Ισως σήμερα πολλοί να μη γνωρίζουν ότι η ιδέα για τη γέννηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης βασίστηκε σε ένα σχέδιο για την ενεργειακή συνεργασία. Ο κοινός έλεγχος επί του άνθρακα και του χάλυβα καθώς και οι οργανισμοί που ιδρύθηκαν στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα αποτέλεσαν τον πυρήνα, από τον οποίο ξεπήδησε η σημερινή Ευρωπαϊκή Ενωση. Το οικοδόμημα της ένωσης κατάφερε να μας χαρίσει για εξήντα χρόνια ειρήνη, ελευθερία και ευημερία. Σήμερα όμως η Ευρώπη στέκεται μπροστά σε νέες προκλήσεις: μια άνευ προηγουμένου κρίση χρέους των κρατών-μελών, μια παγκόσμια τάξη πραγμάτων υπό ανατροπή και μια γενικώς φθίνουσα υποστήριξη της ευρωπαϊκής ιδέας. Για να καταστεί δυνατή η υπέρβαση αυτής της δοκιμασίας, το εγχείρημα Ευρώπη χρειάζεται φρέσκια ενέργεια.

Προτεραιότητα αποτελούν η υπέρβαση της κρίσης χρέους και η επαναφορά της Ευρώπης σε ένα μονοπάτι βιώσιμης ανάπτυξης. Δεν θα πρέπει, όμως, να περιοριστούμε στην οπτική της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Οι μεγάλες αλλαγές και προκλήσεις της εποχής μας θα μπορέσουν να ξεπεραστούν μόνο εάν η Ευρώπη καταστεί παίκτης παγκοσμίου κύρους. Νέα εμπιστοσύνη στην Ευρώπη θα μπορέσει να υπάρξει μόνο εάν συνειδητοποιήσουμε το εξής: η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν είναι μονάχα μια επιτυχημένη ιστορία του παρελθόντος, αλλά και η καλύτερη απάντηση στις προκλήσεις της εποχής μας. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να συμβάλουμε στη διαμόρφωση της μελλοντικής τάξης πραγμάτων, να διατηρήσουμε την κοινότητα αξιών μας και να διεκδικήσουμε ως οικονομική δύναμη τα συμφέροντά μας.

Οι προκλήσεις, που βρίσκονται μπροστά μας, καθιστούν αναγκαία μια νέα συζήτηση για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τρεις προκλήσεις:

Πρώτον, θα πρέπει να δημιουργήσουμε μια σαφή και φιλόδοξη εικόνα-πρότυπο της Ευρώπης ως παγκόσμιας δύναμης συνδιαμόρφωσης του παγκόσμιου περιβάλλοντος. Στις ραγδαία αυξανόμενες κοινωνίες των αναπτυσσόμενων χωρών δημιουργούνται νέα οικονομικά και πολιτικά κέντρα ισχύος. Η Κίνα κατέκτησε τη θέση της Γερμανίας ως «παγκόσμιος πρωταθλητής εξαγωγών». Σύμφωνα με εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών, η Ινδία σε είκοσι χρόνια θα έχει περίπου τους τριπλάσιους κατοίκους από την ΕΕ. Η σχετική επιρροή των μεμονωμένων κρατών της Ευρώπης μελλοντικά θα φθίνει διαρκώς. Ταυτόχρονα, η παγκοσμιοποίηση θέτει όλα τα κράτη προ πρωτόγνωρων προκλήσεων και αναγκών αναμόρφωσης. Πρέπει να δημιουργηθεί ένα λειτουργικό παγκόσμιο πλαίσιο, που θα ισχύσει τόσο για τη ρύθμιση των χρηματαγορών και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής όσο και για την εξωτερική πολιτική, την πολιτική ασφαλείας και την ενεργειακή ασφάλεια. Η Ευρώπη θα πρέπει να δημιουργήσει συνεργασίες με άλλα κέντρα επιρροής και να εργαστεί μαζί τους για μια αποτελεσματική παγκόσμια διακυβέρνηση (global governance). Παράλληλα, θα πρέπει όμως και να αναμετρηθούμε μαζί τους στο επίπεδο της οικονομίας, των ιδεών, των εκπαιδευτικών συστημάτων και των κοινωνικών μοντέλων. Στις πιεστικές αυτές προκλήσεις θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε μόνο εάν ενώσουμε μελλοντικά τις δυνάμεις μας πιο αποτελεσματικά και δράσουμε από κοινού ως Ευρωπαίοι.

Δεύτερον, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει να παραμείνει χώρος βιώσιμης ανάπτυξης. Σήμερα είναι ο ισχυρότερος οικονομικός χώρος του κόσμου. Εάν λάβουμε υπόψη και το εμπόριο μεταξύ των κρατών-μελών της, τότε στην Ευρωπαϊκή Ενωση αντιστοιχεί το 40% του παγκόσμιου εμπορίου – αφήνοντας έτσι πολύ πίσω τόσο τις ΗΠΑ όσο και την Κίνα. Ομως ο χρόνος δεν είναι υπέρ μας. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι μόνο να βοηθήσουμε τις πληττόμενες οικονομίες της Ευρώπης να σταθούν ξανά στα πόδια τους. Η πραγματική πρόκληση έγκειται στο να αυξηθούν η ανταγωνιστικότητα και η καινοτομία σε ολόκληρη την Ευρώπη ώστε να μην υστερούμε έναντι του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Η χρηματοπιστωτική κρίση λειτούργησε, επομένως, ως αφύπνιση και τα διδάγματα είναι προφανή: η νομισματική ένωση πρέπει να συμπληρωθεί από μια λειτουργική, ευρεία οικονομική ένωση. Το ζητούμενο στην προσπάθεια αυτή είναι η απαραίτητη δημοσιονομική εξυγίανση να συνδυαστεί με έξυπνα κίνητρα για βιώσιμη ανάπτυξη. Η Ευρώπη θα πρέπει να καταστεί πιο ανταγωνιστική – αυτό θα επιτευχθεί εάν η εσωτερική αγορά διευρυνθεί και σε άλλους τομείς, όπως η ενέργεια και η πληροφορική, και εάν γίνουν σημαντικά μεγαλύτερες επενδύσεις στην εκπαίδευση, την έρευνα και την ανάπτυξη. Οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις για τη νέα επταετή χρηματοδοτική περίοδο της ΕΕ αποτελούν μια μεγάλη ευκαιρία.

