Κάθε φορά που ξεσπάει ένα δημόσιο σκάνδαλο η κοινή γνώμη χωρίζεται σε δυο κατηγορίες: σε εκείνους που πέφτουν απ’ τα σύννεφα –δεν το χωρά ο νους τους ότι συνέβη κάτι τέτοιο –«πώς γίνεται», αναρωτιούνται, «η ανθρώπινη πονηρία, κακία, απληστία να θεριέψει τόσο;». Και στους άλλους οι οποίοι χαμογελούν με νόημα γνωρίζοντας ότι δεν αχνοφάνηκε παρά η κορυφή του παγόβουνου. Πως η πραγματικότητα είναι απείρως πιό ερεβώδης –και περίπλοκη –από όσα συζητιούνται και ξορκίζονται στα ΜΜΕ.

Οταν, προχθές, αποκαλύφθηκε ότι εκατόν έξι εργασίες που υποβλήθηκαν στο μάθημα Δυναμικά Μαθηματικά Υποδείγματα στη σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων της Πάτρας ήταν πανομοιότυπες, τουτέστιν αγορασμένες, όσοι διατηρούν με το ελληνικό πανεπιστήμιο σχέση στενότερη από το να περνάνε απ’ έξω κατευθυνόμενοι προς το μετρό είχαν πολλά να πουν στις παρέες τους.

Μπορούσαν να μιλήσουν για κομματικές νεολαίες που πλευρίζουν τους πρωτοετείς και τους προσφέρουν, εφόσον γίνουν μέλη τους, τρία κύρια μαθήματα περασμένα δίχως κανέναν απολύτως κόπο συν –μπόνους –δύο επιλογής. Για μέλη του διοικητικού προσωπικού τα οποία δρουν ως βαποράκια –«τριακόσια ευρώ φτάνουν;» προσεγγίζουν τον βαθμολογητή «δείξε λίγη επιείκια στον φουκαρά τον ανιψιό μου…». Για συνδικαλιστές των αμφιθεάτρων όπου κυριολεκτικώς εμπορεύονται εκδουλεύσεις και για καθηγητές οι οποίοι κάνουν διαρκώς χατίρια επενδύοντας στο πολιτικό τους μέλλον είτε απλώς φοβούμενοι μην τους στοχοποιήσει το φοιτητικό κίνημα…

«Εδώ γράφονται κατά παραγγελίαν διδακτορικά! Δεν με πιστεύεις; Ανοιξε μια εφημερίδα αγγελιών, υπάρχει σχετική κατηγορία. Τηρούνται φυσικά κάποια ελάχιστα προσχήματα, «συντάσσονται και δακτυλογραφούνται» λέει «εργασίες» κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε… Ενας καθηγητής πρόσφατα εξανέστη, «ούτε γραμμή της διατριβή σας δεν έχει εκπονηθεί από εσάς!» προσέβαλε ευθέως τον επίδοξο διδακτορα. «Αποδείξτε το!» του απάντησε εκείνος, δίχως να ιδρώσει το αυτί του…»

«Πόσο γενικευμένο είναι το φαινόμενο;» ρώτησα. «Τι ποσοστό του πανεπιστημιακού πληθυσμού αφορά;». «Θα φόραγες εσύ», έλαβα εύστοχη απάντηση, «ένα πουκάμισο που έχει έναν μικρό έστω λεκέ από σκατά;».

«Ποιοι χρηματοδοτούν αυτήν την παράγκα;». «Οι γονείς βέβαια! Πληρώνουν –από τον ιδρώτα, συνήθως, του προσώπου τους –ό,τι τούς ζητηθεί ώστε να αποκτηθεί το πολυπόθητο πτυχίο μιαν ώρα αρχύτερα. Μην απορείς. Είναι οι ίδιοι γονείς που στο πρώτο έτος δεν ντρέπονται να πάνε στη σχολή με σκοπό να ενημερωθούν για τις επιδόσεις του σπλάχνου τους. «Το παιδί σας μεγάλωσε, ενηλικιώθηκε! –δεν βρίσκεται πλέον στο σχολείο για να ρωτάτε εσείς για τους βαθμούς» αποπειράται να τους συνεφέρει ο διδάσκων. «Εμείς το στηρίζουμε!» τού απαντούν. «Εχουμε δικαίωμα να ξέρουμε αν τα έχει φορτώσει στον κόκορα.»

«Και δεν καταλαβαίνουν» επέμενε ο νους μου να μην το χωρά» πως ένα τέτοιο, λαδωμένο, πτυχίο ελάχιστο αντίκρυσμα θα έχει στην αγορά εργασίας; Οτι ακόμα και να προσληφθεί κανείς βάσει τυπικών προσόντων, θα απολυθεί ελλείψει ουσιαστικών;». «Πού ζεις καλέ μου; Δεν έχεις ακούσει για τη μονιμότητα στο Δημόσιο; Απαξ, όπως, και να τρουπώσεις, τρούπωσες! Και στον ιδιωτικό –τρομάρα του –τομέα υπάρχουν λαμπρά παραδείγματα ντενεκέδων που, μοστράροντας πέτσινες διακρίσεις, διαπρέπουν… Σαν εκείνον τον «δόκτορα» του ασφαλιστικού δικαίου, διαπρεπή απόφοιτο αραχνιασμένου πανεπιστημίου σε πρώην σοβιετική δημοκρατία, που έπαιρνε σβάρνα τα κανάλια για να φέρνει πελατάκια στο γραφείο του. Τη δικηγορική εργασία την διεκπεραίωναν –εννοείται –οι βοηθοί του. Ο ίδιος δεν σκάμπαζε. Είχε όμως τα κονέ…».

«Το ψάρι τελικά βρωμάει απ’ το κεφάλι;». «Το ψάρι βρωμάει σύγκορμο. Το νοσηρότερο φαινόμενο της Μεταπολίτευσης είναι ότι η διαφθορά διαχύθηκε στο σώμα της κοινωνίας, κυρίευσε το μεγαλύτερο κομμάτι της. Μυριάδες Ελληνες συμμετείχαν και ακόμη συμμετέχουν –ενεργητικά ή παθητικά –στο κακό, πιστεύοντας ακράδαντα στην αθωότητά τους. Οντας εν πλήρη συγχύσει αθώοι… Αυτό όμως είναι θέμα διδακτορικού. Ελπίζω όχι κλεμμένου…».