Μπορεί βέβαια να μας κρύβουν την αλήθεια. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά, εδώ μας έκρυβαν ότι τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού κάνουν τους ανθρώπους υποτακτικούς, και να, ο Μητσοτάκης πήρε 41%. Ετσι και τώρα, δεν αποκλείεται καθόλου να άναψαν χθες τα αίματα πίσω από τις κάμερες στο Προεδρικό και στο Μαξίμου, να απαίτησε ο Τούρκος τα μισά νησιά του Αιγαίου και τη μισή Κύπρο, και να μη μας λένε τίποτα οι δωσίκωλοι, οι ενδοτικοί και οι κατευναστές. Ο άλλος να προκαλούσε κι εμείς να υποκλινόμασταν.

Ας υποθέσουμε όμως ότι δεν συνέβη τίποτα απ’ όλα αυτά και ότι τα ρεπορτάζ για την επίσκεψη του τούρκου προέδρου στην Αθήνα είναι ακριβή. Οτι δηλαδή μια άψογη Πρόεδρος της Δημοκρατίας, το ακριβώς αντίθετο του προκατόχου της, συνομίλησε σε πολιτισμένους τόνους με τον ομόλογό της, κι εκείνος συναντήθηκε στη συνέχεια με έναν μετρημένο πρωθυπουργό, ευχήθηκε το Αιγαίο να γίνει «θάλασσα ειρήνης και συνεργασίας», δεν απάντησε στη διόρθωση του Κυριάκου Μητσοτάκη για την «τουρκική μειονότητα» και στο τέλος τον χειροκρότησε και του έδωσε ραντεβού στην Αγκυρα. Οτι σε εξίσου καλό κλίμα έγιναν και οι άλλες συναντήσεις μεταξύ υπουργών, με πιο επιτυχημένη εκείνη για το Μεταναστευτικό. Οτι έγινε ένα σημαντικό βήμα δηλαδή για την ελληνοτουρκική προσέγγιση, έστω κι αν η συζήτηση για την υφαλοκρηπίδα αναβλήθηκε για «όταν ωριμάσουν οι συνθήκες».

Γιατί λοιπόν δεν ήταν καλή ιδέα αυτή η επίσκεψη, όπως υποστήριξε ο Αντώνης Σαμαράς σε πρόσφατη συνέντευξή του στην «Καθημερινή»; Από πού προκύπτει ότι η Τουρκία προκαλεί συνεχώς και δημιουργεί νέα τετελεσμένα εις βάρος μας; Και μέχρι τέλος πάντων ο Ερντογάν να καλύψει εκ νέου το ένα του μάτι και να ξαναγίνει κανονικός πειρατής, γιατί συνιστά «κατευνασμό» το να συζητάμε μαζί του;

Το ερώτημα δεν είναι αν δύο πρώην πρωθυπουργοί – αφού ο Σαμαράς επικαλέστηκε προς επίρρωση των απόψεών του και τον Κώστα Καραμανλή – κάνουν λάθος. Εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι πράγματι κάνουν λάθος. Το ερώτημα είναι σε ποιο βαθμό αυτή η φοβική στάση φρενάρει την αποφασιστικότητα ενός ισχυρού πρωθυπουργού. Πόσο δηλαδή η ανησυχία για την ενότητα του κυβερνώντος κόμματος επηρεάζει την πορεία επίλυσης του μεγάλου εθνικού μας θέματος.

Και δεν είναι μόνο αυτό. Η ίδια «ρεάλ πολιτίκ» προκαλεί συνεχείς αναβολές και άλλων πρωτοβουλιών, όπως η νομιμοποίηση του γάμου των ομοφύλων. Ο Βορίδης προειδοποιεί ότι δεν θα την ψηφίσει – και λοιπόν; Και η Ντόρα Μπακογιάννη δηλώνει «παραδοσιακή», αλλά αναγνωρίζει ευθέως, και εντίμως, ότι στην εποχή μας δεν υπάρχουν μόνο οι πυρηνικές οικογένειες, υπάρχουν και τα παιδιά των ομοφύλων που δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα με τα άλλα. Γι’αυτό είναι εδώ η πολιτική, είπε, για να δίνει λύσεις σε υπαρκτά προβλήματα.

Για να γεμίζει, με άλλα λόγια, το ποτήρι, ώστε να μην αναρωτιόμαστε συνεχώς αν είναι μισογεμάτο ή μισοάδειο.