Η Ελλάδα θα πρέπει να έχει τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με τη Ρωσία σε όλους τους τομείς και για πολλούς λόγους (ιστορικούς, πολιτιστικούς, πολιτικούς, οικονομικούς, ενεργειακούς). Η Ρωσία μπορεί να είναι ένας «στρατηγικός εταίρος» για τη χώρα μας. Αλλά η Ελλάδα είναι αμετάκλητα κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και από τη θέση αυτή απορρέουν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Η σχέση της χώρας, επομένως, με τη Ρωσία δεν μπορεί παρά να ξεκινά με αυτή την παραδοχή. Που σημαίνει ότι η Ρωσία ούτε μπορεί ούτε πρέπει να λειτουργήσει ή να προβάλλεται ως (δυνητικό) υποκατάστατο της θεσμικής θέσης στην ΕE. Επομένως, η επίσκεψη του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Μόσχα είναι μια καθ’ όλα θεμιτή κίνηση. Και άλλοι ευρωπαίοι ηγέτες πραγματοποίησαν επισκέψεις στη Μόσχα τους τελευταίους μήνες. Αυτό που δεν θα ήταν θεμιτό, αντίθετα θα ήταν ζημιογόνο, είναι να παρουσιαστεί η επίσκεψη ως (δήθεν) υποκατάστατο της ΕΕ ή έστω ως απειλή για κάτι τέτοιο στο μέλλον. Δεν μπορεί να διαφεύγει ότι οι σχέσεις ΕΕ – Ρωσίας είναι την περίοδο αυτή στο χειρότερο δυνατό επίπεδο λόγω της κρίσης στην Ουκρανία, αλλά και επειδή η ΕΕ και το σύνολο σχεδόν των κρατών – μελών εκτιμούν ότι ο πρόεδρος Πούτιν στοχεύει στην ανατροπή της μεταψυχροπολεμικής τάξης πραγμάτων που διαμορφώθηκε πάνω σε συγκεκριμένους κανόνες και κείμενα. Η προσάρτηση της Κριμαίας είναι η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση αμφισβήτησης των κανόνων αυτών. Ως αποτέλεσμα της πράξης αυτής και της γενικότερης κρίσης η ΕΕ οδηγήθηκε στην επιβολή σκληρών οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία. Η Ελλάδα πλήττεται από τις κυρώσεις αυτές, όπως πλήττονται και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι επομένως αντίθετη. Ωστόσο, τη μάχη εναντίον των κυρώσεων πρέπει να τη δώσει μέσα στο πλαίσιο της ΕΕ μαζί με άλλες χώρες – μέλη που έχουν επίσης επιφυλάξεις. Σε καμιά περίπτωση, στο θέμα αυτό ή σε οποιοδήποτε άλλο (π.χ. ενέργεια), δεν πρέπει η Ελλάδα «να σπάσει» το οποιοδήποτε ευρωπαϊκό consensus επιτυγχάνεται.

Κοντολογίς, η Ελλάδα μπορεί να εργαστεί τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στο πλαίσιο της ΕΕ για την εξομάλυνση και τελικά βελτίωση των σχέσεων με τη Ρωσία (να συμπεριληφθεί π.χ. η Ρωσία στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας). Αλλά πρέπει να είναι σαφές ότι η Ελλάδα ανήκει στην ΕΕ από την οποία αντλεί τα σημαντικότερα οφέλη και υπολογίσιμη διαπραγματευτική δύναμη.

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και research associate στην LSE