Τον παλιό καιρό, τότε που δέναν’ τα σκυλιά με τα λουκάνικα (σύμφωνα με το γνωστό κλισέ της νοσταλγίας), οι Δευτέρες αργούσαν πολύ να τελειώσουν. Και αυτό γιατί, αργά τη νύχτα, στο Πρώτο Πρόγραμμα της κρατικής ραδιοφωνίας άρχιζε το Θέατρο της Δευτέρας. Σε παραγωγή της ραδιοφωνίας, με ραδιοσκηνοθεσία των κορυφαίων σκηνοθετών και με σπουδαίους ηθοποιούς, έχουν παιχτεί σπουδαίες ραδιοφωνικές παραστάσεις με έργα κάθε συγγραφέα που άξιζε τον κόπο –περισσότερα δράματα και λιγότερες κωμωδίες, αλλά περισσότερα είναι τα δράματα από τις κωμωδίες στο παγκόσμιο δραματολόγιο.

Το Θέατρο της Δευτέρας είχε σταματήσει πολλά χρόνια πριν κλείσει πραξικοπηματικά η ΕΡΤ, οι αντιλήψεις για την ψυχαγωγία είχαν αλλάξει προ πολλού και το τρας είχε κερδίσει μεγάλο μέρος των προτιμήσεων του κοινού. Ωστόσο προχθές, αργά τη νύχτα, αν έβλεπε κανείς τι συνέβη την ώρα που ο βουλευτής Μιχάλης Κασσής μιλούσε επί του νομοσχεδίου για τις λαϊκές αγορές και η ομιλία του αναμεταδιδόταν από το Κανάλι της Βουλής, δεν θα ήταν αυθαιρεσία να έλεγε ότι αυτή είναι μια σοβαρή πρόταση αναβίωσης του Θεάτρου της Δευτέρας.

Ηταν φτιαγμένο σαν ένα καλοδομημένο μονόπρακτο. Ο Μιχάλης Κασσής, «ο Τζαμτζής του ΠαΣοΚ», εν τη ρύμη του λόγου, είπε με ανοίκειο τρόπο στη βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ Ζωή Κωνσταντοπούλου κάτι για τα επιδόματα που έπαιρνε η δημοσιογράφος μητέρα της από το Ταμείο της. Εκείνη οργίστηκε. Και άρχισε να φωνάζει, ζητώντας –δεν κατάλαβα τι ακριβώς ζητούσε, σαν μια πρωτοποριακή σκηνοθεσία να παρενέβαλε έναν ενοχλητικό θόρυβο στο ηχητικό φόντο. Ο προεδρεύων της Βουλής Γιάννης Δριβελέγκας (που έχει αντικαταστήσει στη θέση αυτή τον υπουργοποιηθέντα Λεωνίδα Γρηγοράκο), γνωστός παλαιότερα από την αντίθεσή του στην επένδυση εξόρυξης χρυσού στις Σκουριές Χαλκιδικής, δυνάμει δηλαδή φίλα προσκείμενος στις απόψεις της Ζωής Κωνσταντοπούλου, προσπαθούσε να κατευνάσει τα πνεύματα. Εκανε εκκλήσεις, απείλησε ότι θα εφαρμόσει τον Κανονισμό, προσέφυγε στον παιδονόμο Παναγιώτη Λαφαζάνη, έψεξε την αναγκαία γκεστ σταρ Ραχήλ Μακρή που κάποια στιγμή πετάχτηκε για να υποστηρίξει τη φίλη της από μια παλιά παράσταση στην ΕΡΤ, προσπάθησε να περαιώσει τη διαδικασία –τίποτα.

Στο μεταξύ, η παράσταση συνεχιζόταν με την επανάληψη ορισμένων λάιτ-μοτίβ: ο θόρυβος της Ζωής Κωνσταντοπούλου, οι εκκλήσεις του προεδρεύοντος και η εμμονή του Μιχάλη Κασσή σε σαιξπηρικού ύφους αποστροφές απαγγελθείσες με αθάνατη επαρχιακή ιδιόλεκτο («Ηρημήστη! Ελεος, Θε μου») την αρτίωσαν, μετατρέποντάς τη σε μεταμοντέρνα κωμωδία ηθών.

Το θαύμα είχε επιτευχθεί με απλά μέσα. Η ζωή ξεπέρασε το θέατρο. Και έδωσε αποστομωτική απάντηση σε όσους δυσανασχετούν επειδή πλέον δεν γράφονται κωμωδίες. Δεν γράφονται επειδή δεν χρειάζονται πλέον συγγραφείς, τις γράφουν μόνοι τους οι πρωταγωνιστές.