Το 2019, οι Ευρωπαίοι θα ανανεώσουν όλους τους κοινούς θεσμούς τους: το Κοινοβούλιο, από τον Μάιο, στη συνέχεια την Επιτροπή, την Προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και την Κεντρική Τράπεζα. Ενα ευρωπαϊκό έτος το οποίο θα τοποθετηθεί σε μια ντουζίνα σημαντικών εθνικών αναμετρήσεων, εκ των οποίων και οι ελληνικές βουλευτικές εκλογές.

Αυτοί οι κτύποι της καρδιάς της δημοκρατίας παρεμβαίνουν σε ένα προβληματικό πολιτικό τοπίο.

Τα παραδοσιακά κόμματα έχουν αποδυναμωθεί, εμφανίζονται νέα κινήματα. Εντονοι ισχυρισμοί εκφράζονται και σηματοδοτούν πραγματικές ανησυχίες και επαναλαμβανόμενους φόβους. Στον απελευθερωμένο λαϊκισμό προστίθεται τώρα μια επιστροφή στον εθνικισμό και οι εξτρεμιστές βρίσκουν ξανά φωνή.

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι οι άνθρωποι έχουν απομακρυνθεί από το ευρωπαϊκό σχέδιο. Θα μπορούσαμε μάλλον να δηλώσουμε ότι οι ελίτ το έχουν εγκαταλείψει. Να μοιραστούν αυτό που περισσεύει από την κυριαρχία τους. Είναι η απάντηση στη νέα παγκοσμιοποίηση που πιέζει και απαιτεί ισχυρές ενέργειες, ενάντια στις αυξανόμενες ανισότητες, για τη ρύθμιση των διεθνών σχέσεων βάσει του διαλόγου και τη συνεργασία και όχι την αντιπαράθεση που οδηγεί σε συγκρούσεις. Για την παλιά φρουρά των πολιτικών ηγετών, λίγο χαμένη απέναντι στις μεταβολές της ισορροπίας των δυνάμεων σε όλο τον κόσμο, την έκρηξη των τεχνολογιών και την ευρεία διάδοσή τους, το status quo είναι καθησυχαστικό αλλά θα έπρεπε να έχουν περισσότερο θάρρος να στοιχηματίζουν στο μέλλον.

Καμία δημοκρατία στον κόσμο δεν προστατεύεται από αυτές τις παρορμήσεις, αλλά η Ευρώπη τις ενισχύει μέσα από την πολυμορφία, την ετερογένεια, την ημιτελή ενότητά της. Είναι λοιπόν μια στιγμή γι’ αυτήν ιδιαίτερα επικίνδυνη. Αντιμετωπίζοντας τις πολλαπλές προκλήσεις, οι ηγέτες μπορούν επίσης να κάνουν λάθη όταν είναι σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Επομένως, θα πρέπει η Ευρώπη να κυβερνηθεί με διάκριση και διακριτικότητα.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση το επιτρέπει, με τις συνθήκες της, τις διαδικασίες και τις πρακτικές της. Φαίνονται συχνά πολύ μεγάλες, πολύ περίπλοκες και όχι πολύ διαφανείς. Είναι όμως στην πραγματικότητα τα καλύτερα όπλα διασφάλισης. Η Ευρώπη προστατεύει τους λαούς της απέναντι στις συνεχόμενες πληγές του παρελθόντος, που την οδήγησαν συχνά σε πόλεμο. Ως χώρος σταθερότητας και ευημερίας θα μπορούσε να δράσει ακόμα καλύτερα, όπως για παράδειγμα σε πρόσφατες κρίσεις.

Στην πραγματικότητα, η ευρωπαϊκή οικονομία ανακτά ξανά χρώματα. Η περίπτωση της Ελλάδας αποδεικνύει ότι με προσπάθειες και σημαντικές θυσίες υπάρχει πάντα στην Ευρώπη η αλληλεγγύη των άλλων κρατών-μελών, ακόμα και όταν δεν είναι αυθόρμητη! Και επιδεικνύει τις δυνατότητές της όταν στέκεται γρήγορα στα πόδια της. Η ανάπτυξη στην ήπειρο είναι πλέον συγκρίσιμη με εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών. Το εμπόριο και οι εξαγωγές πάνε καλύτερα. Η Ευρώπη αποτελεί πρότυπο, τόσο για την αλληλεγγύη ανάμεσα στα κράτη της, όσο και πέραν αυτών, με κράτη άλλων ηπείρων που αναπτύσσονται και χρειάζονται βοήθεια. Αυτό συμβαίνει στην Αφρική, όπου η παρουσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν έχει ισοδύναμο με το ύψος της βοήθειας και της υποστήριξής της, με τον σεβασμό της ανεξαρτησίας και την ακεραιότητα των κρατών. Αλλά ακόμα περισσότερο η Ευρώπη δίνει το παράδειγμα ενός ήρεμου πολιτικού χώρου, που δεν συγκρούεται με κανέναν και είναι πρόθυμος να βοηθήσει στην αποκατάσταση της ισορροπίας των διεθνών σχέσεων. Ενας κόσμος χωρίς την Ευρώπη θα ήταν ένας πιο επικίνδυνος κόσμος, πιο άδικος και πιο σκληρός.

Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να σημειώσει μεγάλη πρόοδο προκειμένου να κατανοήσει τι είναι πραγματικά. Θα είναι για εκείνη πιθανώς μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του 2019. Ενώ το Brexit θα αποδείξει τη ματαιοδοξία των βρετανικών λαθών, και ενώ η Ενωση πρέπει να υιοθετήσει για τα επόμενα επτά χρόνια έναν φιλόδοξο προϋπολογισμό για να ανταποκριθεί στη μεταναστευτική πίεση και στις αβεβαιότητες μιας αποσταθεροποιημένης διεθνούς σκηνής, ανήκει στα κράτη μας να συνεισφέρουν με κάθε τρόπο σε μια νέα ευρωπαϊκή ώθηση, μεγαλύτερη από ποτέ. Προκειμένου να οργανώσει καλύτερα την άμυνα και την ασφάλειά της, να ανταποκριθεί στην πρόκληση της μετανάστευσης και να εξασφαλίσει την οικονομική σταθερότητα. Και η Ευρώπη που αγαπάμε είναι αυτή της Μεσογείου, η οποία έχει φωνή που πρέπει να ακουστεί περισσότερο.

Ο Jean-Dominique Giuliani είναι πρόεδρος του Ιδρύματος Robert Schuman