Ο Τζούλιαν Μπαρνς γράφει στα «Τρία επίπεδα της ζωής» (στα ελληνικά από τις εκδ. Μεταίχμιο): «Δεν είμαστε καλοί στην αντιμετώπιση του θανάτου, αυτού του κοινότοπου και μοναδικού γεγονότος· δεν μπορούμε να το εντάξουμε πια σε ένα ευρύτερο μοτίβο». Και έπειτα τσιτάρει τον Ε.Μ. Φόστερ: «Κάθε θάνατος μπορεί να έχει την εξήγησή του, δεν ρίχνει όμως φως στον επόμενο».

Ο θάνατος είναι κοινότοπος, μοναδικός και ανεξήγητος. Μπορεί να τον δει κανείς ως την αρχή μιας άλλης ζωής, άυλης ή μέσα σε ένα άλλο σώμα, ή ως πιστοποίηση του γεγονότος ότι τα χρόνια της ζωής είναι η μοναδική αιωνιότητα που έχουμε στη διάθεσή μας. Τον έχουμε δει σαν ταξίδι στον κάτω κόσμο αλλά τίποτε δεν θα μας εμπόδιζε και να τον παρομοιάσουμε με έναν δρόμο που οδηγεί απευθείας στο φεγγάρι ή να πιστέψουμε ότι όταν πεθαίνουμε μεταμορφωνόμαστε σε λιβελούλες. Θα μπορούσαμε να τον δούμε όπως τον έβλεπε ο Επίκουρος: ο θάνατος είναι θάνατος και τίποτε περισσότερο.

Αν κάποιος ήθελε πάντως να γράψει την ιστορία του θανάτου δεν θα ξεκινούσε από την ερμηνεία του. Ασφαλώς το τέλος της ζωής ή η αρχή μιας άλλης έχει ψυχολογικές, φιλοσοφικές, θρησκευτικές και κοινωνικές διαστάσεις, ενώ έναν κάποιον λόγο έχει και η φυσιολογία. Το πρωταρχικό ερώτημα, όμως, είναι το εξής: πότε άρχισαν οι άνθρωποι να πενθούν τον θάνατο των οικείων τους; Και έπειτα, πότε απέκτησε ο θάνατος μεταφυσική διάσταση και πότε ο τελετουργικός αποχαιρετισμός και ο θρήνος της απώλειας έγιναν χρέος προς τον νεκρό; Από αυτά τα ερωτήματα επιχειρεί να πιάσει την άκρη του νήματος ο Γουίλιαμ Σπέλμαν στο πόνημά του «A Brief History of Death» («Μια σύντομη ιστορία του θανάτου»). Και ξεκινάει από εκεί για να οδηγηθεί σε ένα συμπέρασμα: ότι από εκείνα τα χρόνια έως σήμερα η στάση μας απέναντι στον θάνατο δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου. Η μόνη συμβολή του σύγχρονου πολιτισμού είναι ότι ξορκίζουμε τον θάνατο προσπαθώντας να τον αγνοήσουμε.

Το βιβλίο του Σπέλμαν παρουσίασε στην «Γκάρντιαν» ο ιστορικός Τόμας Λόκερ, ο οποίος έχει συγγράψει την «Πολιτισμική ιστορία του αυνανισμού και του σεξ», ενώ ετοιμάζει το «Βιβλίο του θανάτου». Μα πού συναντώνται αυτά τα πράγματα; Το έχει εξηγήσει ο Μπαρνς σε μια παλαιότερη συνέντευξή του στη «Ρεπούμπλικα»: «Οταν άκουσα την μπαλάντα του Ζορζ Μπρασένς με την ιστορία της χήρας που βρίσκει παρηγοριά στον καλύτερο φίλο τού μακαρίτη, μου φάνηκε πολύ γαλλική. Ομως δεν είναι έτσι. Το τέλος μιας ζωής και η βία της απώλειας κάνουν κάποιους ανθρώπους να ριχτούν στο άκρως αντίθετο. Και το αντίθετο του θανάτου είναι η ερωτική πράξη».