Το Αφγανιστάν ­ όπως θα συνειδητοποιήσουν σύντομα οι στρατοί της Δύσης ­ δεν

είναι χώρα. Δεν μπορείς να «κατακτήσεις» ή να «ελέγξεις» το Αφγανιστάν διότι

δεν είναι ούτε κράτος ούτε έθνος.

Ούτε μπορούμε να κυριαρχήσουμε στο Αφγανιστάν με τα στερεότυπα που μηρυκάζουν

σήμερα οι δημοσιογράφοι μας. Εμείς μπορεί να θέλουμε μία κυβέρνηση «ευρείας

βάσης», οι Αφγανοί όμως την θέλουν; Εμείς μπορεί να θεωρούμε κάποιες πόλεις

«στρατηγικές», οι Αφγανοί όμως έχουν διαφορετική οπτική όσον αφορά τη γη τους.

Όσο για την περίφημη λόγια τζίργκα, σημαίνει απλώς «μεγάλη συνάντηση». Και,

επιπλέον, είναι μία φράση που χρησιμοποιείται αποκλειστικά από τους Παστούν:

εκπροσωπεί, λοιπόν, τους φυλετικούς κανόνες του 38% της αφγανικής κοινωνίας.

Το αληθινό πρόβλημα είναι ότι το Αφγανιστάν περιλαμβάνει μικρές, μόνο,

μειονότητες των εθνοτικών ομάδων που συνιστούν τον πληθυσμό του. Έτσι λοιπόν,

οι 7 εκατομμύρια Παστούν της χώρας «ωχριούν» μπροστά στους 12 εκατομμύρια

Παστούν του Πακιστάν. Οι 3,5 εκατομμύρια Τατζίκοι του Αφγανιστάν

«επισκιάζονται» από τους 6 εκατομμύρια Τατζίκους στο Τατζικιστάν. Το 1,3

εκατομμύριο των Ουζμπέκων είναι μόνο ένα κλάσμα των 23 εκατομμυρίων Ουζμπέκων

στο Ουζμπεκιστάν. Στο Αφγανιστάν υπάρχουν και 600.000 Τουρκμένοι ­ στο

Τουρκμενιστάν, όμως, υπάρχουν 3,52 εκατομμύρια. Γιατί θα έπρεπε λοιπόν να

θεωρούν πατρίδα τους το Αφγανιστάν οι Αφγανοί Παστούν και Τατζίκοι και

Ουζμπέκοι και Τουρκμένοι; «Πατρίδα» τους είναι το κομμάτι γης του Αφγανιστάν

στο οποίο ζουν.

Δεν είναι δύσκολο, βέβαια, να καταλάβει κανείς γιατί αρέσει σε εμάς τους

Δυτικούς η ιδέα μίας λόγια τζίργκα. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να

εποπτεύσουμε μιας μαζικής συνέλευσης Αφγανών φυλάρχων ­ ξεχνώντας ότι δεν

είναι καθόλου αντιπροσωπευτική διότι οι γυναίκες απαγορεύονται ­ ώστε να

δημιουργήσουμε μία κυβέρνηση συνεργασίας όπως αυτή που δημιούργησαν οι

Βρετανοί στη Βόρεια Ιρλανδία.

Μόνο που δεν είναι έτσι. Η λόγια τζίργκα εντάχθηκε στην αφγανική παράδοση το

1747, όταν ο Αχμέντ Αμπντάλι πήρε 4.000 στρατιώτες στο Κανταχάρ ­ που ήταν

τότε μόνο δύο μικρές πόλεις ­ και συνάσπισε τους ηγέτες των οκτώ μεγαλύτερων

φυλών Παστούν. Επέλεξαν για βασιλιά τους τον Αχμέντ Ντουράνι. Έκτοτε, όμως,

παρά την προσθήκη Τατζίκων, Ουζμπέκων και Χαζάρων, οι Παστούν κυβερνούσαν

διαρκώς το Αφγανιστάν με εξαίρεση τρεις σύντομες περιόδους του 20ού αιώνα.

Εύκολα καταλαβαίνει κανείς τον λόγο. Οι Ουζμπέκοι δεν είχαν ποτέ λόγια

τζίργκα. Οι Τατζίκοι είναι μία αστική, μη φυλετική ομάδα. Πώς μπορούν να

αποκτήσουν ίσο ή ανάλογο βάρος σε μία τέτοια συνέλευση όταν δεν έχουν

φυλάρχους; Θα έχουν οι Τατζίκοι έναν αντιπρόσωπο έναντι των οκτώ ή και

περισσοτέρων αντιπροσώπων των Παστούν;

Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, και την ιστορία. Οι σιίτες μουσουλμάνοι Χαζάροι ­

που μπορεί να κατάγονται ή και να μην κατάγονται από τις ορδές του Τζένγκις

Χαν ­ υπέστησαν άγρια καταστολή στα χέρια των Παστούν υπό τον «Σιδηρό Εμίρη»,

τον Βασιλιά Αμπντούρ Ραχμάν, το 1880. Ο Αμπντούρ Ραχμάν, θα έπρεπε να

προσθέσουμε, καταπίεσε και τον ίδιο τον λαό του, τους Παστούν. Είχε προσκληθεί

να κυβερνήσει το Αφγανιστάν από ­ το μαντέψατε; ­ τη βρετανική κυβέρνηση.