– «Ηρθαν οι Γερμανοί με μια μοτοσικλέτα, εκείνη που δίπλα είχε ένα καροτσάκι, και στο καροτσάκι είχανε τον πατέρα μας και…», αφηγείται με ήρεμη φωνή ένας άνθρωπος που έζησε παιδάκι το ξαφνικό σοκ να βλέπει τον πατέρα του κι εκείνος να γυρίζει το πρόσωπο για να εμποδίσει τα παιδιά να τον αναγνωρίσουν, γιατί οι Ναζί έψαχναν τα άλλα μέλη της εβραϊκής οικογένειας, έτσι να μαρμαρώνει το παιδί ακίνητο και περίτρομο να κοιτάζει τη μοτοσικλέτα με τους ένστολους οπλισμένους να φεύγει με τον πατέρα του στο καρότσι…

– Στην πολυβραβευμένη ταινία ντοκιμαντέρ του Βασίλη Λουλέ «Φιλιά εις τα παιδιά» μιλάνε πέντε πρόσωπα, τρεις γυναίκες και δύο άντρες που ήταν παιδιά 4 έως 10-11 χρονών τη ναζιστική κατοχή. Μιλάνε απλά, χωρίς δραματικότητα, πράγμα που κάνει την αφήγηση ανελέητη. Πώς εκτυλίχτηκε στα παιδικά τους μάτια ο ιστορικός εφιάλτης. Ανέμελα παιδιά ήταν όταν ξάφνου μπήκαν στην πόλη τους (Θεσσαλονίκη, Γιάννινα, Χανιά, Αθήνα) εκφοβιστικοί μηχανοκίνητοι στρατιώτες και εκτός από τα δεινά για όλους τους Ελληνες ακούστηκε ότι θα εξοντώσουν τους Εβραίους.

– Ακουσαν πως θα πάνε κάπου «που το λέγανε γκέτο», ύστερα «μας έβαλαν κονκάρδες, ένα κίτρινο άστρο…». Ακουσαν για τον κίνδυνο που απειλούσε τα παιδιά, «Μα, θα σκοτώσουν παιδιά;», θυμάται η αφηγήτρια τη γιαννιώτισσα γιαγιά της να ρωτάει. Απομακρύνονται από την οικογένεια και συμπατριώτες χριστιανοί τα κρύβουν, οι σκηνές εναλλάσσονται ανεξίτηλα χαραγμένες στο μυαλό τους, «»Θα σε λένε Ρούλα από δω και πέρα». Ητανε Τετάρτη απόγεμα. Φοβόμουνα πάρα πολύ. Αυτό το θυμάμαι καλά».

– Οι γονείς και όλοι οι δικοί τους χάθηκαν με «εκείνα τα τρένα». Κι ένα γράμμα που απόμεινε του πατέρα, έγραφε: «Σήμερα, φύγαμε με τα τραίνα… καλή αντάμωση, φιλιά εις τα παιδιά». Δεν ξανανταμώθηκαν ποτέ. «Από τη δική μου οικογένεια», λέει η θεσσαλονικιά αφηγήτρια, «χάθηκαν 23 άτομα» [σιωπή]. Οταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη, τα κρυμμένα παιδιά βγήκαν έξω, «… νιώθαμε οι μόνοι επιζώντες…» και όταν αργότερα κάποιος από τους ελάχιστους επιζήσαντες γύρισε, «στην αρχή δεν τον πίστευαν, νόμιζαν ότι τρελάθηκε».