Το αιώνιο σημάδι του στο Χόλιγουντ άφησε ο βραβευμένος με Οσκαρ Μάθιου ΜακΚόναχι, βάζοντας το αποτύπωμά του στη Λεωφόρο της Δόξας.

Συνοδευόμενος από την 32χρονη σύζυγο του Καμίλα Αλβες και τα τρία παιδιά τους, παρέστησαν στην τελετή τη Δευτέρα, την οποία παρουσίασε ο Κρίστοφερ Νόλαν, σκηνοθέτης του φιλμ επιστημονικής φαντασίας «Inerstellar», στο οποίο πρωταγωνιστεί ο ΜακΚόναχι.

Ο 45χρονος ηθοποιός που κέρδισε πέρυσι το Οσκαρ για την ομολογουμένως καταπληκτική ερμηνεία του στην ταινία «Dallas Buyers Club», εμφανώς ενθουσιασμένος, συγκίνησε το κοινό στον ευχαριστήριο λόγο του κάνοντας αναφορές στο πως ξεκίνησε την καριέρα του, ενώ δεν παρέλειψε να τονίσει πως αισθάνεται ευτυχισμένος με το επάγγελμα του.

Στην τιμητική αυτή εκδήλωση έδωσαν το «παρών» μεταξύ άλλων και οι συμπρωταγωνίστριες του ΜακΚόναχι από το «Interstellar», Αν Χάθαγουέι και Τζέσικα Τσαστέιν.

Ο τεξανός ηθοποιός έγινε γνωστός μέσα από τον ρόλο του στην ταινία «Dazed and Confused» το 1993 και ακολούθησε μια μετεωρική πορεία μέσα στη δεκαετία: Από το δικαστικό θρίλερ «A Time to Kill» (1996) καιτην ταινία επιστημονικής φαντασίας «Contact» (1997), ως τοιστορικό δράμα του Στίβεν Σπίλμπεργκ «Amistad»(1997)και την κωμωδία «EdTV» (1999).

Στη δεκαετία του 2000 ξεκίνησε με την πολεμική περιπέτεια «U-571, Το Χαμένο Υποβρύχιο», αλλά ήδη είχε αρχίσει να δυσκολεύεται να βρει ρόλους που δεν εστιάζουν στο όμορφο παρουσιαστικό του – κλασσική περίπτωση η μέτρια περιπέτεια «Sahara» με την Πενέλοπε Κρουζ.

Ακόμα χειρότερα η ταινία «Surfer, Dude» (2008) στην οποία δύσκολα εντόπιζες σκηνή του που να είναι ντυμένος.

H μεταστροφή του με την αναζήτηση πιο σκοτεινών ρόλων ξεκίνησε από τη δεκαετία του 2010. To 2011 γύρισε το θρίλερ «Δικηγόρος Σκοτεινών Υποθέσεων» και ακολούθησαν το «Ενα καλοκαίρι» (2012) και έπειτα ο «Λύκος της Γουολ Στριτ»(2013), η βραβευμένη αστυνομική σειρά «True Detective» και φυσικά το «Dallas Buyers Club», στο οποίο ερμήνευσε υποδειγματικά έναν ασθενή του AIDS και κέρδισε δικαίως το Οσκαρ α’ ανδρικού ρόλου.

Τώρα αναμένουμε να τον δούμε στην ταινία του Γκας ΒανΣαντ «Sea of trees».