Είναι άλλο η τέλεση ποινικών πράξεων από πολιτικά πρόσωπα. Και άλλο, τελείως, η ποινικοποίηση της πολιτικής. Στην πρώτη περίπτωση, ο μόνος δρόμος είναι η Δικαιοσύνη. Στη δεύτερη περίπτωση, οι δικαστές καλούνται στην ουσία να λύσουν πολιτικές διαφορές.

Η διάκριση ισχύει τώρα περισσότερο παρά ποτέ, καθώς ορισμένοι επιχειρούν να προκαλέσουν μια Δίκη της Δραχμής. Οπως αποδείχθηκε στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής, η νομική τεχνογνωσία μπορεί να βρει τον τρόπο ώστε μια υπόθεση να καταλήξει ενώπιον της Δικαιοσύνης, ιδίως αν το ευνοεί η περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Αν όμως η δίωξη είναι εφικτή, δεν συμβαίνει το ίδιο με την καταδίκη. Στην περίπτωση αυτή, οι αθωωθέντες διωκόμενοι εξέρχονται από την όλη διαδικασία ήρωες και ισχυροποιημένοι.

Είναι απολύτως εύλογο να υπάρχει οργή για πολλές κυβερνητικές πράξεις και παραλείψεις του τελευταίου πενταμήνου, αλλά και για την αβάσταχτη ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίσθηκε ο κίνδυνος του Grexit. Οπως και για τη χρεοκοπία, τα capital controls ή την ταπείνωση της χώρας. Αν ο Γιάνης Βαρουφάκης είναι τέλειος στον ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου, αυτό δεν σημαίνει ότι η κάθαρση θα επέλθει στα ποινικά δικαστήρια. Ηδη κορυφαίοι ποινικολόγοι έχουν εκφράσει επιφυλάξεις.

Ο πραγματικός κίνδυνος είναι άλλος. Στη χώρα όπου το Οχι πήρε 60% και το δραχμικό κίνημα κερδίζει έδαφος, ο Βαρουφάκης θα βάλει ένα σκούρο πουκάμισο και θα εμφανιστεί στο δικαστήριο ως εξιλαστήριο θύμα εγχώριων και ξένων συστημάτων. Δεν είναι βέβαιο ότι ο λόγος του δεν θα βρει απήχηση στις απελπισμένες μάζες, ιδίως αν το κατηγορητήριο γίνει λάστιχο. Ουδείς θέλει να φανταστεί τι θα γίνει μετά, αν η υπόθεση εξελιχθεί σε μια ελληνική δίκη Ντρέιφους.

Η δραχμή πρέπει να αντιμετωπιστεί πολιτικά από αυτούς που άνοιξαν το κουτί της Πανδώρας. Δηλαδή από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ που μπορεί πειστικά να επιχειρηματολογήσει για την ανάγκη παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη και να εξηγήσει γιατί επελέγη, έστω και την τελευταία στιγμή, η συμφωνία αντί του νομισματικού χάους. Υψηλόφωνα και όχι με μισόλογα.