Διαχρονική επιβεβαίωση της πρώτης καταστροφικής ιδιοσυστασίας των Ελλήνων: Η «μήνις»! Ως καθόλου τυχαία ομηρική επισήμανση. Πρώτη λέξη, στον πρώτο επικό λόγο. Εμφυλιακή δηλαδή (και άνευ ορίων) οργή. Που υφέρπει ως καθαυτό εθνικός γονιδιακός δείκτης. Και που λειτουργεί ως αδυσώπητη δυναμική. Συνήθως στη χειρότερη ώρα. Οπως ακριβώς τώρα. Με το πολιτικό σύστημα να περιέρχεται σε κατάσταση έως και αποσυνθετικής (και δυνάμει ανεξέλεγκτης) δίνης. Οπου: Ο μεν πολιτικός λόγος αποβαίνει βάναυσος. Ενώ οι λογικές ρέπουν προς κατάρρευση. Απομειώνονται. Και οι διαθέσεις αποδομούν τις απομένουσες προοπτικές. Η στυγνή αποτύπωση του εθνικού (και δυστυχώς χρεοκοπικού) γίγνεσθαι.

Θα φαινόταν ασφαλώς φιλολογικός μηρυκασμός, εάν επεσημαίνετο και η (διά χειλέων Σωκράτους) εύγλωττη πλατωνική διαπίστωση της ίδιας ελληνικής παθογένειας. Οτι δηλαδή: «Ημείς αυτοί, ημάς αυτούς και ενικήσαμεν και ηττήθημεν». Που όχι απλώς ισχύει απόλυτα στα καθ’ ημάς σήμερα αλλά και αν ερμηνευθεί σωστά, διαβιβάζει ευκρινές σήμα κινδύνου και κραυγαλέο προειδοποιητικό μήνυμα για τα παράγωγά της. Καθώς: αυτά τα έωλα εθνικά σύνδρομα επιλιπαίνονται ασόφως κι εκδηλώνονται αστόχως σε ώρες εθνικών ολισθήσεων. Που εάν δεν ανασχεθούν: 1. Θ’ αποβούν δυνάμει μη αναστρέψιμες. Και 2. Θα επιταχύνουν την προβλεπτή τους τραγική κατάληξη. Αφού ήδη ως χώρα βρισκόμαστε σε προϊούσα φάση μείζονος ανθρωπιστικής κρίσεως.

Αν αυτά τα τόσο απλά δεν γίνονται κατανοητά, τότε ή μυωπάζουμε, ή τουλάχιστον εθελοτυφλούμε. Οτι δηλαδή, το τέλος τού έως και εμπαθούς εσωτερικού πολυθρυμματισμού, θα γραφεί εξάπαντος επί εθνικών ερειπίων! Είτε με τον έναν, είτε με τον άλλον τρόπο. Είτε σ’ αυτόν, είτε στον άλλο βαθμό. Αλλά πάντοτε με προδιαγραφές τραγωδίας. Που στην μεν καλύτερη περίπτωση απλώς θα είναι απλώς οδυνηρή. Στην δε χειρότερη (και απευκταία) μη αναστρέψιμη.

Εκείνο που δεν θέλουμε να καταλάβουμε είναι ότι: το θέμα δεν είναι να μην υπάρχουν διαφορές και αντιθέσεις. Αυτές κανέναν και ποτέ δεν έβλαψαν. Ούτε ν’ αποσοβηθούν οι αντιπαραθέσεις. Που συναπορρέουν από τη λειτουργική διαδικασία κάθε ζωντανού δημοκρατικού γίγνεσθαι.

Αντιθέτως. Το θέμα όμως είναι, α) να συνειδητοποιηθούν τα όρια των αντιμαχιών και οι ασφαλιστικές δικλείδες που τις διέπουν. Ως μέρος τη δημοκρατικής αντιλήψεως και της ωριμότητος που πρέπει να την επικυρώνει. Και β) να λειτουργούν αντανακλαστικά συνειδητού αυτοελέγχου και διαχειρίσεως πολιτικών συμπεριφορών. Προκειμένου να προαποτρέπονται διχαστικές εκτροπές. Να χαλιναγωγούνται πάθη. Και ν’ αποσοβούνται λάθη. Που σήμερα επικυριαρχούν και τραυματίζουν καίρια το πολιτικό σύστημα. Οπλίζοντας τον κομματικό σοβινισμό. Ανατάσσοντας ιδεοληψίες. Και παροπλίζοντας την ταυτότητα του κοινού οράματος. Που αποτελεί τελικά την αναγκαία υπέρβαση. Το επέκεινα δηλαδή των παραταξιακών ορίων, των ιδεολογικών πεποιθήσεων και των προσωποπαγών αντιλήψεων.

Χωρίς καθόλου (μα καθόλου) ξενοφοβικά σύνδρομα και κυρίως συνωμοσιολογικές αντιλήψεις: από τις (εκ των έσω) κατεδαφισμένες ακριβώς πύλες, παρεισδύουν οι ξένες παρεμβολές. Που υπαγορεύουν τάσεις. Και απαγορεύουν επιλογές! Καθώς (κατά Μένανδρον) «τα δάνεια, δούλους τους ελευθέρους ποιεί». Και δεν υπάρχουν βεβαίως δανειστές με φιλόπτωχες διαθέσεις. Ούτε με συναισθηματικά κίνητρα. Εάν μάλιστα οι οφειλέτες έχουν ανάγκην πρόσθετων δανεικών. Και αν επιπροσθέτως δεν συνειδητοποιούν την έως και δεινή θέση τους. Οπόταν και όσο αυτό επιδεινώνεται, τόσο οι τρίτοι (ως έχοντες λαμβάνειν) αποβαίνουν σκληρότεροι. Και κατά τεκμήριον, αδιστακτότεροι.

Εταίροι μεν. Αλλά οι εταιρικοί δεσμοί ανάγονται σε όρους συμφερόντων.

Και υποθεμελιώνονται όχι τόσο σε δούναι, όσο σε λαβείν.

Ο Ανθος Λυκαύγης είναι δημοσιογράφος – πολιτικός αναλυτής