Μετά τη νίκη των σοσιαλδημοκρατών του Γκόραν Πέρσον στη Σουηδία και του

κοκκινοπράσινου συνασπισμού Σρέντερ και Φίσερ στη Γερμανία, μια φιλολογία που

αναπτύχθηκε το τελευταίο διάστημα, όχι μόνο στη χώρα μας, για την αναπόφευκτη

και συντριπτική ήττα της Κεντροαριστεράς στην Ευρώπη φαίνεται να μην

επιβεβαιώνεται.

Αν, μάλιστα, προσθέσει κανείς στα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα της Σουηδίας

και της Γερμανίας την κυβερνητική κρίση του ακροδεξιού συνασπισμού στην

Αυστρία, που ενδεχομένως προοιωνίζεται αλλαγή στον πολιτικό χάρτη της χώρας,

αλλά και το ολοένα διογκούμενο κοινωνικό και πολιτικό κίνημα των girotondi

στην Ιταλία, που δεν έχει μόνο τον σκηνοθέτη Nani Moreti ως αιχμή αλλά και

εκατομμύρια Ιταλούς πολίτες που διαδηλώνουν μαχητικά ενάντια στην πολιτική του

Μπερλουσκόνι, τότε μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε σήμερα ότι το «δεξιό κύμα»

δεν κατάφερε να σαρώσει την Ευρώπη, όπως πολλοί έσπευσαν να προβλέψουν.

Επιχειρώντας μια πρώτη ανάλυση των λόγων που έδωσαν τη νίκη στους Σουηδούς

σοσιαλιστές, το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο. Η προεκλογική ατζέντα εστιάστηκε

στις ποικίλες πτυχές του κοινωνικού κράτους, αναδεικνύοντας με τρόπο διακριτό

και εύληπτο για τον κάθε Σουηδό πολίτη τις υπαρκτές διαφορές ανάμεσα στην

Κεντροδεξιά και την Κεντροαριστερά.

Οι κατακτήσεις του κράτους πρόνοιας, το περίφημο σουηδικό μοντέλο, παρέμεινε

για τους Σουηδούς σοσιαλιστές πολιτική προτεραιότητα που καθόρισε τις

προεκλογικές τους δεσμεύσεις σε ό,τι αφορά τη μάχη για την ανάκαμψη και την

ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

Αλλά και στη Γερμανία οι θέσεις του καγκελάριου Σρέντερ σε ό,τι αφορά τον

πόλεμο στο Ιράκ, που φαίνεται ότι καθόρισαν το εκλογικό αποτέλεσμα, έκαναν και

πάλι επίκαιρες τις αξίες της ειρήνης, της αλληλεγγύης, αλλά και της «εθνικής»

εξωτερικής πολιτικής, που παραδοσιακά ταυτίζονται με την Κεντροαριστερά.

Και βέβαια δεν ήταν μόνο αυτά. Ήταν και οι θέσεις των σοσιαλιστών για τις

εργασιακές σχέσεις, αλλά και οι προτεινόμενες λύσεις για την έξοδο από την

ύφεση και την αντιμετώπιση της ανεργίας, που το πόρισμα της επιτροπής Χαρτς

περιελάμβανε, συσπειρώνοντας τα συνδικάτα και τους εργαζομένους. Ήταν, επίσης,

η επιτυχία των Πρασίνων που κατόρθωσαν, χάρη στον χαρισματικό ηγέτη τους αλλά

και τη σαφήνεια των θέσεών τους, να μην εξελιχθούν σε έναν θνησιγενή πολιτικό

σχηματισμό που αγωνίζεται για την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση, αλλά να

αυξήσουν τη δύναμή τους και να καταστούν με την πολιτική τους ισχύ ρυθμιστές

της συμμαχίας.

Η χώρα μας έχει κάθε λόγο να αντιμετωπίζει το αποτέλεσμα των γερμανικών

εκλογών με αισιοδοξία και ικανοποίηση, γιατί οι θέσεις του καγκελάριου Σρέντερ

για τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την ένταξη της Κύπρου συμπλέουν με

τα εθνικά μας συμφέροντα, καθώς και με την προοπτική της ευρωπαϊκής

ολοκλήρωσης.

Πέρα, όμως, από αυτήν την πτυχή η υποχώρηση της Δεξιάς στη Σουηδία και τη

Γερμανία είναι μια αφετηρία ελπίδας για το μοντέλο της κοινωνικής Ευρώπης, που

η Κεντροαριστερά οφείλει, σε δυσμενείς είναι αλήθεια συνθήκες, να προωθήσει.

Οι πολιτικές της Ευρώπης για την οικονομία, την ανεργία, την απασχόληση, τους

μετανάστες, το περιβάλλον αλλά και την κοινή εξωτερική πολιτική και την

ασφάλεια είναι ήδη και θα αποτελέσουν και στο μέλλον πεδία σύγκρουσης δύο

διαφορετικών αντιλήψεων, όπως ήδη είδαμε κατά τη διάρκεια της ισπανικής

προεδρίας.

Και είναι πολύ σημαντικό στη σύγκρουση αυτή να υπερισχύσουν εκείνες οι

ιδεολογικές και πολιτικές δυνάμεις που οδηγούν σε μια ανοιχτή πλουραλιστική

ευρωπαϊκή κοινωνία, χωρίς ξενοφοβικά σύνδρομα, με προτεραιότητα την ασφάλεια

και την κοινωνική δικαιοσύνη, με πολιτικές που θα τονώσουν την ανάπτυξη και

την ανταγωνιστικότητα, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την απασχόληση και την

κοινωνική ασφάλιση.

Οι πρόσφατες νίκες της Κεντροδεξιάς στην Ευρώπη δεν οφείλονται στην ιδεολογική

ή προγραμματική της υπεροχή. Υπήρξαν το αποτέλεσμα της απογοήτευσης που η

ανολοκλήρωτη και θολή εφαρμογή του προγραμματικού λόγου της Κεντροαριστεράς

προκάλεσε στους Ευρωπαίους πολίτες.

Για τον λόγο αυτόν είναι απαραίτητο οι πολιτικές που προωθούν τα

κεντροαριστερά κόμματα να έχουν ένα σαφές περιεχόμενο και να υπηρετούν

ξεκάθαρους στόχους.

Να προτάσσουν το πολιτικό ζητούμενο, που είναι η ανάπτυξη με κοινωνική συνοχή

και ασφάλεια, να στέλνουν στον πολίτη ένα ισχυρό μήνυμα και να του δίνουν

καθημερινά πειστικά επιχειρήματα για τον στόχο που υπηρετούν και τα απαραίτητα

για την υλοποίησή του μέτρα. Με αυτόν τον τρόπο η ιδεολογικοπολιτική υπεροχή

της Κεντροαριστεράς δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώνεται εκλογικά, διαψεύδοντας

με τον πιο πανηγυρικό τρόπο όλους εκείνους που μάταια θα περιμένουν την ήττα της.

Η Μιλένα Αποστολάκη είναι μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του ΠΑΣΟΚ.