«Δεν είναι δυνατόν να διαπραγματευτούμε με την Τουρκία κάτι που μας ανήκει». Αυτή είναι η ξεκάθαρη απάντηση που δίνει τις τελευταίες δεκαετίες η ελληνική πλευρά όταν οι Τούρκοι προβάλλουν τις διεκδικήσεις τους στο Αιγαίο. Και παρά την ελληνοτουρκική ένταση και κάποια θερμά επεισόδια η Ελλάδα εξακολουθεί να ασκεί την κυριαρχία της, παρά τις τουρκικές προσπάθειες για εγκαθίδρυση «γκρίζων ζωνών» σε κάποια ξερονήσια.

Τι θα συμβεί, όμως, εάν αίφνης σε μία περιοχή του Αιγαίου για την οποία προβάλλει διεκδικήσεις η Τουρκία βρεθούν κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου;

Η ελληνική πλευρά ανέκαθεν διακηρύσσει ότι τα ζητήματα μεταξύ δύο χωρών θα πρέπει να λύνονται σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Πάγιο ελληνικό αίτημα είναι να λυθεί το θέμα της υφαλοκρηπίδας με προσφυγή Αθήνας και Αγκυρας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης –κάτι που απορρίπτει η τουρκική πλευρά επιμένοντας σε έναν διμερή διάλογο.

Τι θα κάνει όμως αύριο ο κ. Ερντογάν βλέποντας ότι υπάρχουν ενεργειακές πηγές στο Αιγαίο; Αν δεχτεί την προσφυγή στη Χάγη, ποια θα είναι η αντίδραση της ελληνικής πλευράς;

Μια προσφυγή στη Χάγη κατά πάσα πιθανότητα θα οδηγήσει σε έναν συμβιβασμό. Θα δώσει π.χ. κατά 70% δίκιο στην Ελλάδα και κατά 30% δίκιο στην Τουρκία –με άλλα λόγια, θα δώσει στην Αγκυρα δικαίωμα να μοιραστεί σε ένα ποσοστό με την Ελλάδα κάτι που η ελληνική πλευρά θεωρεί αξιωματικά ότι της ανήκει 100%.

Ποια ελληνική κυβέρνηση θα υπογράψει μία τέτοια συμφωνία όταν υπάρχουν κόμματα που θεωρούν ότι η Ελλάδα έχει κάθε δικαίωμα να ανακηρύξει μονομερώς τη δική της ΑΟΖ σε όλη την ελληνική επικράτεια και να αρχίσει τις εξορύξεις;

Τα ρητορικό –έως πρότινος –ερώτημα γίνεται πολύ επίκαιρο όσο οι σεισμικές έρευνες προχωρούν. Και ο δημόσιος διάλογος στην Ελλάδα θα πρέπει κάποτε να ξεκινήσει. Είναι διατεθειμένη η χώρα να δεχθεί –έπειτα από την ετυμηγορία ενός διεθνούς δικαστηρίου –κάποιας μορφής συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων που θα βρεθούν σε κάποια διαφιλονικούμενα σημεία της υφαλοκρηπίδας; Ή θα αφήσει κάποιες εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ στο βάθος της θάλασσας;