Πριν από μερικά χρόνια ο Αδωνις Γεωργιάδης είχε αφηγηθεί στον Βήμα FM το ακόλουθο περιστατικό. Βρισκόταν στο Ναύπλιο, σε μια υπαίθρια έκθεση βιβλίου. Είχε απλώσει στους πάγκους όλη την πραμάτεια του –κυρίως μεταφράσεις από την αρχαία ελληνική γραμματεία. Ενα νεαρό ζευγάρι πλησίασε και άρχισε να περιεργάζεται τους τίτλους. Ο άνδρας κοντοστάθηκε μπροστά από τους «Βίους Παράλληλους» του Πλούταρχου. Στράφηκε ενθουσιασμένος και είπε στη σύντροφό του: «Αλα της. Και βιβλίο ο Γιαννάκης».

Εκτός από μια ακόμη επικύρωση της δημοφιλίας του νεοέλληνα τροβαδούρου από τα Μαυρόγεια της Βοιωτίας και της άρρηκτης συνέχειας μεταξύ του αρχαίου και του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, το περιστατικό μας δίνει την ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε τον άλλο Πλούταρχο (45-120 μ.Χ.), το πνευματικό τέκνο από τη Χαιρώνεια, πάλι της Βοιωτίας, επιφανή ρωμαίο πολίτη, πολυταξιδεμένο και πολυγραφότατο, που θα δάνειζε αιώνες αργότερα στον τροβαδούρο το όνομά του ως καλλιτεχνικό ψευδώνυμο.

Υπολογίζεται ότι από το ογκωδέστατο έργο του Πλούταρχου έχει διασωθεί σχεδόν το μισό, τουτέστιν περισσότερες από χίλιες σελίδες. Ως κορωνίδα της δημιουργίας του θεωρούνται οι «Βίοι Παράλληλοι», πενήντα ιστορικές βιογραφίες διάσημων ανδρών της αρχαιότητας, συνήθως –αν και όχι πάντα –ανά ζεύγη. Ενός Ελληνα κι ενός Ρωμαίου. Του Θησέα και του Ρωμύλου, του Δημοσθένη και του Κικέρωνα, του Αλέξανδρου και του Καίσαρα κ.ο.κ. Ο Πλούταρχος, δίχως να αποσιωπά τις διαφορές, επιχειρεί να εστιάσει στις ομοιότητες. «Η Ιστορία μοιάζει κατά τη γνώμη μου», σχολιάζει στο προοίμιο του βίου του Τιμολέοντος, «με έναν πιστό καθρέφτη».

Ο πειρασμός να βάλουμε χέρι στη συνταγή του είναι μεγάλος. Μπορεί να μη φαίνεται πάντοτε με την πρώτη ματιά, αλλά η πιο προσεκτική μελέτη μάς οδηγεί συχνά στην ανακάλυψη αόρατων νημάτων, αναγκαίων μίτων για να εξηγήσουμε τα ανεξήγητα. Πολλά δημόσια πρόσωπα, όχι απαραίτητα πρωτοκλασάτα, ακολουθούν το ίδιο μονοπάτι, μολονότι ενίοτε προς την αντίθετη κατεύθυνση. Κάποιοι κατευθύνονται από τα αριστερά προς τα δεξιά, κάποιοι από τα δεξιά προς τα αριστερά και, αναπόφευκτα, κάποια στιγμή διασταυρώνονται. Εάν τα κίνητρά τους είναι αμιγώς ανιδιοτελή, μπορούμε να μιλάμε για το σταυροδρόμι των ιδεολόγων. Εάν νοθεύονται και από πιο ποταπές επιδιώξεις, για το σταυροδρόμι των καιροσκόπων.

Χαρακτηριστική εν προκειμένω είναι η περίπτωση του Γεωργίου Γεωργαλά (1928-2016). Ελληνας Αιγυπτιώτης –με τις καραμπόλες της Ιστορίας να αναδεικνύουν το Κάιρο τόσο σε λίκνο του όσο και σε κατοπινό καταφύγιό του. Κομμουνιστής από τα δεκαπέντε του, φοιτητής έπειτα της Νομικής στην Αθήνα, παρασύρεται στη δίνη του εμφύλιου πολέμου και καταφεύγει ως πολιτικός πρόσφυγας στην Ουγγαρία. Εκεί θα προκόψει. Δάσκαλος και διευθυντής σε ελληνικό σχολείο προσφυγόπουλων, απόφοιτος σχολής πολιτικών στελεχών της κομμουνιστικής κυβέρνησης, εκφωνητής της ελληνικής εκπομπής στο κρατικό ραδιόφωνο της Βουδαπέστης, ανταποκριτής του Ουγγρικού Πρακτορείου Ειδήσεων στη Μέση Ανατολή. Με την τελευταία ιδιότητα θα τον πετύχουν τον Οκτώβριο του 1956 στην Αίγυπτο η ουγγρική εξέγερση και η αιματηρή καταστολή της. Θα καταφύγει στην αμερικανική πρεσβεία και θα ζητήσει πολιτικό άσυλο.