Τρίτον, απαιτούνται συγκεκριμένα εγχειρήματα για την «Ευρώπη του μέλλοντος», με τα οποία οι πολίτες της Ευρώπης θα ταυτιστούν και για τα οποία θα δραστηριοποιηθούν. Η ασφαλής και διαρκής παροχή καθαρής ενέργειας αποτελεί αναμφίβολα ένα καλό παράδειγμα. Μια ισχυρή ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική καθίσταται όλο και περισσότερο βασική προϋπόθεση για την οικονομική μας επιτυχία. Εξάλλου, στην Ευρώπη αλληλεγγύη σημαίνει οπωσδήποτε και εξασφάλιση της διαρκούς τροφοδοσίας με ενέργεια για όλα τα κράτη και τις περιοχές της ηπείρου μέσα από μια διασυνοριακή συνεργασία, εφόσον χωρίς αυτή δεν νοούνται ζωή και οικονομία στη βιομηχανική εποχή. Για βασικά ερωτήματα απαιτούνται κοινές ευρωπαϊκές λύσεις: πώς θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε μια λειτουργική ενεργειακή υποδομή σε ευρωπαϊκό επίπεδο; Πώς θα διαμορφώσουμε τις εξωτερικές ενεργειακές μας σχέσεις, με τις οποίες η ήπειρός μας διασφαλίζει την τροφοδοσία της με ενέργεια; Πώς θα μπορέσουμε να πετύχουμε ενεργειακή απόδοση που θα μας καταστήσει ανεξάρτητους σε ό,τι αφορά την εισαγωγή ενέργειας και θα μας βοηθήσει να εκλύουμε λιγότερες επιβλαβείς ουσίες στην ατμόσφαιρα;

Στόχος μας παραμένει η πολιτικά ενωμένη Ευρώπη, που θα συγκεντρώσει τις δυνάμεις της σε βασικά πολιτικά ζητήματα για να μπορέσει να υψώσει το ανάστημά της στο νέο παγκόσμιο στερέωμα. Τα γερμανικά συμφέροντα και το συλλογικό ευρωπαϊκό συμφέρον δεν αλληλοσυγκρούονται στην προσπάθεια αυτή. Οι επικριτές συχνά υποστηρίζουν ότι η Γερμανία θέλει να επιβάλει τις επιθυμίες της στους εταίρους και να διαμορφώσει την Ευρώπη σύμφωνα με τις δικές της αντιλήψεις. Αλλοι πάλι πιστεύουν ότι η δραστηριοποίηση της Γερμανίας για την Ευρώπη μειώνεται. Και οι δύο αυτές απόψεις αποτελούν λανθασμένα στερεότυπα. Ξέρουμε ότι η επιτυχία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος βασίζεται στην αντίληψη της κοινής, συλλογικής ηγεσίας. Ειδικά γι’ αυτόν τον λόγο αντιλαμβανόμαστε σήμερα, όπως και χθες, την ευθύνη που φέρουμε για μια δυνατή Ευρώπη: η Γερμανία εμφανίζεται όσο ποτέ άλλοτε αλληλέγγυα απέναντι σε εκείνους τους ευρωπαίους γείτονες που πλήττονται από τη χρηματοπιστωτική κρίση. Η συμβολή της Γερμανίας στον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης εξάλλου το αποδεικνύει αυτό. Ταυτόχρονα, δημιουργήσαμε με την πρωτοβουλία μας για το Δημοσιονομικό Σύμφωνο τις βάσεις για τον νέο πολιτισμό της σταθερότητας στην Ευρώπη.

Η Γερμανία φέρει διπλή ευθύνη: θέλουμε να διαμορφώσουμε την Ευρώπη του αύριο σε συνεργασία με τους εταίρους μας. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να πείσουμε τους πολίτες της Γερμανίας και της Ευρώπης ότι βρισκόμαστε στον σωστό δρόμο. Χωρίς μια ενωμένη Ευρώπη δεν υπάρχει ευοίωνο μέλλον για τη Γερμανία. Και χωρίς μια Γερμανία προσανατολισμένη στην Ευρώπη δεν υπάρχει ευοίωνο μέλλον για τους γείτονές μας. Το δίδαγμα αυτό δεν ίσχυε μόνο στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, ισχύει και σήμερα. Και θα καθορίζει την ευρωπαϊκή μας στρατηγική και μελλοντικά.

Ο Γκίντο Βεστερβέλε είναι ο υπουργός Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Ο Γκίντερ Ετινγκερ είναι ο ευρωπαίος επίτροπος για θέματα ενέργειας