Υπό τη δαμόκλειο σπάθη μιας καταιγίδας, που δεν ξέσπασε τελικά ποτέ, παρακολούθησα την περασμένη Παρασκευή σ’ ένα θερινό σινεμά τις «Χαμένες ψευδαισθήσεις» (2021) του Ξαβιέ Τζιανολί, μια ταινία βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Ονορέ ντε Μπαλζάκ (1799-1850), δημοσιευμένο πρώτη φορά πριν από περίπου δύο αιώνες, τότε που οι εφημερίδες, τα «φρέσκα φρούτα» των νεωτερικών χρόνων, ανακάλυπταν έκπληκτες και βουλιμικές την απεριόριστη επιρροή τους. Η ταινία του Τζιανολί μένει πιστή τόσο στο πνεύμα όσο και στο γράμμα του μπαλζακικού μυθιστορήματος, κάτι που δεν αποτελεί απαραίτητα προσόν για την ταινία, καθότι την αφήνει εκτεθειμένη στις μομφές των κριτικών για «ακαδημαϊσμό» και στείρα «εικονογράφηση» του πρωτογενούς υλικού. Ωστόσο, μπαίνω στον πειρασμό να εικάσω ότι αυτές οι μομφές θα προκαλούσαν το ειρωνικό μειδίαμα του ίδιου του Μπαλζάκ, αφού κατά κάποιον τρόπο τις είχε… προφητεύσει. Βλέπετε, σε μια από τις πιο αξιομνημόνευτες σκηνές της ταινίας που, εάν δεν με απατάει τελείως η μνήμη μου, εμπεριέχεται σχεδόν ατόφια και στο μυθιστόρημα, δύο αργυρώνητοι δημοσιογράφοι, που περιστασιακά παριστάνουν άλλοτε τους κριτικούς λογοτεχνίας και άλλοτε τους κριτικούς θεάτρου, αναμετρώνται λεκτικά γύρω από το πώς θα πλασάρουν στην εφημερίδα τους κάθε προτέρημα ενός έργου τέχνης ως μειονέκτημα (και τούμπαλιν), αναλόγως με το εάν έχουν προπληρωθεί προκειμένου να το «εγκωμιάσουν» ή να το «θάψουν». Το αποτέλεσμα της λεκτικής τους κόντρας βγάζει αβίαστα γέλιο. Στυφό, ως επί το πλείστον.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