Το αδυσωπήτως τραγικό: Υπό τις επιδεινούμενες χρεοκοπικές περιστάσεις, όλες (ή σχεδόν) οι εθνικές προοπτικές και προσβάσεις, απολήγουν σε δυνάμει αδιέξοδα. Και όχι μόνο, καθώς πέραν άλλων, «κουμάντο» κάμνουν άλλοι! Οπωσδήποτε όμως στα μείζονα. Με τα ήσσονα της διαχειρίσεως, να μας μένουν ως εν πολλοίς υποσημειώσεις της εθνικής κυριαρχίας. Μοιραίο επίχειρο του δανεισμού. Οπου (αρχαιόθεν) «τα δάνεια δούλους τους ελευθέρους ποιεί». Κατά Μένανδρον. Και για την Ελλάδα, ό,τι και να συμβεί, εάν το χρέος παραμείνει αλώβητο, καμιά λύση δεν θα έχει αντικρίσματα. Και άρα σημασία.

Το ακόμη τραγικότερο: Οι τραυματικές αυτές πραγματικότητες, είτε δεν έχουν επαρκώς συνειδητοποιηθεί. Είτε και αν συνειδητοποιούνται, δεν επενεργούν συμμορφωτικά. Προκειμένου το πολιτικό σύστημα: Να συντονίσει αφενός τους βηματισμούς του με τις στυγνές αναγκαιότητες. Και να ενεργήσει με ανάλογους τρόπους, ώστε ν’ αναιρεθούν σύμφυτοι κίνδυνοι και αναπαραγόμενες υποτροπές.

Αντιθέτως: το δέλεαρ της εξουσίας παραμένει πάντοτε το αλώβητο πρόσημο του πολιτικού γίγνεσθαι. Με σταθερό σημείο αναφοράς τις παραταξιακές περιχαρακώσεις και τις ιδεοληπτικές αγκυλώσεις. Που καθηλώνουν τις (ήδη καθέτως μειωμένες) δυνατότητες. Και αναιρούν τις απομένουσες πιθανότητες προσπελάσεως των κατά συρροήν προβλημάτων. Τα οποία δεν έχουν κομματική ταυτότητα. Οσο και αν οι παροξυνόμενες (σε σημείο εμφυλιοπολεμικού οίστρου) αντιπαλότητες, τους την προσδίδουν. Με διαθέσεις αλληλοενοχοποιήσεως.

Οπως και αν προσεγγισθούν αυτά τα δεδομένα (και τα συναρτώμενα) η μόνη «εν τοις πράγμασιν» απομένουσα ελπίδα, είναι μια ριζική τομή. Σε ώρα που απαιτείται ακριβώς αναστροφή. Με την έννοια της εγκαταλείψεως της πεπατημένης. Που και αν δεν ευθύνεται για την κακοδαιμονία, τουλάχιστον αδυνατεί να την περιστείλει. Παρ’ όλο που αυτό το σκεπτικό φαίνεται αφελώς απλουστευτικό (και είναι όντως) εντούτοις: εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα, δεν υπάρχουν ιδιαιτέρως πολλοί τρόποι αντιδράσεως. Ούτε δρόμοι αποδράσεως. Καθώς οι πτωχευτικές συνθήκες που διαμορφώνονται, ταχυρρύθμως επιδεινώνονται. Οπόταν και το «από το κακό στο χειρότερο» είναι δείκτης δραστικής εθνικής εντροπίας. Και σημαίνει προϊούσα κατάρρευση. Με απομειούμενες δυνατότητες ανανήψεως.

Βεβαίως: Με τέτοιες ιερεμιάδες τίποτε δεν διορθώνεται. Η μόνη χρησιμότητά τους είναι ότι ενεργοποιούν σήματα κινδύνου. Που στα καθ’ ημάς είναι πέραν και από προφανής. Και που δεν αφήνει περιθώρια ευθυνολογιών, πριν από κάποιο επιβαλλόμενο εγχείρημα υπερβάσεως. Το ποιοι, πόσο και πώς και γιατί, δεν μπορεί να προηγείται. Οι διαγνωστικές ρητορικές είναι ανώφελες, πάνω από διασωληνωμένο σώμα που βρίσκεται υπό καταστολή στην εντατική. Εκλιπαρώντας δόσεις. Κι επιβιώνοντας με υποδόσεις δανειακής μεγαλοψυχίας!

Κατακλείδα: Και μόνο η απουσία απαντήσεων στο τραυματικό (και κατ’ ακρίβειαν ανατριχιαστικό) ενδεχόμενο είτε αρνήσεως είτε και απλώς καθυστερήσεως, αυτών των ενέσιμων παροχών, είναι αρκετή για να συνεφέρει, ακόμη και όσους σκέφτονται με όρους κομματικοπαγών προθέσεων ή και φανατισμού. Και όσους ενεργούν με όρους ιδεοληπτικού απομονωτισμού.