Τόνυ Μπλαιρ και Γκόραν Πέρσον, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας,

οδηγούνται προς την έξοδο. Αλλά οι μεγάλες επιλογές τους στον οικονομικό τομέα

δεν αμφισβητούνται ούτε από τους αντιπάλους τους.

Στη Στοκχόλμη: ο ψηφοφόρος αυτός ενδιαφέρεται, ασφαλώς, ιδιαίτερα για το

μέλλον του κοινωνικού κράτους

«Δεν ζητώ την επανάσταση. Αν το έκανα δεν θα νικούσαμε ποτέ». Από τη στιγμή

που ανέλαβε τα ηνία του κόμματός του, πριν από τρία χρόνια, ο 41 ετών σήμερα

Φρέντρικ Ράινφελντ είχε βάλει στόχο να «σπάσει» την κυριαρχία των

Σοσιαλδημοκρατών. Αλλά δεν κατήγγειλε ποτέ τα βασικά σημεία της πολιτικής

τους. Στήριξε την εκστρατεία του στην ανάγκη να ενταχθούν στην αγορά εργασίας

περίπου ένα εκατομμύριο άνθρωποι που παραμένουν αποκλεισμένοι επειδή δεν έχουν

τα κατάλληλα προσόντα. Η κυβέρνηση του Γκόραν Πέρσον δεν τους υπολογίζει στο

ποσοστό της ανεργίας, εντάσσοντάς τους σε προγράμματα επιδότησης ή

επιμόρφωσης. Ο αρχηγός του κεντροδεξιού συνασπισμού θέλει να μειώσει (λίγο)

τους φόρους και να διευκολύνει (κάπως) τις απολύσεις, για να βοηθήσει αυτούς

τους ανθρώπους. Όπως λέει ο Ματς Βίκλουντ, που έχει γράψει (κιόλας!) τη

βιογραφία του, «ο Ράινφελντ προσπαθεί να γίνει ένας καλύτερος σοσιαλδημοκράτης

από τους Σοσιαλδημοκράτες».

Ο Πέρσον πληρώνει για την αλαζονεία του, αλλά το μοντέλο που υποστήριξε και

εκσυγχρόνισε παραμένει ζωντανό. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τον Βρετανό

ομόλογό του. Η Βρετανία, όπως και η Σουηδία, έχει υψηλό ρυθμό ανάπτυξης (2,6%

και 3,4% αντιστοίχως) και χαμηλή ανεργία (5,4% και 5,7%). Αντίθετα όμως με τον

Πέρσον, που έδωσε το βάρος στην παραγωγικότητα όσων ήδη εργάζονται, ο Μπλαιρ

θέλησε να εντάξει στην αγορά εργασίας όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους.

Για να βελτιώσει την περίθαλψη, την εκπαίδευση, τις μεταφορές, κατέφυγε σε

αύξηση των φόρων. Ο διάδοχός του, είτε θα λέγεται Γκόρντον Μπράουν είτε

Ντέηβιντ Κάμερον, δεν υπόσχεται πολύ διαφορετικά πράγματα. Η καταδίκη της

πολιτικής της Θάτσερ είναι οικουμενική.

Με λίγα λόγια, γράφει ο Ερίκ λε Μπουσέ στη «Μοντ», οι κυβερνήσεις αλλάζουν

αλλά τα μοντέλα μένουν. Η οικονομική πολιτική που αποσκοπεί στην επιτάχυνση

της ανάπτυξης, με παράλληλη διαφύλαξη των ασθενέστερων τάξεων, έχει αποδειχθεί

επιτυχημένη. Αλλά οι ψηφοφόροι θέλουν να αλλάζουν κάθε τόσο οι άνθρωποι που

ασκούν αυτή την πολιτική. Βαριούνται να βλέπουν συνεχώς τα ίδια πρόσωπα στην

εξουσία, ιδιαίτερα αν δεν μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί τους και να τους

εκθέσουν τα προβλήματά τους. Και βέβαια τιμωρούν επιλογές που θεωρούν

εγκληματικές, όπως ο πόλεμος στο Ιράκ.

Να σημαίνουν άραγε όλα αυτά ότι εξαλείφθηκαν οι διαφορές ανάμεσα στη (νέα)

Αριστερά και τη (νέα) Δεξιά; Καθόλου. Όπως η πρώτη έμαθε από τη δεύτερη να

δίνει μεγαλύτερη προσοχή στο ζήτημα της ασφάλειας των πολιτών, έτσι και η

δεύτερη έμαθε από την πρώτη να σέβεται περισσότερο τους μη προνομιούχους. Οι

αριστεροί έμαθαν ότι είναι επικίνδυνο να προσπαθήσουν να αλλάξουν με τη βία

τον κόσμο. Οι δεξιοί συνειδητοποίησαν ότι είναι εξίσου επικίνδυνο να τον

αφήσουν όπως είναι.

LINK: http://diastaseis.blogspot.com