Τα τελευταία είκοσι χρόνια το κοινωνικό συμβόλαιο διαλύθηκε. Δεν οφείλεται όμως στην άνοδο των «δεξιών» δυνάμεων. Το αντίστροφο μάλιστα: Η άνοδος των δεξιών δυνάμεων είναι το σύμπτωμα. Απορρέει από τη δυσκολία της σύγχρονης δημοκρατίας να διατηρήσει τις κοινωνικές παροχές.

Και γιατί δεν μπορεί να τις διατηρήσει; Γιατί από τη δεκαετία του 1980 και μετά ο καπιταλισμός άλλαξε μορφή. Μπήκε στον στρόβιλο της παγκοσμιοποίησης. Από τη στιγμή που παράγονται τα ίδια προϊόντα με τα δικά μας και στην Ασία στο εν δέκατο του κόστους, το δικό μας σύστημα δεν άντεξε και έσπασε. (Η Ασία ακόμη να υιοθετήσει ένα αντίστοιχο κοινωνικό συμβόλαιο με τους πολίτες της). Ετσι ο καπιταλισμός βρήκε τρόπο να ξεφύγει από τις ρυθμίσεις και κανόνες της μεταπολεμικής Ευρώπης, και να στήσει νέο μαγαζί. Η παραδοσιακή αναδιανομή του πλούτου χρειάζεται και τον πλούτο που θα μοιραστεί! Εν ολίγοις, το σοσιαλδημοκρατικό σύστημα έχει απέναντί του έναν στυγνό καπιταλισμό – παγκόσμιας έκτασης. Τούτο ακυρώνει το δικό του «συμβόλαιο».

Ωραία λοιπόν η ανάλυση. Τι μέλλει γενέσθαι; Για να ανακάμψει η προοδευτική παράταξη, πρέπει να βρει τον τρόπο να επαναφέρει το κράτος πρόνοιας – για τα μεσαία και χαμηλότερα στρώματα. Ακριβώς εκείνα που έλκονται από τις σειρήνες του λαϊκισμού και του φασισμού.

Υπάρχουν παραδείγματα επιτυχούς προσαρμογής, που δύσκολα όμως αντιγράφονται. Βλέπουμε ότι πολλές χώρες κουτσούρεψαν το κοινωνικό συμβόλαιο χωρίς να το διακόψουν εντελώς. Οι βόρειες χώρες προσαρμόστηκαν στον αδυσώπητο ανταγωνισμό της Ασίας, εγκατέλειψαν βιομηχανίες ολόκληρες (υφαντουργία, σίδηρο, αυτοκίνητα κ.λπ.) αλλά γρήγορα υιοθέτησαν νέες μορφές οικονομικής ανάπτυξης: σημειώνουμε μόνο ότι το Λονδίνο εδραιώθηκε ως κέντρο του μεγάλου κεφαλαίου, ενώ η Αμερική βρήκε υπεροχή στις νέες ιδέες: στα τέλη του 1980 βλέπουμε να εμφανίζεται το πρώτο παγκόσμιο τηλεοπτικό κανάλι (CNN), να ιδρύονται η Microsoft και η Αpple και να γίνεται ολόκληρη η Αμερική ένα μεγάλο start-up.

Για την Ελλάδα ο δρόμος είναι να βρει τον δικό της τρόπο να συμμετάσχει στην τεράστια «παραγωγή» πλούτου των άλλων δυτικών κοινωνιών – ώστε να έχει το απαραίτητο πλεόνασμα να στηρίξει τις σοβαρές κοινωνικές ανάγκες των πολιτών της. Τούτο σημαίνει μια ευέλικτη, επιθετική και έξυπνη πολιτική με λίγες κατευθύνσεις. Ενδεικτικά και μόνο θα μπορούσαμε να δούμε πώς προστατεύουν το κοινωνικό κράτος οι χώρες που χρησιμοποιούν τα κοινωνικά τους ταμεία πιο «καπιταλιστικά». Πώς είναι δυνατόν τα συνταξιοδοτικά ταμεία του Καναδά και της Νορβηγίας να κερδίζουν 10% τον χρόνο, ενώ τα δικά μας με το ζόρι τα βγάζουν πέρα; Πώς είναι δυνατόν να βλέπουμε το Ισραήλ να θωρακίζει το δικό του κοινωνικό κράτος με έσοδα από εφευρέσεις και πατέντες; Πώς είναι δυνατόν η μικρή Εσθονία (1,5 εκατ. πληθυσμό) να γίνεται το νέο κέντρο ψηφιακών επιχειρήσεων και να εισπράττει τέλη εγκατάστασης μέρα-νύχτα;

