Τη χούντα την έζησα. Αν και μέσα από τα μάτια ενός προεφήβου, την έζησα σε όλη της τη γελοιότητα και σε όλη της την ανελευθερία. Γι’ αυτό και αισθάνομαι την ανάγκη να πω κάτι για τα ανιστόρητα συνθήματα τύπου «η χούντα δεν τελείωσε το ’73» και δεν καγχάζω όσους ακραία επιπόλαιους (ή απλώς ακραίους) μιλούν για τη χούντα των Μνημονίων ή δεν ξέρω ποιων κακών «μνημονιακών».

Εχω την αίσθηση, πάντως, ότι όλη αυτή τη δυσάρεστη αντιπαράθεση ίσως δεν θα χρειαζόταν να την κάνουμε αν η Μεταπολίτευση ήταν πιο τολμηρή και πιο ρηξικέλευθη. Αν, δηλαδή, η ευρωπαϊκή Δεξιά του Κωνσταντίνου Καραμανλή προχωρούσε, μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, σε μια ορμητική αντικατάσταση των παλαιών ιδεών με τις σύγχρονες ιδέες της προσαρμογής στην πολιτική κουλτούρα της ευρωπαϊκής Δύσης, στην οποία είχε στρατηγικά αποφασιστεί να ανήκουμε.

Για λόγους που δεν είναι του παρόντος, έχω την εντύπωση ότι σε μεγάλο βαθμό το εύρος της Μεταπολίτευσης ήταν αποτέλεσμα συμβιβασμών της ευρωπαϊκής κατεύθυνσης με το βαθύ κράτος και όσους το νέμονταν. Γι’ αυτό, ναι μεν το καθεστώς της Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών κατέρρευσε (με τι εθνικό κόστος!), ωστόσο η ιδεολογία της παρέμεινε κυρίαρχη, συνεχίζοντας να διαμορφώνει την ταυτότητα και της νεότευκτης δημοκρατίας. Η χώρα μάλιστα σε περίοδο έξαρσης της φιλοευρωπαϊκής διάστασης απέναντι στα πράγματα (οι Ευρωπαίοι είχαν συμβάλει ουσιαστικά και ποικιλοτρόπως στην παλινόρθωση της δημοκρατίας) συνέχισε να περιστοιχίζεται από εχθρούς που δεν είχε ανάγκη, συνέχισε δηλαδή να ξοδεύει για όπλα και να επενδύει σε ρητορικές του εθνικισμού, αδυνατώντας να πετύχει ουσιώδεις μεταρρυθμίσεις, όπως π.χ. ο χωρισμός Εκκλησίας – Κράτους, ο εκσυγχρονισμός της Δημόσιας Διοίκησης και η δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους απαλλαγμένου από κομματικές εξαρτήσεις, μια ουσιαστική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ή μια νέα δυτική κουλτούρα σεβασμού του κράτους και των νόμων (που έπρεπε, ωστόσο, το κράτος να την κερδίσει). Η πρώτη μάχη που έκρινε τον πόλεμο χάθηκε τα πρώτα εκείνα μεταπολιτευτικά χρόνια, από το 1974 ώς το 1981. Οι μάχες που χάθηκαν στη συνέχεια απλώς έβρισκαν την ευρωπαϊκή Ελλάδα ένα χαράκωμα πιο πίσω.

Αντί του νέου, ωστόσο, επικράτησε το παλιό. Τα ιδεολογικά παραφερνάλια της ελληνορθοδοξίας (ή του νασερικού εθνολαϊκισμού, κατόπιν) ήταν η σάλτσα. Το κράτος παρέμεινε το δέλεαρ κάθε εξουσίας προς κομματικές πελατείες. Ενώ, όπως μας θύμιζε χθες ο συγγραφέας Πάνος Θεοδωρίδης (thegreekcloud.com), κάποιοι έσπευσαν να καπαρώσουν την (αληθινή ή συμβολική, ποιος ξέρει) αντιστασιακή τους δράση, δημιουργώντας τον ΣΦΕΑ (Σύνδεσμος Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967-1974). Ακόμα και η αντίσταση έγινε αντικείμενο συναλλαγής.

Με άλλα λόγια, από το 1974 στραβά αρμενίζαμε. Γι’ αυτό χάσαμε το τρένο.