Εκείνο το «ουάου!» –κράμα νεοελληνικής μαγκιάς και αμερικανικής ελαφράδας -, το οποίο λέγεται ότι είχε πετάξει σαν τσιχλόφουσκα ο Γιάνης Βαρουφάκης στα μούτρα του επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ, ήχησε σαν τις σάλπιγγες της Ιεριχούς που θα έριχναν τα τείχη της υποταγής και θα άνοιγαν τον δρόμο της εθνικής περηφάνιας. Το βρώμικο Υπερεγώ (για να μην παρεξηγούμαι, το «βρώμικο» είναι επιστημονικός όρος) πήρε εντός μας τη μορφή του τέως υπουργού Οικονομικών και ποδοπάτησε σαν κατσαρίδα το ιδανικό Εγώ. Συγχρόνως όμως άρχισε να γράφεται και το χρονικό μιας προαναγγελθείσας «παραίτησης».

Μέσα σε αυτούς τους πέντε μήνες ο κ. Βαρουφάκης εφάρμοσε τη Θεωρία Παιγνίων όχι μόνο στα οικονομικά αλλά και στην πολιτική και αστική ευπρέπεια. Που λέει ότι το να συμπεριφέρεσαι ανάλογα με το ανάστημά σου δεν είναι υποταγή αλλά σωφροσύνη. Και ότι ο καλύτερος τρόπος να εξαπατηθείς είναι να υποκρίνεσαι ότι είσαι εξυπνότερος από τους άλλους. Ετσι, συνδυάζοντας στη συμπεριφορά του τον Νικηταρά τον Τουρκοφάγο και τον Ροδόλφο Βαλεντίνο, επιβεβαίωσε τον Τολστόι που έλεγε ότι ο άνθρωπος μοιάζει με κλάσμα όπου ο αριθμητής είναι ο πραγματικός εαυτός του και ο παρονομαστής η ιδέα που έχει για τον εαυτό του. Και όσο μεγαλύτερος ο παρονομαστής, τόσο μικρότερη η αξία του κλάσματος, ενώ όσο αναπτύσσεται προς το άπειρον τόσο το κλάσμα τείνει προς το μηδέν. Στο διά ταύτα λοιπόν, αυτοδιαψευόμενος για άλλη μία φορά (είχε πει ότι θα υπέβαλλε την παραίτησή του αν επικρατούσε το Ναι) απέδειξε μια μεγάλη αλήθεια. Οτι από το «ουάου!» στο «ουαί» είναι μια διαπραγμάτευση δρόμος…