υμίζω για πολλοστή φορά, για μένα πάντα, ώστε να έχω κάθε φορά τον κριτικό μου μπούσουλα, πως η Ερμηνεία οφείλει τη γλωσσική της καταγωγή και το περιεχόμενο της ουσίας της στον Ερμή, τον θεό που, εκτός των άλλων αρμοδιοτήτων στον Ολυμπο, έβρισκε τα χαμένα. Στον λαϊκό θρησκευτικό μας πολιτισμό αυτήν την ειδίκευση έχει ο Αγιος Φανούριος! Επειδή βέβαια η εύρεση των χαμένων, είτε αυτά είναι πράγματα είτε ιδέες που συχνά θολώνουν τον νου είτε μεθόδοι και διαδικασίες, η ερμηνευτική τέχνη ανέπτυξε εδώ και χιλιάδες χρόνια στρατηγικές, τακτικές, αμυντικές, επιθετικές, αποκαλυπτικές, αιφνιδιαστικές, ανάλογα με την ιδεολογία, την παιδεία και τα μέσα που διαθέτει ο ερμηνευτής. Αλλοτε κοινόχρηστα, άλλοτε πρωτότυπα και όχι σπάνια βίαια και ανορθόδοξα, όπου ανορθόδοξα τα μέσα που αρνούνται την αυτονόητη προϋπόθεση της Λογικής.

Οι ευρετές και οι λύτες των χαμένων, των κρυμμένων και των αινιγμάτων, είτε Οιδίποδες ενώπιον της Σφιγγός είτε Τηρεσίες είτε Μεγάλοι Αλέξανδροι ενώπιον γόρδιων δεσμών, μας κληροδότησαν έναν θησαυρό από ερμηνευτικά κλειδιά. Ενα από αυτά, που εκκινεί από τα μαθηματικά, είναι η αναλογία. Και η αναλογία και στα καθαρά μαθηματικά και στις πρακτικές εφαρμογές τους (π.χ. στατιστική) είναι ένα αποδεδειγμένα νόμιμο και πειστικό μοντέλο ερμηνείας. Η ιστορία, η κοινωνιολογία αλλά και η ιατρική με αναλογικά μοντέλα συγκρίσεως προχωρούν στην κατανόηση, την εύρεση και τη λύση αινιγμάτων τους.Το θέατρο είναι ένας από τους πλέον συχνούς τρόπους εφαρμογής της αναλογικής ερμηνευτικής. Αναλογικό δεν είναι το ερμηνευτικό μοντέλο που ο Φρόιντ ονόμασε οιδιπόδειο σύμπλεγμα και σύμπλεγμα της Ηλέκτρας; Ακόμη και στην καθημερινότητά μας αναφερόμαστε στη «Μήδεια των Πετραλώνων», σε αμλετικούς αμφιβάλλοντες και ιψενικά τρίγωνα. Οπως στα μαθηματικά υπάρχουν πεδία αναφοράς και πεδία τιμών, έτσι και στο θέατρο χρειάζεται συχνά ο σκηνοθέτης, οι εικαστικοί, οι υποκριτές αλλά και ο μεταφραστής να ψάχνουν να αναπαυτούν στην προσέγγιση ενός έργου, ενός περιβάλλοντος, ενός ψυχισμού – ρόλου, ενός κειμένου σε επανωτά πεδία ιστορικά, ιδεολογικά, αισθητικά για να ερμηνεύσουν, να ψάξουν και να βρουν την εικόνα και τον ρυθμό και την ηθική ενός παρελθόντος θεατρικού κειμένου. Προσωπικά προσπάθησα να χαρακτηρίσω τις μεταφράσεις μου του αρχαίου δράματος που αναφέρονται σε παλαιότερες μορφές γλώσσας «γλωσσικές αναλογίες», αλλά οι εκδότες μου τρόμαξαν.

ΤΟ ΕΡΓΟ. Είδα στην Επίδαυρο και θα δουν οι Ελληνες, ελπίζω, στις περιοδείες μια πράγματι νόμιμη, στέρεη και πειστική ερμηνευτική αναλογία του σοφόκλειου «Αίαντος». Η τραγωδία του Σοφοκλή είναι η αρχαιότερη από τις σωζόμενες και πιθανολογείται η διδασκαλία της γύρω στα μέσα του πέμπτου αθηναϊκού (κλασικού) αιώνα. Είναι εμφανέστατη η οφειλή τού τραγικού ποιητή στα ψίχουλα που έπεσαν από το τραπέζι του Ομήρου, όπως έγραφε ο Αριστοτέλης για τις οφειλές της τραγωδίας στον μεγάλο επικό ποιητή. Θα μπορούσε μάλιστα κανείς να ισχυριστεί πως η παρουσία της άγριας, απάνθρωπης, ανελέητης Αθηνάς στον πρόλογο όχι δεν έχει καμιά σχέση ούτε ως ήθος ούτε ως εικόνα με τη φειδιακή Αθηνά, αλλά ούτε καν με την αισχυλική Αθηνά της «Ορέστειας» (458 π.Χ.). Ναι, η Αθηνά αλλά και όλοι οι «ήρωες» της τραγωδίας του Σοφοκλή έρχονται από την «Ιλιάδα», ταλαιπωρημένοι, ευέξαπτοι, απόλυτοι, άτεγκτοι ύστερα από έναν δεκαετή αδιέξοδο πόλεμο μακριά από τις εστίες τους.

