαρθρωτικά προβλήματα της ευρωζώνης δεν λειτούργησαν μόνο εναντίον της Ελλάδας. Λάθη στην πολιτική που ακολουθήθηκε έγιναν παντού. Κυβερνήσεις άλλαξαν και σε άλλες χώρες ως αποτέλεσμα της κρίσης. Γιατί δεν εντάχθηκαν στο αγγλικό λεξιλόγιο και οι όροι Ιrlexit ή Portexit;

Πολλά έχουν γραφτεί τελευταία για τις ευθύνες του Γιάνη Βαρουφάκη στην επιδείνωση των σχέσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και τους εταίρους της. Αυτά όμως αφορούν περισσότερο τους τομείς της ψυχολογίας και της επικοινωνίας. Ενδεχόμενη αντικατάσταση του υπουργού Οικονομικών από κάποιον λιγότερο νάρκισσο δεν θα έλυνε τα βαθιά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του που δημοσιεύτηκε αυτή την εβδομάδα στους «Νιου Γιορκ Τάιμς», ο οικονομολόγος Αρίστος Δοξιάδης παραθέτει ένα εντυπωσιακό στοιχείο: σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, γράφει, αν οι ελληνικές εξαγωγές ήταν σήμερα κατά 25% μεγαλύτερες, η μείωση του ΑΕΠ σε σχέση με την περίοδο πριν από την κρίση δεν θα ήταν 26%, αλλά μόλις 3%! Και τι εμποδίζει την αύξηση των εξαγωγών; Οχι βέβαια οι Γερμανοί, αλλά η ελληνική γραφειοκρατία, το μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων και η ελληνική φοβία με τις μεταρρυθμίσεις.

Η κυβέρνηση απολαμβάνει σήμερα μια πρωτοφανή δημοτικότητα και εμπιστοσύνη από ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού. Επιπλέον, κινείται σχεδόν χωρίς αντίπαλο. Ο Πρωθυπουργός έχει έτσι τη δυνατότητα να κάνει ό,τι δεν έκαναν οι προκάτοχοί του: να πει την αλήθεια, να κάνει την αυτοκριτική του, να αποκοπεί από τους ψεκασμένους και να χαράξει μια εθνική στρατηγική από κοινού με τις φιλοευρωπαϊκές και φιλομεταρρυθμιστικές δυνάμεις. Θα διαπιστώσει τότε ότι δεν χρειάζεται να κάνει πόλεμο με κανέναν, και κυρίως με τους εταίρους του. Και ότι η κόπωση θα δώσει τη θέση της στην αλληλεγγύη.