Στο πρώτο μου ταξίδι στις ΗΠΑ, ελέω της υπερβολικά άτακτης κόρης μιας φίλης μου, γνώρισα την ειδικότητα του παιδοψυχολόγου. Ο οποίος είχε συμβουλεύσει τότε τη μητέρα να φτιάξει στην αυλή ένα σκάμμα με άμμο και, όταν η μικρή εκτραχύνεται και θέλει να κατεβάσει όλο το σπίτι, να την παροτρύνει να παίξει εκεί. Πιθανότατα η συμβουλή του να μην είχε επιστημονική βάση, πάντως δούλεψε. Η μικρή λυσσομανούσε στην άμμο και, κατόπιν, γύριζε υπάκουη στο σπίτι. Δεν ξέρω γιατί μου έχει εντυπωθεί το γεγονός, ξέρω όμως γιατί το ανακάλεσα. Μα ακριβώς λόγω της ημέρας. Εναν χρόνο μετά το δημοψήφισμα σκέφτομαι ότι, τελικά, λειτούργησε ως ένα συμβολικό σκάμμα όπου θα ξεσπούσε και θα ξεθύμαινε ο λαός ώστε μετά, σαν την πιτσιρίκα, να βάλει ήσυχα ήσυχα την ουρά στα σκέλια. Και επειδή δεν πολυπιστεύω στη συγκυρία του τυχαίου, μήπως και γι’ αυτό έγινε.

Θυμάμαι εκείνες τις διονυσιακές εξάρσεις των οπαδών τού Οχι. Τις μουσολινικές πόζες της Κωνσταντοπούλου στο περιστύλιο, τους αλαλαγμούς των εκπροσώπων της αντιπολίτευσης, τα τηλεοπτικά παραληρήματα των ομόφρονων καλλιτεχνών και τους ντοπαρισμένους οπαδούς με τα μπογιατισμένα μούτρα σε μια κατάσταση που παρέπεμπε περισσότερο σε θρησκευτική έκσταση, παρά σε εχέφρονα πολιτική εκτίμηση. Και πού είναι το Οχι σήμερα, πέρα από την τρύπα στα οικονομικά του κράτους; Στους πέντε ανέμους. Κατακερματισμένο σε μικρά και κοινοβουλευτικά ανύπαρκτα, όπως φαίνεται κόμματα, μεταλλαγμένο α λα Αρτέμη Μάτσα στο συριζαϊκό «Είναι καλοί οι Γερμανοί», ντροπιασμένο για την αφέλειά του, οργισμένο για τη διάψευση. Γραφικότητες. Οπως γραφικά είναι τα τύπου διονυσιακά γλέντια. Και το κρασί δωρεάν.