Η πρωθυπουργική αντίδραση αιφνιδίασε αρκετούς στο Υπουργικό Συμβούλιο, πρωτίστως γιατί ξέφευγε από τις ράγες μιας κομψής διατύπωσης και φανέρωνε μια ενόχληση που ήταν πραγματική. Οι ψίθυροι έγιναν ακόμη εντονότεροι, επειδή στόχος πίσω από τις αναφορές του Αλέξη Τσίπρα ήταν ο Νίκος Βούτσης. Εάν κάτι περίεργο συμβαίνει στο ρετιρέ της συριζαϊκής εξουσίας θα φανεί λίαν συντόμως, καθώς αιχμές από την πλευρά του Πρωθυπουργού για τον Πρόεδρο της Βουλής δεν είχαν καταγραφεί ούτε την περίοδο που στις δύο θέσεις βρίσκονταν αντιστοίχως ο Αντώνης Σαμαράς με τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Οι καχύποπτοι αναζητούν μια μεγαλύτερη εικόνα πίσω από τις πρωθυπουργικές βολές, αφού δεν καλύπτονται από την εξήγηση ότι ο Βούτσης αποκάλυψε τα εκλογικά χαρτιά του Τσίπρα, κάνοντας λόγο για διπλές κάλπες στα τέλη Μαΐου του 2019, μαζί με τις ευρωεκλογές. Ο Τσίπρας δεν ενοχλήθηκε επειδή ακούει «διάφορες σκέψεις και κουβέντες για τις εκλογές», έστω κι αν αυτές τον ανάγκασαν να διαβεβαιώσει εκ νέου ότι το τέλος της κυβερνητικής θητείας είναι το φθινόπωρο της επόμενης χρονιάς. Ετσι κι αλλιώς, η ζύμωση για το εκλογικό χρονοδιάγραμμα έχει ήδη ξεκινήσει στο Μαξίμου, ενώ και το πολιτικό σύστημα έχει αρχίσει να κινείται σε οιονεί προεκλογικούς ρυθμούς. Συνεπώς, δεν υπάρχει το κατάλληλο περιβάλλον για την όποια προσπάθεια του Πρωθυπουργού να συντηρήσει ένα εκλογικό μυστήριο.

Ο Τσίπρας ενδεχομένως ενοχλήθηκε επειδή η παρέμβαση Βούτση ήταν θεσμική. Ο Πρόεδρος της Βουλής δεν πρωταγωνιστεί σε μια παραφιλολογία για τον εκλογικό χρόνο, πετώντας στην πολιτική αγορά σκέψεις και κουβέντες –τοποθετήθηκε έχοντας μπροστά του όλα τα δεδομένα που έχουν και στο Μαξίμου. Εκλογές μέσα στο 2018 μπορούν να συνδεθούν μόνον με κομματικές σκοπιμότητες και την αδυναμία της κυβέρνησης να σταθεί όρθια όταν θα εφαρμοστούν οι νέες περικοπές. Ή να προκύψουν ως ατύχημα –που πάλι θα συνδέεται με την αδυναμία της κυβέρνησης να το διαχειριστεί. Εφόσον ο Πρωθυπουργός έχει αποφασίσει οριστικά να μεταθέσει τον εκλογικό χρόνο στο 2019, ο ορίζοντας δεν μπορεί να ξεφύγει από τις ευρωεκλογές του Μαΐου. Οχι μόνον γιατί υπάρχει το προηγούμενο του 2009 που δείχνει τον δρόμο (αν ο Καραμανλής καταποντίστηκε ανάμεσα στις κάλπες ευρωεκλογών και εθνικών εκλογών, γιατί ο Τσίπρας να προσδοκά κάτι καλύτερο;), αλλά κυρίως επειδή η χώρα ήδη από τον Μάρτιο του 2019 θα κινείται επισήμως σε προεκλογική τροχιά, όπως όλη η Ευρωπαϊκή Ενωση για τις κάλπες των ευρωεκλογών. Με τον τρόπο του, ο Βούτσης διαμήνυσε ότι η χώρα δεν θα αντέξει μια προεκλογική περίοδο που θα μπορούσε να ξεπεράσει τους επτά μήνες, εάν ο Πρωθυπουργός θελήσει να εξαντλήσει τα συνταγματικά όρια της θητείας του. Στο μυαλό του Βούτση, εξάλλου, οι κάλπες στις 26 Μαΐου του ’19 δύσκολα θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν πρόωρες.

Οι αιχμές Τσίπρα, προφανώς, θα μείνουν αναπάντητες, τουλάχιστον δημοσίως. Αυτό κάθε άλλο παρά συνεπάγεται ότι υπήρξε προσυνεννόηση -η πρωθυπουργική αντίδραση αιφνιδίασε και την Προεδρία της Βουλής. Για το ζήτημα των εκλογών, ωστόσο, ο Βούτσης μπορεί να επανέλθει, ιδίως εάν εξυφαίνονται σχεδιασμοί που ανατρέπουν τον δικό του προγραμματισμό στη Βουλή. Η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης, για παράδειγμα, πρέπει να ανοίξει το αργότερο έως τον προσεχή Σεπτέμβριο, όπως και η Ολομέλεια να πάρει τις αποφάσεις της για το ζήτημα των γερμανικών επανορθώσεων μετά την τυπική ολοκλήρωση του μνημονιακού κύκλου. Η κοινή παρουσίαση με την εθνική αντιπροσωπεία της Κυπριακής Δημοκρατίας του «Φακέλου της Κύπρου» είναι ο σημαντικός σταθμός που προηγείται. Ολα αυτά βρίσκονται και στην ατζέντα του Μαξίμου και προεξοφλείται ότι θα επιδιώξει να τα εκμεταλλευθεί και ο ενοχλημένος Τσίπρας. Οι τριβές από την έμμεση αποκάλυψη του Βούτση ότι ο Πρωθυπουργός δεν κρατά πλέον στα χέρια του το χαρτί ενός εκλογικού αιφνιδιασμού αναγκαστικά θα ξεπεραστούν.