Μία χώρα με σοβαρά οικονομικά προβλήματα και οξεία κρίση ταυτότητας χρειάζεται διεξόδους για να ξεχνιέται, να παθιάζεται και να χλευάζει την κατάθλιψη. Εμείς έχουμε το θρίλερ γύρω από το ταφικό μνημείο της Αμφίπολης. Οι Γάλλοι έχουν την έκθεση για τον μαρκήσιο ντε Σαντ.

Ο καυγάς ξεκίνησε πριν ακόμη εγκαινιαστεί η έκθεση, με αφορμή ένα πολύ ωραίο και πολύ τολμηρό βιντεοκλίπ. Μια καλλιτεχνική παρτούζα, για να το πούμε ωμά, όπου γυμνοί άνδρες και γυναίκες αγγίζονται, αναστενάζουν, κλείνουν τα μάτια ή τα υψώνουν προς τον ουρανό, για να ενώσουν στο τέλος τα κορμιά τους και να σχηματίσουν το όνομα SADE. Πρόκειται για πορνογράφημα είπαν οι μεν, μοιάζει με πίνακα του Ρενουάρ ή με γλυπτό του Ροντέν απάντησαν οι δε, τελικά όμως το YouTube αναγκάστηκε να βάλει όριο ηλικίας.

Πάντα δίχαζε ο θείος μαρκήσιος, από τότε που είχε βάλει στη θέση του τον Καρτέσιο. «»Σκέφτομαι, άρα υπάρχω»: αυτή η ιδέα δεν έχει κανέναν ήχο, κανένα χρώμα, καμιά μυρωδιά, άρα δεν είναι έργο των αισθήσεων», έγραφε το 1782. Πριν ακόμη από τον Νίτσε, πριν ακόμη από την ψυχανάλυση, ο Σαντ υποβάλλει τη σκέψη στη δοκιμασία του σώματος, επισημαίνει σε συνέντευξή της στη «Μοντ» η συγγραφέας Ανί λε Μπριν, επιμελήτρια της έκθεσης «Σαντ. Επίθεση στον ήλιο» που θα διαρκέσει μέχρι τις 25 Ιανουαρίου. Αντίθετα με όλους τους άλλους διανοητές που υπέτασσαν την ερωτική διάσταση στο σύστημά τους, εκείνος τοποθετεί πραγματικά τη φιλοσοφία στο μπουντουάρ και μας αποκαλύπτει ότι η άσκηση της σκέψης δεν αποτελεί μια αφηρημένη δραστηριότητα, αλλά καθορίζεται από τις κινήσεις των επιθυμιών –ακόμη κι όταν εκείνες φτάνουν μέχρι το έγκλημα.

Να γιατί ο Σαντ μάς αφορά όλους, ακόμη και σήμερα, διακόσια χρόνια μετά τον θάνατό του. Επειδή τα βιβλία του μας υπενθυμίζουν πόσο εύθραυστη είναι η βιτρίνα του πολιτισμού και πόσο εύκολα μπορούν να αναδυθούν στην επιφάνεια οι πιο ζοφερές μας επιθυμίες. Με αυτή την έννοια, ο μαρκήσιος είναι πιο επικίνδυνος από τον ένοικο της Αμφίπολης. Γιατί αν ο δεύτερος απειλεί να ξυπνήσει τον εθνικισμό μας, ο πρώτος αμφισβητεί όλες μας τις βεβαιότητες.