Με αφετηρία το παραμύθι των αδελφών Γκριμ «Οι δώδεκα πριγκίπισσες που χόρευαν», ο Δημήτρης Ντάσιος μεταμορφώνει ενδυματολογικά δώδεκα γλυπτές γυναικείες φιγούρες της Ιωάννας Παρασκευά σε σύγχρονες πριγκίπισσες. Και παίζει με φως και σκιές, με τη συνεργασία της σχεδιάστριας φωτισμού Ελευθερίας Ντεκώ, στον χώρο της Evripides Art Gallery, έχοντας ως σκοπό να μετατρέψει τον χώρο του ισογείου σε ένα σκοτεινό μαύρο κουτί εκπλήξεων και αντικατοπτρισμών.

Ο Δημήτρης Ντάσιος εκφράζει την αδυναμία του για το παραμύθι με τις δώδεκα κλειδωμένες πριγκίπισσες που τα παπούτσια τους λιώνουν ανεξήγητα κάθε πρωί. Το μυστικό τους ήταν ότι κατέβαιναν σε μια καταπακτή στα έγκατα της γης και χόρευαν έως το πρωί, εξηγεί ο σχεδιαστής. Και το παραμυθένιο στοιχείο τους είναι η αφορμή για να παρουσιάσει στη μικρή κλίμακα των γλυπτών της Ιωάννας Παρασκευά μια συλλογή βασισμένη στην αποδόμηση και την αναδόμηση vintage κομματιών και ήδη χρησιμοποιημένων υλικών. «Είναι ένα πείραμα συνδυασμών πάνω στη διάλυση και την επανασύνθεση ετερόκλητων τάσεων» λέει ο ίδιος.

Παράλληλα με τη δική του προσέγγιση στο παραμύθι των Γκριμ, οι νέες δημιουργίες του Ντάσιου προβάλλουν στη βιτρίνα του καταστήματος ID Store. Και ίσως θα ήταν προτιμότερο να δούμε τα ενδύματα του έλληνα δημιουργού περισσότερο ως αχρονικές δημιουργίες από ύφασμα και μείγματα διακοσμητικών τεχνικών, παρά ως αμιγείς συλλογές ρούχων. Γιατί τα ενδύματά του είναι μια ιδιοσυγκρασιακή διαδικασία πάνω στην κούκλα ραπτικής που ξεκινά από την επιλογή των υλικών, συνεχίζεται με τους πειραματισμούς της φόρμας έως ότου να συνθέσουν μια αφηγηματική εικόνα. Ο Δημήτρης Ντάσιος περιγράφει τον τρόπο της δουλειάς του λέγοντας τα εξής:

«Αυτά τα ρούχα φέρνουν πάνω τους μια καλή ενέργεια. Μιλάμε για μια πορεία και μια εξέλιξη που καταλήγει σε ένα ένδυμα, μια δημιουργία. Δεν είναι ρούχο του δυτικού τρόπου ντυσίματος, με την έννοια να σχεδιάζω ένα σακάκι, μια φούστα ή ένα φόρεμα. Δημιουργώ τις δικές μου φόρμες, πολύ κοντά στις αρχέγονες. Ξεκινούν απλά. Με ένα κομμάτι ύφασμα που έχει έναν κύκλο για να φορεθεί πάνω στην κούκλα. Αυτό το ύφασμα εξελίσσεται με πτυχώσεις έως την τελική του μορφή. Με αυτόν τον τρόπο τα κομμάτια φέρνουν μνήμες, συνδέονται με αυθεντικά στοιχεία από παραδοσιακές ενδυμασίες από διαφορετικά σημεία του κόσμου». Οι εικόνες τους στην καλοκαιρινή τους εκδοχή έχουν φόρμες ελληνικές και ενθύμια από τις εικονογραφικές αναπαραστάσεις της κυρα-Φροσύνης του 19ου αιώνα. Ο Ντάσιος τις προσαρμόζει στο τώρα, με κεντήματα από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας, πάνω σε υλικά όπως λινό, μετάξι, ντένιμ, δέρμα. «Δεν πολυσκέφτομαι, μάλλον πράττω. Εκείνη την ώρα απαγορεύω στον εαυτό μου να λογοκριθεί. Λειτουργώ ανεπηρέαστος, χωρίς σκέψη για το εμπόριο, τις πωλήσεις. Δεν ξέρω πού θα καταλήξω κάθε φορά».