Το 1914 ο ελληνικός κινηματογράφος έπαιρνε το «βάπτισμα του πυρός» προσφέροντας στο αθηναϊκό κοινό την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία, την «Γκόλφω». Ιδού μια αφορμή για να στηθεί εκατό χρόνια μετά μια μουσική παράσταση με δύο τραγουδιστές που μπορούν να αναμετρηθούν με το κινηματογραφικό τραγούδι.

Ο Μάριος Φραγκούλης πριν από περίπου τρεις μήνες ζήτησε από τη φίλη Ελλη Πασπαλά να μοιραστούν τη σκηνή με αγαπημένα κομμάτια από τη μεγάλη οθόνη. Ετσι έχτισαν το πρόγραμμα «Η αγάπη θέλει δύο» με μελωδίες που αποτελούν σημεία αναφοράς και ξυπνούν αναμνήσεις.
Παρότι η περιοδεία τους έχει αρχίσει ήδη, τώρα αισθάνονται ότι η παράσταση παίρνει το οριστικό σχήμα της, όπως λέει ο Μάριος Φραγκούλης. «Ποτέ δεν είσαι σίγουρος για το αποτέλεσμα μιας παράστασης αν δεν έχει δοκιμαστεί μπροστά στο κοινό. Οι μικρές αλλαγές που γίνονται ύστερα από αυτό που παίρνουμε κάθε βράδυ, μας φέρνουν πιο κοντά σε αυτό που θέλουμε και οι δύο». Η πιο δύσκολη δοκιμασία, παραδέχεται ο ερμηνευτής, ήταν η δημιουργία της τελικής λίστας των τραγουδιών που ήθελαν να πουν. «Δεν ξέραμε τι να βγάλουμε και τι να αφήσουμε. Είναι αδύνατο σε ένα πρόγραμμα δυόμισι ωρών να καταφέρεις να χωρέσεις όλο αυτό τον πλούτο που μας έχει αφήσει ο ελληνικός κινηματογράφος. Ηταν μια εποχή που έβγαιναν τραγούδια τα οποία έφταναν αμέσως στον κόσμο, τον άγγιζαν και τα έκανε δικά του».
Δυσκολία είχαν και για να αποφασίσουν ποια τραγούδια θα ερμηνεύσει ο καθένας αφού, όπως λέει η Ελλη Πασπαλά, «προτείναμε ένα και αμέσως σκεφτόμασταν ότι θα ήταν ιδανικό για τον άλλο. Βρήκαμε όμως τη χρυσή τομή που μας έδωσε πάρα πολλά ντουέτα. Είναι κάμποσα τα τραγούδια που τελικά αποφασίσαμε να τα πούμε μαζί».
Το όλο εγχείρημα, εξηγεί η Ελλη Πασπαλά, ήταν ιδέα του Μάριου Φραγκούλη. «Μου το πρότεινε και δεν χρειάστηκε να το σκεφτώ δεύτερη φορά. Πάντα είχαμε τραγούδια που αγαπούσαμε, αλλά ήταν δύσκολο να ενσωματωθούν στο πρόγραμμά μας. Εγώ, ας πούμε, επιλέγω κυρίως υλικό από τις ηχογραφήσεις μου. Εδώ είχαμε μια ευκαιρία να συγκεντρωθούμε και να αντλήσουμε υλικό από μια τεράστια δεξαμενή. Και είναι όλα εξαιρετικά τραγούδια». Από τη διαδικασία της επιλογής κάποια, παρότι ήταν ιδιαίτερα αγαπημένα, δεν κατάφεραν να φτάσουν ούτε στα… επιλαχόντα όπως το «Τι σου ‘κανα και πίνεις» ή το «Αγάπη που ‘γινες δίκοπο μαχαίρι».

Επέλεξαν όμως και κάποια τραγούδια τα οποία δεν περίμεναν ούτε οι ίδιοι ότι θα τα έλεγαν από σκηνής. «Δεν πίστευα ποτέ ότι θα έλεγα το «Τ’ είναι αυτό που το λένε αγάπη». Δεν ήταν ποτέ ψηλά στη λίστα μου» λέει η Ελλη Πασπαλά.

Τραγούδια-ταμπού, έστω και αν είναι αγαπημένα, υπάρχουν και για τον Μάριο Φραγκούλη. Και για εκείνον η εν λόγω παράσταση λειτούργησε ως «άλλοθι» για να τα ερμηνεύσει. Είναι σαν ένα δώρο στο κοινό και στον εαυτό τους. «Για παράδειγμα, το «Οι θαλασσιές οι χάντρες», γνωστό από τον Δημήτρη Χορν, είναι ένα τραγούδι που δεν το έλεγα. Το «Χάρτινο το φεγγαράκι» ήταν πάντα στο ρεπερτόριό μου.

Ολα είναι γνωστά και αγαπημένα στον κόσμο. Είναι μελωδίες που έχουν σημαδέψει τη ζωή μας». Τα διαχρονικά τραγούδια με τη λάμψη και τη δύναμη της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου είναι ο άξονάς τους, αλλά σίγουρα κάποιοι θα σκεφτούν ότι μπορεί να είναι και μια επιλογή με δίχτυ ασφαλείας. «Θα έλεγα ότι επιλέξαμε να πούμε τραγούδια που δεν ακούγονται από τους νέους ερμηνευτές» λέει ο Φραγκούλης. «Αυτό για μας ήταν πρόκληση. Επιμένω να τραγουδάω κλασικά αλλά και άγνωστα όπως η «Βαρκαρόλα» του Σταύρου Ξαρχάκου».

Από τις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις ο Μάριος Φραγκούλης, στο τέλος της κουβέντας, σχολιάζει την άνοδο της Χρυσής Αυγής: «Σίγουρα ο φασισμός δεν έχει θέση στην Ελλάδα. Και εννοείται ότι είμαι τελείως αντίθετος με αυτό. Σίγουρα όμως υπάρχει κόσμος που στηρίζει τον φασισμό. Από εμάς εξαρτάται πόσο θα μείνουν».