Η λύση για να ξανακτίσουμε το κοινωνικό μας κράτος υπάρχει. Πρώτα όμως πρέπει να δεχθούμε ότι ζούμε στον καπιταλισμό. Κατόπιν τούτου να εκμεταλλευτούμε την «αγορά» έτσι ώστε να διατηρήσουμε τα προοδευτικά μας κεκτημένα. Αυτό από μόνο του θα επαναφέρει τους σοσιαλδημοκράτες στο προσκήνιο. Κατά κάποιον τρόπο, οι προοδευτικές κυβερνήσεις πρέπει να σκέφτονται σαν καπιταλιστές όταν χειρίζονται τα αποθέματα της κοινωνίας, και σαν σοσιαλιστές όταν τα ξοδεύουν.

Το μεταναστευτικό ζήτημα. Η πτώση της σοσιαλδημοκρατίας όμως δεν έχει μόνο τη στυγνή οικονομική πλευρά και την ακύρωση του κοινωνικού συμβολαίου. Είναι και το ζήτημα που έχει οικειοποιηθεί ο λαϊκισμός και η Δεξιά στην Ευρώπη: το θέμα των μεταναστών.

Πρώτα πρώτα, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι ηθικές μας προτροπές, ότι όλοι είμαστε ίσοι κ.λπ., ακούγονται ως διδάγματα αφ’ υψηλού στον πολίτη της Μυτιλήνης και της Στοκχόλμης. Εμπεριέχουν ένα είδος αριστερού σνομπισμού. Αν δεν δεχθούμε το γεγονός ότι για ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού το διαφορετικό φοβίζει, ότι η εισροή τόσων «ξένων» δημιουργεί τεράστια ανασφάλεια, τότε εθελοτυφλούμε. Μπορεί να μη μας αρέσει, αλλά έτσι είναι.

Ο προοδευτικός ψηφοφόρος δεν μπορεί να δεχθεί τόσο εύκολα μια νέα συνοικία «ξένων» στη γειτονιά του. Από τη στιγμή που δεχθούμε ότι υπάρχει αυτός ο φόβος, πρέπει να πάψουμε να στιγματίζουμε ως ρατσιστή όποιον βλέπει μπούρκα και κάνει τον σταυρό του. Ελεος με την αφ’ υψηλού αριστερο-ηθικο-διδακτική τοποθέτηση. Η ανικανότητα να ανταποκριθεί στις βάσιμες ανασφάλειες των πολιτών της είναι ο λόγος που ανέβηκε στην προοδευτική Σουηδία το δεξιό κόμμα στις πρόσφατες εκλογές – και φυσικά το ίδιο ισχύει σε όλη την Ευρώπη.

Σήμερα η Δεξιά κτίζει την άνοδό της πάνω σε μια λέξη: «μετανάστης». Αυτό πρέπει να το πάρουμε πίσω. Ας θυμηθούμε ότι ο Ανδρέας κατάφερε να οικειοποιηθεί τη λέξη «πατριώτης» ώστε να μην είναι προνόμιο της μιας και μόνο παράταξης. Η έννοια του «πατριώτη» να ισχύει για τον δεξιό και τον αριστερό.

Για να κερδίσουμε και σε αυτόν τον τομέα, πρέπει όχι μόνο να σεβαστούμε τις αντιδράσεις των πολιτών μας ως ανθρώπινες αλλά και να τους το πούμε! Να δείξουμε ότι βάζουμε σε πρώτη μοίρα την προστασία των κεκτημένων των πολιτών μας, ότι οι μετανάστες δεν μπορούν να «κλέψουν» τούτα τα παραδοσιακά προνόμια από τους πολίτες. Μόνο έτσι θα πάρουμε πίσω το χαμένο έδαφος και θα ανακόψουμε την άνοδο των ακροδεξιών παρατάξεων.

Ο Νίκος Παπανδρέου είναι οικονομολόγος και συγγραφέας