Μέχρι χθες το μεσημέρι οι πιθανότητες να καταθέσει η ΝΔ πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης για τη Συμφωνία των Πρεσπών ήταν 50-50. Το απόγευμα, ωστόσο, όλα έδειχναν ότι στη στάθμιση του Κυριάκου Μητσοτάκη βάρυνε περισσότερο η διαπίστωση πως το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας ήταν, έτσι κι αλλιώς, προδιαγεγραμμένο. Η ζυγαριά έγερνε συνεπώς προς την απόσυρση της απειλής για πρόταση δυσπιστίας, αν και επισήμως και το ένα και το άλλο ενδεχόμενο παρέμεναν ανοιχτά από την Πειραιώς, έστω και με διαφορετικές πιθανότητες.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι διχασμένο ήταν και το κόμμα, ως προς το αν πρέπει ή όχι να χρησιμοποιηθεί το ύστατο κοινοβουλευτικό όπλο. Το επιχείρημα της μιας πλευράς είναι πως «η πίεση από τη βάση είναι μεγάλη». Οπότε το κόμμα πρέπει να δείξει πως ακούει τις ανησυχίες των ψηφοφόρων του, σίγουρων και δυνητικών, και κάνει ό,τι περνάει θεσμικά από το χέρι του για να αποτρέψει μια συμφωνία που όλα τα στελέχη του θεωρούν επιζήμια για τα εθνικά συμφέροντα. Το σκεπτικό της άλλης πλευράς είναι πως δεν υπάρχουν εντός του Κοινοβουλίου οι συσχετισμοί δυνάμεων προκειμένου να έχει τύχη μια πρόταση δυσπιστίας.

Ακόμη, βέβαια, και οι θιασώτες της δεύτερης άποψης αναγνώριζαν ότι η εν λόγω κοινοβουλευτική κίνηση θα έθετε προ των ευθυνών τους όλα τα μέλη της εθνικής αντιπροσωπείας. Και ειδικά εκείνους που έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης μόλις την προηγούμενη εβδομάδα στον Αλέξη Τσίπρα, αλλά διατείνονται τώρα ότι δεν θα ψηφίσουν τις Πρέσπες. Οπως και οι υπέρμαχοι της πρώτης δέχονταν πως η κατάθεσή της και η καταψήφισή της από την πλειοψηφία θα έδινε ένα επικοινωνιακό ατού στον Πρωθυπουργό, ο οποίος θα μπορούσε να μιλά για μια ακόμη κοινοβουλευτική του νίκη, ενώ – σύμφωνα με τη γαλάζια κριτική – έχει μια κυβέρνηση χωρίς πολιτική νομιμοποίηση.

ΟΙ ΠΡΩΗΝ ΑΡΧΗΓΟΙ. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει κάτι στο οποίο συμφωνεί το ένα 50% με το άλλο 50%: Πως η ΝΔ οφείλει να εμφανιστεί ενωμένη στην κοινοβουλευτική μάχη που βρίσκεται σε εξέλιξη, μιας και αμφότερες οι τάσεις διαφωνούν με το περιεχόμενο της Συμφωνίας. Σε αυτή την εικόνα ενότητας, εκτιμούν αρκετοί ότι θα συμβάλουν και οι πρώην πρόεδροι και πρωθυπουργοί της κεντροδεξιάς παράταξης. Ο Αντώνης Σαμαράς αναμένεται να ανέβει στο κοινοβουλευτικό βήμα σήμερα, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες είναι εξαιρετικά πιθανό σήμερα να τοποθετηθεί δημοσίως κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών και ο Κώστας Καραμανλής – όπως είχε κάνει και το καλοκαίρι. Ο τελευταίος μάλλον θα επιλέξει να εκφραστεί με μια γραπτή δήλωση.

Στο πλαίσιο της γενικής συστράτευσης που έχει σημάνει η Πειραιώς έκανε μια δήλωση χθες και ο Δημήτρης Αβραμόπουλος (χωρίς να επικαλείται την ιδιότητα του κοινοτικού επιτρόπου), όπως και ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης. Κατά τον Αβαμόπουλο, η Συμφωνία των Πρεσπών «δεν είναι ισόρροπη και ως εκ τούτου, προβληματική», ενώ η κυβέρνηση θα έπρεπε «να είχε επιδιώξει την εθνική συνεννόηση πριν προχωρήσει στη Συμφωνία». Ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης επαναλαμβάνει την πάγια θέση του πως «τα εθνικά ζητήματα πρέπει να λύνονται και όχι να διαιωνίζονται», αλλά προσθέτει ότι χρειάζονται ευρείες εθνικές συναινέσεις τις οποίες παραγκώνισε η κυβέρνηση, φέρνοντας μια Συμφωνία «ανιστόρητη, πρόχειρη και επιδερμική».