Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να απαντήσει κανείς στη βαρβαρότητα των τζιχαντιστών. Ο τρόπος που επέλεξε ο Μισέλ Χαζαναβίσιους, σκηνοθέτης του οσκαρικού «The Artist», είναι το ελευθεριακό χιούμορ. Και γι’ αυτό είναι απολαυστικός. «Εμείς εδώ στη Γαλλία αγαπάμε τη ζωή και όλες τις χαρές της» έγραψε. «Για εμάς η ιδέα του να γεννηθείς και να πεθάνεις όσο πιο αργά γίνεται σχετίζεται κυρίως με το σεξ, το γέλιο, το φαγητό, το παιχνίδι, το σεξ, το ποτό, τα βιβλία (…) αλλά πάνω απ’ όλα το σεξ και καμιά φορά και το τράβηγμα μιας απολαυστικής μαλακίας». Η συνέχεια είναι ένας πορνό ύμνος στην ελευθερία με την ουσία του οποίου είναι αδύνατον να διαφωνήσει οποιοσδήποτε.

Ο τρόπος που επέλεξε να απαντήσει η γαλλική κυβέρνηση είναι ο πόλεμος. Και εδώ οι ενστάσεις είναι πολλές και ουσιαστικές. Η πιο κωμικοτραγική από αυτές, και επομένως η πιο κοντινή στο πνεύμα του γάλλου δημιουργού αν και δεν το επιδιώκει, προέρχεται από τους ρέκτες ενός αντιδυτικισμού που υποδύεται τον πασιφισμό. Και λέει ότι όπως παλαιότερα δεν είχε καμία σημασία εάν ο Μιλόσεβιτς έσφαζε μαζικά τους Βόσνιους, έτσι και σήμερα είναι αδιάφορο εάν οι τζιχαντιστές θερίζουν με τα Καλάσνικοφ ανθρώπους στο Παρίσι ή καρφώνουν κεφάλια σε πασσάλους στη Ράκα. Η Δύση δεν δικαιούται να επέμβει επειδή έχει ιμπεριαλιστικό παρελθόν και είναι ένοχη, και γενικά ο πόλεμος είναι κακό πράγμα –για να μη μιλήσουμε για τον καπιταλισμό.

Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που δικαιολογούσαν τη βία στην Ελλάδα και ηδονίζονταν σχεδόν αυνανιστικά με τις καταστροφές περίπου όσο διονυσιακά ηδονίζεται ο Χαζαναβίσιους με την αιδοιολειξία. Που δεν σου επιτρέπουν να λυπηθείς για το Παρίσι εάν προηγουμένως δεν έχεις πενθήσει για τη Βηρυτό. Που στον ρωσικό πόλεμο στην Κριμαία η φωνή τους ακούστηκε λιγότερο και από τη φωνή της Μπερενίς Μπεζό στο «Artist», μια βωβή ταινία. Και που –κυρίως –αναλύουν τη σημερινή πραγματικότητα με σκόρπια τσιτάτα από τις ιερές τους αγελάδες. Δηλαδή, με ό,τι έμαθαν στα καφενεία.