Οταν πριν από εφτά μήνες, ο Στέφανος Κασσελάκης φόρεσε τη δύο, τουλάχιστον, νούμερα πιο μικρή από το size του «πανοπλία» και ρίχτηκε στη μάχη διεκδίκησης της αρχηγίας του ΣΥΡΙΖΑ, μας υποσχέθηκε (ή μήπως μας απείλησε;) ότι μπορεί να μην ξέρει πάρα πολλά από πολιτική αλλά μαθαίνει γρήγορα. Βέβαια η έννοια του «γρήγορα» είναι διαφορετική για κάθε άνθρωπο αλλά το «γρήγορα» του Στέφανου φαίνεται ότι έρχεται καβάλα σε χελώνα. Και έχω την αίσθηση ότι δεν πρόκειται να μάθει. Πώς θα μάθει ένας άνθρωπος που πιστεύει ότι όχι μόνο τα ξέρει όλα αλλά τα ξέρει και καλύτερα από τον καθένα; Επιτομή του αναγεννησιακού επιστήμονα φαίνεται ότι θεωρεί εαυτόν ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, ένα «τύφλα να ‘χει ο Ντα Βίντσι». (Και όσα δεν ξέρει, έρχεται τα βράδια στον ύπνο του ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και του τα ψιθυρίζει όπως έκανε και με το «εν κολυμπήθρα θαύμα», «κλεμμένο» από αναφορά στη βάφτιση του «αγίου» της Σκιάθου).

Αυτό όμως δεν είναι το χειρότερο, δεν είναι ούτε καν κακό, μάλλον διασκεδαστικό θα το έλεγα. Το θέμα είναι ότι πιστεύει πως δεν ξέρουμε τίποτα και όλοι εμείς οι υπόλοιποι και περιμέναμε αυτόν να μας τα μάθει. Δεν μας έχει άξιους ούτε για να πληκτρολογήσουμε στην Google και να βρούμε τι ποσοστό του ΑΕΠ διατίθεται για την Υγεία. Γι’ αυτό και μας υποσχέθηκε, με φόντο το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου, πως όταν γίνει πρωθυπουργός θα το ανεβάσει στο 5%. Ενώ τώρα πλησιάζει ήδη το 6%. Τόσο καλά.

Δεν θα ήθελα να σχολιάσω τα της κρουαζιέρας του (που δεν τη θεωρεί κρουαζιέρα διότι, σου λέει, κρουαζιέρα με σκάφος είκοσι μέτρων δεν υφίσταται, θα θέλει τουλάχιστον ένα Love Boat που ταιριάζει περισσότερο στην αισθητική του) διότι πιστεύω ότι η φαιδρότητα δεν καταγγέλλεται διότι ακόμη και τότε, στην πραγματικότητα, την πολλαπλασιάζεις. Νησιώτισσα γαρ όμως – άκουσα να μιλάει και για σουέλ και συγκινήθηκα – επαναστάτησε εντός μου η ναυτοσύνη. Που ο βασικός της κανόνας είναι να «συνομιλείς» με τη θάλασσα, να «ακούς» αυτά που σου λέει και να τα σέβεσαι.

Πριν σαλπάρεις, λοιπόν, παίρνεις δελτίο καιρού. Και με βάση αυτό προγραμματίζεις το δρομολόγιό σου. Το ξέρουν οι καπεταναίοι, το λένε και οι μούτσοι. Οταν, λοιπόν, ξεκινάς και μετά από λίγες ώρες αποκλείεσαι λίγα πράγματα μπορεί να έχουν συμβεί. Ή ότι δεν πήρες δελτίο καιρού – κάτι που δεν το φαντάζομαι αφού είχε αρχικαπετάνιο τον ναύαρχο Αποστολάκη. Ή δεν το λαμβάνεις υπόψη σου το οποίο, για τον ίδιο λόγο, επίσης δεν θεωρώ πιθανόν. Οπότε τι απομένει; Ή ότι δεν αποκλείστηκες και όλο αυτό το κάνεις για φιγούρα ή ότι το ήξερες και ήθελες να αποκλειστείς, επίσης για φιγούρα. Κάτι που ταιριάζει απόλυτα στο «σύμπαν Κασσελάκη».

Και καλά ο ίδιος ο Στέφανος. Το τι ήταν μας το παρουσίασε άπλετα εξ αρχής, ως προς αυτό δεν μπορούμε να του προσάψουμε πως έκρυβε λόγια. Οι εναπομείναντες στο κόμμα, όμως, έστω και μέσα στη γραφικότητα που τους παραδέρνει, πρέφα δεν παίρνουν από αυτήν τη μεταπήδηση της πολιτικής στη μεγάλη περιοχή του χαβαλέ; Γιατί περί αυτού πρόκειται.

Ωραίος ως Ελλην

Η Ελλάδα είναι αυτό που βλέπεις. Ή, καλύτερα, αυτό που θέλεις να δεις. Στην πραγματικότητα δηλαδή, είναι θέμα επιλογής. Η Μαρίνα Σάττι, για παράδειγμα, επιλέγει να βλέπει τη χώρα μέσα σε ένα ποτήρι μισοτελειωμένο φραπέ και αραχτή σε μια πλαστική καρέκλα. Δικαίωμά της και φαντάζομαι ότι δεν θα είναι η μόνη.

Οπως επίσης φαντάζομαι ότι πριν από ενενήντα χρόνια κάποιοι θα έβλεπαν την Ελλάδα ως «ψωροκώσταινα» με ό,τι συνειρμούς προκαλεί αυτό. Ο φωτορεπόρτερ Βασίλης Τσακιράκης, μια μέρα του 1935, την είδε αλλιώς. Βρισκόταν στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας όταν, στην αίθουσα που φιλοξενούσε το αντίγραφο του Ερμή του Πραξιτέλη, συνάντησε μια ομάδα τουριστών την οποία ξεναγούσε ο Νίκος Ζαφειρόπουλος. Και σε ένα τυχαίο ενσταντανέ απαθανάτισε τον νεαρό ξεναγό δίπλα στο άγαλμα. Αποτυπώνοντας έτσι μία συναρπαστική ομοιότητα αλλά και τη διαχρονικότητα του απόλυτου κάλλους.