Προσπαθώ να ξαναβρώ το xιούμορ μου, κάτι από καιρό χαμένο, και είμαι αποφασισμένος να τα καταφέρω. Αν είμαι τυχερός και δεν μου ξεφυτρώσει κάνας Λαφαζάνης, κάνας Στρατούλης στη μέση, να με ξενερώσει, θα το αναστήσω.

Γίνανε και πολλά αυτήν τη βδομάδα που σηκώνουν ένα χαμόγελο, έως και κρατημένο γέλιο θα ‘λεγα.

Δεν είναι μόνο το χαμπέρι για την υγεία των τραπεζών που μας ήλθε από την Εσπερία. (Υγεία πάντα. Αυτό έχει στον άνθρωπο αξία, όλα τ’ άλλα ένα τίποτα. Υγεία και μακροημέρευση οι χρυσές μου.) Είναι και όλη η περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Είναι το απαρτμάν στις Βρυξέλλες που έχει συμβόλαιο για πέντε χρόνια ο νυν Αμύνης κύριος Αβραμόπουλος, και με ρήτρα παρακαλώ, έτσι και το κόψει στη μέση για να ‘ρθει Αθήνα να ξανακυλήσει στην πολιτική πληρώνει οκτώ νοίκια παγκουί (παλιά ξεχασμένη λέξη που σήμαινε τοις «μετρητοίς»).

Πάει, το χάνουμε το παλικάρι, μας το ‘φαγε η ξενιτιά, η κακούργα.

«Κλέφτρα ξενιτιά τα παλικάρια κλέβεις

μάγισσα κακιά με τα λεφτά μαγεύεις

πάντα μ’ απονιά χωρίζεις μάνες

και παιδιά»

όπου μάνα η ΝΔ και παιδί ο κύριος (με όλη τη σημασία της λέξεως) Δημήτρης. Καλό ταξίδι, άρχοντά μου, αλλά να ξέρετε ότι…

«Το ψωμί της ξενιτιάς είναι πικρό

το νερό της θολό

………..

πιο καλά στο φτωχικό ψωμί κι ελιά

παρά χίλια καλά στην πικρή ξενιτιά».

Εμαθα δε από πολύ έμπιστη πηγή ότι οι Ενοπλες Δυνάμεις δεν αρκέσθηκαν στο λαϊκό άσμα αλλά προτίμησαν ένα τραγούδι πιο ποιοτικό. Μαζεύτηκαν στην αυλή του Πενταγώνου κι ενώ σύσσωμοι οι υπαξιωματικοί τραγουδούσαν το

«Τώρα που πας στην ξενιτιά

πουλί θα γίνω του νοτιά γρήγορα

να σ’ ανταμώσω»,

εκ παραλλήλου, εις αξιωματικός κράταγε το κόντρα τέμπο επαναλαμβάνοντας

«Ησουν κυπαρίσσι στην αυλή αγαπημένο»

και πάλι

«Ησουν στην αυλή αγαπημένο»

και με τον δείκτη του δεξιού του χεριού έδειχνε τη συγκεκριμένη αυλή.

Ενα άλλο βιντεοκλίπ που μου άνοιξε την καρδιά ήταν απ’ την Παρέλαση στο Χαλάνδρι. Εξοχο. Μεγάλες στιγμές. Ο κόκκινος δήμαρχος κύριος Ρούσσος έβαλε την μπάντα του δήμου να παιανίζει τον Υμνο του ΕΑΜ. Και η μπάντα καλώς έπραττε. Τα παιδιά που πήγαιναν με τις μπάντες παρελαύνοντας τα είδε;

Τα χάσανε τα έρημα. Δεν ήξεραν πού πατάγανε και πού βρισκόσαντε. Κάποια κορίτσια νόμιζαν ότι το «’πιασαν» το άσμα, κι άρχισαν να τραγουδάν απάνω στο ΕΑΜ ένα της Λέιντι Γκάγκα, κι ήρθε κι έγινε ένα ντεκαλάζ, ένα πρωθύστερο, να αλλάζουνε βηματισμό, να μπερδευτούνε τα δωδεκάποντα… Τα χάσαμ’ όλα.

Ευτυχώς ζήσαμε και μετά απ’ αυτό, για να δούμε στο ίδιο πλάνο Στουρνάρα με Τσίπρα α λα μπρατσέτα, με μια χαρά. Κάτι χαμόγελα. Μια αμιτσίτσια. Πού ήταν κρυμμένος αυτός ο έρωτας; Να ‘ναι καλά ο Λαφαζάνης που λούφαζε δίπλα σε μια γωνιά, κι ήρθα στα ίσα μου. Αλλιώς θα με χάναμε απόψε. Εκεί βέβαια δεν υπήρχε τραγούδι, γι’ αυτό θα κλείσω το πρόγραμμα με το ρεφρέν-αφιέρωμα στον ευσταλή κύριο Αβραμόπουλο.

«Κάνε Παναγιά η ξενιτιά να πάψει

κι άλλη μάνα πια για χωρισμό

μην κλάψει

κι όλα τα παιδιά στο σπίτι τους

να ‘ρθούν ξανά»

Μετά απ’ όλα αυτά, στην Αμφίπολη έβγαλε η γη μια γλώσσα χώμα, πήρε αυτά που βγάλαμε στο φως και τα κατάπιε πάλι όλα μέσα της.

Βαθιά.