Η ενδιάμεση έκθεση της επιτροπής Πισσαρίδη, της οποίας είμαι μέλος, προσφέρει ένα όραμα για μια σύγχρονη ελληνική οικονομία, η οποία είναι τόσο δυναμική, όσο και δίκαιη. Ορισμένες μεταρρυθμίσεις θα έχουν άμεσες επιπτώσεις, όπως η μείωση των φόρων για τους μισθωτούς εργαζομένους, ενώ άλλες θα θέσουν τα θεμέλια για την ανάπτυξη στο μέλλον, όπως οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση και στο συνταξιοδοτικό σύστημα.

Ο εκσυγχρονισμός του συστήματος δικαιοσύνης – για να γίνει αποτελεσματικό για όλους, αποδοτικό και ικανό να χειριστεί σύνθετες οικονομικές διαφορές – είναι υψίστης σημασίας για μια οικονομία που στοχεύει στην προσέλκυση επενδύσεων, για τις πιο πρωτοποριακές και καινοτόμες επιχειρήσεις. Και η δημιουργία ενός συστήματος κατάρτισης, σε συνεργασία με τη βιομηχανία, το οποίο θα είναι ικανό να προσφέρει νέες δεξιότητες στους εργαζομένους – στο πλαίσιο της ταχέως εξελισσόμενης τεχνολογίας -, είναι ζωτικής σημασίας. Τελικά, ο στόχος είναι να οικοδομήσουμε μια δυναμική οικονομία με προσανατολισμό προς τις εξαγωγές, όπου τα οφέλη της ανάπτυξης και της ευημερίας μοιράζονται ευρέως. Η απλή αξιόπιστη δέσμευση της κυβέρνησης σε ένα τόσο φιλόδοξο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων θα γνωστοποιήσει στον κόσμο ότι η Ελλάδα είναι ανοιχτή για επιχειρήσεις και μπορεί να έχει άμεσα αποτελέσματα.

Σε αυτό το άρθρο επικεντρώνομαι σε ένα μέρος των διαβουλεύσεων, όμως αυτό αποτελεί μια σημαντική πτυχή της έκθεσής μας, δηλαδή το ζήτημα της ισότητας των φύλων. Αυτό μπορεί να απελευθερώσει πόρους που προωθούν τόσο την ανάπτυξη, όσο και την κοινωνική δικαιοσύνη.

Στην Ελλάδα, περίπου 60% των γυναικών εργάζονται, σε σύγκριση με το 68% κατά μέσο όρο στην ΕΕ. Στις σημαντικές ηλικίες ηλικίας 25-29 ετών μόνο 39% των παντρεμένων γυναικών εργάζονται και στη συνέχεια στην ηλικιακή ομάδα 30-34 το ποσοστό συμμετοχής τους είναι κάτω από το 50%. Επικεντρώνομαι σε αυτές τις ηλικίες γιατί τότε αναπτύσσονται οι καριέρες. Το ζήτημα δεν είναι μόνο εάν οι γυναίκες εργάζονται, αλλά η ευκαιρία να δημιουργούν καριέρα ίση με εκείνη των ανδρών. Ενδεικτικά, από όλες τις διευθυντικές θέσεις μόνο το 27% καλύπτεται από γυναίκες. Και αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν ξεπεράσει τους άνδρες σε εκπαιδευτικό επίπεδο.

Και οικονομικό ζήτημα η ισότητα των φύλων

Η ισότητα των φύλων είναι και ένα οικονομικό ζήτημα. Διότι δεν αξιοποιούμε ένα αρκετά μορφωμένο τμήμα του εργατικού δυναμικού και παρατηρείται αποτυχία των ίσων ευκαιριών, διότι θέτουμε τον μισό πληθυσμό σε θεσμικό μειονέκτημα. Η ένταξη των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, σε ίση βάση με τους άνδρες, θα έδινε ώθηση στην οικονομία και θα οδηγούσε σε σημαντική αύξηση του βιοτικού επιπέδου.

Η χαμηλή συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό και η κατώτερη πορεία σταδιοδρομίας των γυναικών οφείλεται εν μέρει στα εμπόδια που προκύπτουν λόγω της τεκνοποίησης και της φροντίδας των παιδιών. Είναι σημαντικό οι ίδιες οι εταιρείες να γίνουν πιο ευαίσθητες στις ανάγκες των μητέρων και να δεχτούν την τεκνοποίηση ως μέρος της παραγωγικής ζωής μιας γυναίκας και όχι ως εμπόδιο στην εργασία. Πέρα από αυτό χρειαζόμαστε ρητές αλλαγές πολιτικής που θα εξισορροπήσουν τη θέση ανδρών και γυναικών στην αγορά εργασίας. Πρώτον, οι νόμοι κατά όλων των μορφών διακρίσεων (ανά φύλο, σεξουαλικό προσανατολισμό και φυλή) πρέπει να εφαρμοστούν αυστηρά.

Δεύτερον, το κύριο κόστος της άδειας μητρότητας πρέπει να προέρχεται από τη γενική φορολογία και όχι να επιβαρύνει τις επιχειρήσεις που τις αποθαρρύνει να απασχολούν γυναίκες. Τρίτον, στους άνδρες θα πρέπει επίσης να προσφέρεται άδεια πατρότητας υπό τις ίδιες συνθήκες με τις γυναίκες, συνεπώς θα τους εμπλέκει περισσότερο στη φροντίδα των παιδιών και θα τους καθιστά παρόμοιους με τις γυναίκες στα μάτια των εργοδοτών. Τέλος, πρέπει να καθιερώσουμε την πρόσβαση σε παιδική φροντίδα υψηλής ποιότητας για όλους, καθιστώντας ευκολότερη τη δουλειά των φροντιστών και ταυτόχρονα προσφέροντας ένα δυνατό ξεκίνημα στη ζωή με εξαιρετική πρώιμη εκπαίδευση.

Πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη την ισότητα των φύλων, διότι είναι καθοριστικής σημασίας για την κοινωνική δικαιοσύνη και κρίσιμη για μια σύγχρονη παραγωγική οικονομία.

O Κώστας Μεγήρ είναι κάτοχος της έδρας οικονομικών Douglas A. Warner III στο πανεπιστήμιο του Yale