Αλλη μία μεταρρύθμιση των πανεπιστημίων σε δύο χρόνια, κάτι σαν συνέχεια της προηγούμενης, αφήνει ένα σωρό απορίες, όπως και η προηγούμενη. Η μεγάλη και συνολική απορία είναι μία: τελικά, τι αλλάζει; Γιατί από μια πρώτη ανάγνωση, η κατάρτιση, η μεταφορά ή η συγχώνευση ενός τμήματος κάποιου ΤΕΙ που εδρεύει (το τμήμα) στα Ανω Σουδενά, έχει δέκα φοιτητές που δεν εμφανίζονται παρά μόνο στις εξετάσεις και 14, λέει, διδάσκοντες (που και εκείνοι, τι να κάνουν, να εμφανίζονται;), δεν προσφέρει στην Ανώτατη Εκπαίδευση τίποτα περισσότερο από το «κουβέντα να γίνεται αγά μου».

Αυτό που μπορεί να βεβαιώσει η ταπεινότητά μου, που λέγαμε παλαιότερα, είναι ότι μόνο μεταρρύθμιση δεν μπορεί να λέγεται αυτό που γίνεται ούτε ο υπουργός μπορεί να έχει τον τίτλο –και τη δόξα –του μεταρρυθμιστή υπουργού. Και η συνένωση πολλών τμημάτων που θεραπεύουν (τρόπος του λέγειν) ομοειδή γνωστικά αντικείμενα, όπως οι ξένες γλώσσες και οι φιλολογίες, σε μία Σχολή, σε τι ακριβώς χρησιμεύει και γιατί λέγεται μεταρρύθμιση;

Οπως βλέπετε, είμαι ακόμη στις απορίες! Αλλά και το μεγάλο άλμα, όπως διαφημίζεται, η δημιουργία του υπερπανεπιστημίου, όπως το είπαν, Αδαμάντιος Κοραής (τι μας έφταιξε κι αυτός ο έρμος;), που είναι η συγκόλληση των άλλων, πλην του Καποδιστριακού, πανεπιστημίων του Λεκανοπεδίου, τι πρόκειται να προσφέρει; Και πράγματι, μειώνεται ο αριθμός των υπαρχόντων πανεπιστημίων;

Ας τελειώσω εδώ με τις απορίες, γιατί αλλιώς δεν θα τελειώσω ποτέ με αυτές. Και ας θέσω το ερώτημα, ας μπω δηλαδή στο κεντρικό ζήτημα. Από πολλά χρόνια μιλούμε για τη συνεχή πτώση του επιπέδου σπουδών στα πανεπιστήμια, για τα χάλια των πανεπιστημίων και για τις αναχρονιστικές σπουδές που προσφέρονται στους νέους. Μιλούμε επίσης για την επείγουσα ανάγκη αλλαγών, οι οποίες θα ανέτρεπαν αυτές τις πραγματικότητες και θα οδηγούσαν σε εκσυγχρονισμό και σε άνοδο του επιπέδου των σπουδών.

Συγχρόνως, επί πάνω από 25 χρόνια βλέπουμε να επαναλαμβάνεται το ίδιο καταστρεπτικό σενάριο: να ιδρύονται νέα ΑΕΙ και ΤΕΙ, να διαμοιράζονται σε διάφορες πόλεις που δεν μπορούν να συντηρήσουν πανεπιστήμιο, να αντιστρέφεται η σχέση χώρου και πανεπιστημίου και να στελεχώνονται τα νέα πανεπιστήμια με διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό, με μειωμένα προσόντα, για τον απλούστατο λόγο ότι η ελληνική αγορά δεν διέθετε τον αριθμό των επιστημόνων που χρειάζονταν όλα αυτά τα πανεπιστήμια.

Το έγκλημα συντελέστηκε τη δεκαετία του 1980 με την αντιστροφή της παραπάνω σχέσης: άρχισαν να ιδρύονται πανεπιστήμια για να αναπτύξουν τον τόπο, που μεταφραζόταν: να κάνει ο χωριάτης το κοτέτσι του φοιτητικό δωμάτιο –αυτό μάλιστα ονομάστηκε ανάπτυξη! Είχα και τότε φωνάξει ότι το πανεπιστήμιο δεν είναι εργαλείο για να αναπτυχθεί ένας τόπος, ο τόπος όπου θα ιδρυθεί πρέπει να είναι ανεπτυγμένος για να προωθήσει την ανάπτυξη του πανεπιστημίου· και είχα πει επίσης ότι, τότε, η χωροταξία της ανάπτυξης της χώρας δεν «σήκωνε» πανεπιστήμιο αλλού από τον άξονα Καβάλας – Θεσσαλονίκης – Λάρισας (Βόλου) – Αθήνας. Και προσέξτε: η μόνη πόλη που δεν έχει πανεπιστήμιο είναι η Καβάλα!

Ωραία, θα πει κάποιος, έγινε το έγκλημα, όπως το λες· τώρα τι κάνουμε, καθόμαστε και κλαίμε; Οχι, ασφαλώς. Ούτε κλαίμε ούτε με σταυρωμένα χέρια καθόμαστε. Τα φωνάζουμε, καθένας με τη φωνή που διαθέτει. Ομως, έχουμε μπροστά μας δύο μεταρρυθμίσεις, όπως τις λένε. Και ενώ μιλούμε για ανάγκη, επείγουσα μάλιστα, να ανεβάσουμε το επίπεδο σπουδών, δηλαδή για την ποιότητα του διδακτικού προσωπικού και τον εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων σπουδών, στην προηγούμενη «μεταρρύθμιση», πριν από δύο μόλις χρόνια, έφταιγε ο θεσμός του πρύτανη και τώρα φταίει η αυτονομία των τμημάτων.

Τίποτα από αυτά, καμιά από αυτές τις «μεταρρυθμίσεις» δεν απαντάει στο γενικό αίτημα. Το χειρότερο: δεν μας λένε την αλήθεια. Δεν μας λένε ότι όλα αυτά γίνονται για να εξοικονομηθούν πόροι και ότι πρόκειται για διοικητικές αλλαγές και για τίποτα περισσότερο. Οπότε, πανεπιστήμιο που να αξίζει αυτή την ονομασία ας μην περιμένουμε σε αυτό τον τόπο.

Ο Βασίλης Κρεμμυδάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών