Μετά την ψήφο εμπιστοσύνης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο νέος πρόεδρος της νέας Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ δήλωσε ότι αυτή είναι η «τελευταία ευκαιρία» για την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ελπίζω να το εννοεί διότι έχει απολύτως δίκιο.

Κι εύχομαι όχι μόνο να το εννοεί αλλά και να ξέρει πως θα αξιοποιήσει μια τελευταία ευκαιρία που έλαχε να καταλήξει στα χέρια του.

Για το τελευταίο επιτρέψτε μου να διατηρώ βάσιμες αμφιβολίες.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι τόσο διαποτισμένη από αναπόδεικτες βεβαιότητες, από αντικρουόμενες αντιλήψεις και από ατέρμονες διαδικασίες ώστε δύσκολα θα σταθεί στο ύψος περιστάσεων που την ξεπερνούν.

Ακόμη χειρότερα. Ο Γιούνκερ και οι περισσότεροι από τους επιτρόπους του είναι σχεδόν το ίδιο πολιτικό προσωπικό που σε διάφορα επίπεδα διαχειρίστηκε την κρίση από το 2008 και μετά.

Γιατί θα κάνουν ξαφνικά αύριο αυτό που δεν έκαναν έως σήμερα;

Θα μου πείτε ότι η κρίση μπορεί να τους έκανε σοφότερους. Να το δεχθώ. Αλλά έως τώρα δεν έχουν δείξει κάτι τέτοιο.

Ισα ίσα, η κρίση φαίνεται να ενίσχυσε και τις αναπόδεικτες βεβαιότητες και τις ιδεοληπτικές εμμονές των περισσοτέρων. Δείτε, για παράδειγμα, το σχεδόν αγχωτικό πείσμα της γερμανικής κυβέρνησης να μένει αγκιστρωμένη σε μια εμφανώς ξεπερασμένη και μάλλον επικίνδυνη πολιτική.

Ολοι έπαθαν, λοιπόν, αλλά δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι όλοι έμαθαν.

Ξέρετε γιατί; Επειδή η κρίση δεν οδήγησε σε κοινά συμπεράσματα ή αναζητήσεις. Απλώς λειτούργησε ως πρόσχημα ή έστω ως επιχείρημα για ήδη διαμορφωμένες αντιλήψεις.

Οπως, ας πούμε, στη χώρα μας η κρίση άνοιξε τον ασκό του Αιόλου για να ξεχυθεί ό,τι πιο καθυστερημένο και υστερικό έκρυβε η κοινωνία σε αναζήτηση μιας προηγούμενης Ελλάδας, έτσι και στις χώρες που επλήγησαν λιγότερο η κρίση των άλλων λειτούργησε ως επιβεβαίωση ενός δικού τους προηγούμενου εαυτού που τους επέτρεψε να μείνουν έξω από τη λαίλαπα.

Ποιος να συμφωνήσει λοιπόν με ποιον;

Αντιθέτως, αν η κρίση είχε θεωρηθεί όχι μόνο πάθημα μερικών αλλά και μάθημα όλων, τότε θα μπορούσε να βρεθεί ευρύτατο πεδίο συνεννόησης.

Διότι τότε πολλοί θα είχαν συνειδητοποιήσει ότι η κρίση δίδαξε βασικά ένα απλό πράγμα: οι δύο μεγάλες βεβαιότητες της μεταπολεμικής Ευρώπης, η δημοκρατία και η ευημερία, δεν αποτελούν πλέον αδιαμφισβήτητα δεδομένα. Παίζονται.

Ως εκ τούτου, η κρίση υποχρεώνει να προστατεύσουμε την πρώτη από τους βιαστές που την απειλούν.

Και να περιφρουρήσουμε τη δεύτερη από τους σωτήρες που την υπονομεύουν.

Μεταξύ μας, ούτε το ένα ούτε το άλλο είναι απλό. Αλλά γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η ευκαιρία είναι όντως η τελευταία.