Με τη διαφορά πως ο Σοφοκλής, σύγχρονος των προσωκρατικών και των πρώτων σοφιστών, βλέπει με την ιστορική προοπτική τα επικά ήθη. Βλέπει τη ρωγμή, διότι είναι κι αυτός, όπως και οι αθηναίοι θεατές του, αναγνώστης όχι μόνο της «Ιλιάδας» αλλά και της «Οδύσσειας». Γνωρίζει πως το ηρωικό έπος συνεχίζεται με την περιπέτεια μέσα στο Αιγαίο ενός συμβιβασμένου με τον καιρό, τις συνθήκες, τις παγίδες και τα περάσματα ήρωα. Ετσι ο Σοφοκλής αντιπαραθέτει έναν ιλιδιακό ατομικιστή, εγωκεντρικό ήρωα μ’ έναν οδυσσειακό περιπλανώμενο που έχει να αντιπαλέψει με Συμπληγάδες, Σειρήνες, Λωτοφάγους, Κίρκες και Κύκλωπες. Αυτός είναι ένας Νέος Ανθρωπος. Ο πολεμικός Αίας είναι υποχρεωμένος από την ιστορία να παραμεριστεί από τον ευέλικτο διπλωμάτη τον πολιτικό. Ο Απόλυτος να ηττηθεί από τον Σχετικοκράτη.

Ο έμπειρος σκηνοθέτης Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, έχοντας στα χέρια του τη σοφά αναλογισμένη μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη, βρήκε τη νεοελληνική της αναλογία ως παραστάσιμο αίνιγμα. Αναλόγισε τον κόσμο της «Ιλιάδας» με τους ήρωες και τους ανταγωνιζόμενους πρωταγωνιστές τής Επανάστασης του ’21. Είδε πως οι Αίαντες, οι Οδυσσείς, οι Αγαμέμνονες, οι Μενέλαοι και οι Τεύκροι αναλογίζονται σχεδόν αυτονόητα με τους Ανδρούτσους, τους Καραϊσκάκηδες, τους Μαυροκορδάτους, τους Γκούρες και τους Μακρυγιάννηδες. Εφερε λοιπόν ενδυματολογικά, μουσικά και υποκριτικά το Ιλιον στην Τριπολιτσά, στον Ανάλατο και στη Γραβιά. Χωρίς άλλου είδους παρεμβάσεις. Ως εποχή, ως ήθος και ως διάνοια.

Και έκανε μια από τις πιο ευτυχείς αναλογίες στο πάντα μεγάλο και ανοιχτό πρόβλημα της ερμηνείας του αρχαίου δράματος σήμερα. Η παράστασή του στήθηκε με τον μετωπικό τρόπο του θεάτρου σκιών (ακόμη και το έξοχο σκηνικό της Μανωλοπούλου παρέπεμπε στην καλύβα του Καραγκιόζη και στους σκηνίτες θεατρίνους στα πανηγύρια). Με τον ανάλογο υποκριτικό ρητορικό επηρμένο λόγο. Τα κοστούμια της Μανωλοπούλου, ανθολογία. Η μουσική του Κυπουργού, λαϊκόμορφη και ραψωδιακή όπως στις κομπανίες. Μόνο που κάποια στιγμή επιθύμησα τον τροβαδούρο με το λαγούτο να ήταν τυφλός, σαν τον πατέρα του έπους. Ας είναι.

Η ΔΙΑΝΟΜΗ. Η παράσταση ευτύχησε και στη διανομή. Ο Νίκος Κουρής (Αίας) σαν τον Κουταλιανό παρέπεμπε στους λαϊκούς πλανόδιους που σπάνε σίδερα. Φιγούρα του Θεόφιλου. Η έξοχη Μαρία Πρωτόπαππα (Τέκμησσα) έπλασε μια τρυφερή, αφοσιωμένη και βαθιά ερωτευμένη αιχμαλωτισμένη σύντροφο. Ο Τσορτέκης τόνισε, σωστά, στον Οδυσσέα τον τρόμο μπροστά στην ανελέητη θεϊκή ισχύ. Ο Περλέγκας (Τεύκρος) είδε με ερμηνευτική βαθύτητα τον ήρωα που αμφισβητείται το γένος του και απαντά με το κύρος του ήθους του. Ο Κλίνης (Μενέλαος) έπαιξε θαυμάσια με ήθος και ύφος Χατζηαβάτη, ο Παπανικολάου (Αγαμέμνων) με Βεληγκέκα και η Ουζουνίδου (Αθηνά) με σκληρότητα ρομαντικής απολυτότητας. Τον Δεντάκη (Αγγελο) δεν τον βοήθησε η φωνή εν υπαίθρω να σταθεί δίπλα στις στεντόρειες άλλες φωνές. Μίλησε με σουρντίνα δίπλα στα χάλκινα. Ο Τιτόπουλος (Ραψωδός), έξοχος. Ο Χορός από τους καλύτερους των τελευταίων χρόνων. Η δουλειά της Στελλάτου άψογη και οι φωτισμοί του Μπιρμπίλη «επικοί», δηλαδή μπρεχτικοί.

INFO

Μετάφραση:Δ.Ν. Μαρωνίτης

Σκηνοθεσία:Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος

Μουσική:Νίκος Κυπουργός

Σκηνικά –κοστούμια:ΕλένηΜανωλοπούλου

Παίζουν:Νίκος Κουρής,Μαρία Πρωτόπαππα, Γιάννος Περλέγκας, Ελένη Ουζουνίδου, Γιάννης Τσορτέκης κ.ά.

Πού:Απόψε στις 21.30 στο Θέατρο Βράχων του Βύρωνα