Ενας αναγεννημένος Γεωργαλάς θα επιστρέψει στην Ελλάδα. Στη θέση του φανατικού κομμουνιστή, ο φανατικός σοβιετολόγος. Θα διαπρέψει προδικτατορικά και στον νέο του ρόλο, ως ειδικός συνεργάτης των ενόπλων μας δυνάμεων γύρω από τον ψυχολογικό πόλεμο και την ιδεολογική προπαγάνδα, αλλά το καμπανάκι του οπορτουνισμού θα σημάνει αληθινά για πάρτη του μονάχα με το πραξικόπημα του 1967. Εν μία νυκτί ο σοβιετολόγος της σειράς θα μεταμορφωθεί στον θεωρητικό εγκέφαλο της 21ης Απριλίου, έναν Γιόζεφ Γκέμπελς ή έναν Αντρέι Ζντάνοφ, αναλόγως με ποιο ιδεολογικό προφίλ από το δίπορτο παρελθόν του κάνεις πιο πολύ κέφι. Ως μαθητής του δημοτικού τον θυμάμαι να μονολογεί στους «Νέους Ορίζοντες», το προσωπικό του μετερίζι στη χουντική τηλεόραση. Ποιος να μου έλεγε τότε ότι έβλεπα στο γυαλί τον εκφωνητή της Βουδαπέστης…

Μεταπολιτευτικά ο Γεωργαλάς πέρασε στο ακροδεξιό περιθώριο. Εξακολουθούσε να έχει το πιστό του ακροατήριο, αλλά ένα ακροατήριο πλέον συρρικνωμένο, γραφικό, του πολιτικού τζερτζελέ μάλλον παρά της πολιτικής ουσίας. Ανάμεσα σε όσους κρατούσαν επαφή με τον δάσκαλο ήταν κι ένας ευτραφής νεαρός, ένας μπούλης, που προσπαθούσε να βρει τον βηματισμό του στον χώρο του δεξιού λαϊκισμού. «Ο Καμμένος; Δεν ήξερε ούτε να γράφει ούτε να μιλάει» δηλώνει περιφρονητικά η Φούλη, η χήρα του Γεωργαλά, στον Γιώργο Ευθυμίου για την κυριακάτικη «Ελευθερία του Τύπου». Ωστόσο, η εμφανής ανεπάρκεια του μπούλη δεν ψαλιδίζει τις πολιτικές του φιλοδοξίες. Θέλει έναν ghostwriter (συγγραφέα-φάντασμα) για ένα βιβλίο που θα φέρει τη δική του υπογραφή, έναν λίβελο για την εγχώρια τρομοκρατία, όπου θα αποδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας ο δεσμός τρομοκρατών και Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος. Θέλει κι έναν έμπειρο λογογράφο για τις προεκλογικές του ομιλίες. Θέλει τον Γεωργαλά για αμφότερα. Επ’ αμοιβή, εξυπακούεται.

Η συνεργασία του Γεώργιου Γεωργαλά με τον Πάνο Καμμένο θα πάει όσο άσχημα μπορεί να πάει μια συνεργασία ανάμεσα σε έναν πληρωμένο κονδυλοφόρο κι έναν αδίστακτο κακοπληρωτή. Εξώδικα ο πρώτος, σθεναρή άρνηση ο δεύτερος: όχι μόνο δεν συνεργάστηκε ποτέ με τον Γεωργαλά, αλλά ο τελευταίος δεν πέρασε ούτε καν έξω από την πόρτα του γραφείου του. Οι αδιάψευστες μαρτυρίες περί του αντιθέτου δεν ενοχλούν τον Καμμένο. Τίποτε δεν ενοχλεί τον Καμμένο από τη στιγμή που αποφασίζει να μην ενοχληθεί. Γιατί όχι, άλλωστε; Με αυτή την τακτική η καριέρα του πήρε την ανηφόρα. Οταν η προσωρινή πολιτική του στέγη, η Νέα Δημοκρατία, έστρεψε τα νώτα της στον λαϊκισμό, ο Καμμένος προτίμησε να στρέψει τα δικά του νώτα στη Νέα Δημοκρατία. Ποτέ ο λαϊκισμός στην Ελλάδα δεν ήταν το λάθος άλογο.

Με την Παναγία «βοηθό και προστάτη», σύμφωνα με δική του δήλωση, ίδρυσε ένα κόμμα όπου βρήκαν στοργή και παρηγοριά όλοι οι ακροδεξιοί συνωμοσιολάγνοι της επικράτειας συν μερικούς καραμπινάτους εβραιοφάγους και κάποιους ομοφοβικούς για τα πανηγύρια. Υστερα από μια θνησιγενή άγρια επέλαση με τριάντα τρεις βουλευτές, τον Μάιο του 2012, το εκλογικό του ποσοστό καθηλώθηκε λίγο πάνω από το 3% –αλλά και τότε ακόμη, ένας φύλακας – άγγελος του υποσχέθηκε πως, όσον καιρό δεν πέφτει κάτω από το 3%, δεν θα πρέπει να ανησυχεί, χώρια που, και κάτω από 3% να πέσει, θα στείλει εν εσχάτη ανάγκη έναν φουσκωτό να διασώσει τον ίδιον και να τον παρκάρει επικεφαλής στο δικό του ψηφοδέλτιο επικρατείας. Το γεγονός ότι αυτός ο φύλακας – άγγελος εμφορείται από συγγενή ιδεώδη με τους αλήστου μνήμης συντρόφους του Γεωργαλά στη Βουδαπέστη είναι και ο λόγος που ακούνε κακαριστά γέλια, απόκοσμα, όσοι τύχει να περνούν καμιά φορά νυχτιάτικα από το σταυροδρόμι των καιροσκόπων.