Οι εκλογές της ερχόμενης Κυριακής έχουν πολλές άγνωστες παραμέτρους. Υπακούουν όμως σε δύο πραγματικά δεδομένα.

Πρώτον, είτε προκύψει κάποια ισχνή αυτοδυναμία είτε δεν προκύψει αυτοδυναμία, από τις κάλπες δεν πρόκειται να βγει ισχυρή κυβέρνηση τετραετίας. Κατά πάσα πιθανότητα η (όποια) επόμενη κυβέρνηση θα είναι πιο ανίσχυρη από την προηγούμενη.

Δεύτερον, η τύχη της επόμενης κυβέρνησης θα κριθεί μέσα στο πρώτο τρίμηνο, τετράμηνο του βίου της. Και θα εξαρτηθεί απολύτως από τη συμφωνία που θα μπορέσει ή δεν θα μπορέσει να επιτύχει με τους δανειστές.

Με άλλα λόγια, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα της Κυριακής δεν θα είναι παρά αποτέλεσμα πρώτου ημιχρόνου.

Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, το κλίμα οικονομικής αβεβαιότητας και πολιτικής αστάθειας θα παραταθεί και θα πλήξει όχι μόνο την οικονομία αλλά και τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές.

Οταν όλοι θα έχουν τα μάτια στραμμένα στο δεύτερο ημίχρονο που αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσει, ποιος θα διαπραγματευθεί σοβαρά με μια μετέωρη κυβέρνηση;

Σε αυτό το πλαίσιο ο κίνδυνος ατυχήματος είναι μεγάλος.

Για τον απλούστατο λόγο ότι κανείς από μόνος του δεν θα έχει τη δύναμη να αποτρέψει το ατύχημα. Και κανείς δεν διαθέτει τη σωφροσύνη ώστε να συμπράξει με τους υπόλοιπους στην αποτροπή του.

Μια λογική λύση θα ήταν να συμφωνήσουν όλα τα δημοκρατικά κόμματα να στηρίξουν το πρώτο κόμμα, είτε έχει είτε δεν έχει αυτοδυναμία, έως την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές. Για τους τρεις, τέσσερις μήνες που λέγαμε.

Δεν θα μετέχουν στην κυβέρνηση ή στη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού. Δεν θα έχουν καμία άλλου είδους συμφωνία ή συνεργασία. Απλώς θα αφήσουν στο πρώτο κόμμα τα χέρια ελεύθερα να διαπραγματευθεί.

Και όταν ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση μετά το τρίμηνο ή τετράμηνο τότε το αποτέλεσμά της θα προσδιορίσει τις εξελίξεις: είτε θα φτιαχτεί πλέον μια κανονική κυβέρνηση συνεργασίας είτε θα πάμε πάλι σε εκλογές.

Η μέθοδος είναι ενδεχομένως ανορθόδοξη.

Διασφαλίζει όμως μια άμεση κυβερνητική λύση και μια ταχεία επανάληψη των διαπραγματεύσεων αφού δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.

Διασφαλίζει ότι η χώρα δεν θα βουλιάξει στο ενδιάμεσο και ότι η οικονομία δεν θα εκτροχιαστεί ακόμη περισσότερο.

Διασφαλίζει επίσης ότι το πρώτο κόμμα θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τους δανειστές από σχετικά ισχυρή θέση, κάτι που μας συμφέρει όλους.

Και μετά θα βάλουμε κάτω να δούμε τι πέτυχαν.

Τότε είτε θα πούμε «μπράβο, καλά τα κατάφεραν και πρέπει να κυβερνήσουν!», είτε θα πάμε σε δεύτερο ημίχρονο εκλογών όπου θα πέσει το μαύρο της αρκούδας.