Η συμφωνία για την έξοδο της Βρετανίας περιλαμβάνει μια «Συνθήκη της Αποχώρησης» σύμφωνα με το άρθρο 50 ΤΕΕ, και μια μη δεσμευτική «Πολιτική Δήλωση» για τη μελλοντική εμπορική σχέση. Η «Πολιτική Δήλωση» είναι ασαφής, αλλά βασικά εκφράζει την πρόθεση της βρετανικής κυβέρνησης να αποδεχθεί μονομερώς κάποιους κανόνες της ΕΕ όσον αφορά την κυκλοφορία των προϊόντων, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ώστε να έχει προνομιακή πρόσβαση στις αγορές της ηπειρωτικής Ευρώπης. Αντί να ανακτά τον έλεγχο, η Βρετανία χάνει το δικαίωμα ψήφου της για κανόνες που πάλι θα εφαρμόζει.

Οι υποχωρήσεις της Βρετανικής κυβέρνησης αποκαλύπτουν την πολιτική απάτη της εκστρατείας για το Brexit. Τότε πολιτικοί όπως ο Μπόρις Τζόνσον και ο Νάιτζελ Φάρατζ υποστήριζαν ότι η Βρετανία μπορεί να έχει όλα τα οικονομικά οφέλη της συμμετοχής στην ΕΕ χωρίς καμία από τις υποχρεώσεις. Αν και η κυβέρνηση προσπάθησε να διεκδικήσει τα προνόμια αυτά, η Ευρωπαϊκή Ενωση απάντησε  – όπως όλοι είχαν προβλέψει – αρνητικά. Δεν είναι δυνατόν κάποιος να έχει τα προνόμια της ενιαίας αγοράς, χωρίς να είναι μέλος της ΕΕ.

Τα πιο δύσκολα όμως αρχίζουν τώρα για την Τερίζα Μέι. Από τον Μάιο του 2017, όταν προκήρυξε πρόωρες εκλογές, η πρωθυπουργός έχει χάσει την πλειοψηφία της στη Βουλή. Στηρίζεται πλέον στις ψήφους ενός ακραίου κόμματος της Βόρειας Ιρλανδίας – το οποίο όμως αντιτίθεται στη Συμφωνία Αποχώρησης. Στη συμφωνία αντιτίθεται επίσης η υπερεθνικιστική πτέρυγα του Συντηρητικού Κόμματος, υπό τον Τζέικομπ Ρις Μογκ.

Εναντίον της Συνθήκης έχει ταχθεί και το Εργατικό Κόμμα. To κόμμα αυτό έχει υιοθετήσει ως επίσημη θέση ότι το Brexit πρέπει να γίνει, αρκεί να μην χαθεί «καμία δουλειά», σαν να ήταν αυτό ποτέ δυνατό. Ισχυρίζεται έτσι ότι αν ήταν εκείνο στην κυβέρνηση θα πετύχαινε μια μαγική συμφωνία, όπου η Βρετανία θα είχε κερδίσει όλα τα προνόμια του μέλους, χωρίς να είναι μέλος. Οι Εργατικοί δεν λένε την αλήθεια, ότι δηλαδή κάθε εκδοχή του Brexit θα κάνει τους απλούς ανθρώπους φτωχότερους. Επιδιώκουν, απλά, πρόωρες εκλογές.

Συνεπώς, η συμφωνία είναι μειοψηφική στη Βουλή. Η ισχύουσα νομοθεσία επιβάλλει όμως να γίνει μια δεσμευτική ψηφοφορία στη Βουλή των Κοινοτήτων για την έγκριση του συνολικού πακέτου, η οποία εκτιμάται ότι θα γίνει την εβδομάδα που ξεκινά τη Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου. Αν η συμφωνία περάσει, τότε το Brexit θα γίνει. Είναι όμως σχεδόν βέβαιο ότι η κυβέρνηση θα χάσει. Και τότε;

Υπάρχουν τέσσερις εκδοχές. Η πρώτη, και πιο πιθανή, είναι ότι η κυβέρνηση θα ξαναφέρει τη συμφωνία στη Βουλή, κάνοντας ίσως αλλαγές στη μη δεσμευτική «Πολιτική Συμφωνία». Η δεύτερη πιθανότητα είναι ότι η πρωθυπουργός θα προτείνει να γίνει Brexit χωρίς συμφωνία, όπως προτιμούν οι υπερεθνικιστές του Ρις Μογκ. Η τρίτη πιθανότητα είναι να παραιτηθεί η κυβέρνηση και να γίνουν πρόωρες εκλογές. Η τέταρτη πιθανότητα είναι τα κόμματα να αποφασίσουν από κοινού να γίνει ένα νέο (τρίτο) δημοψήφισμα για την ΕΕ. Το ερώτημα θα αφορά τη συμφωνία εξόδου, με εναλλακτική λύση την παραμονή στην ΕΕ. Κανείς όμως δεν ξέρει σήμερα ποιο από τα πέντε αυτά σενάρια θα επικρατήσει.

Ο Παύλος Ελευθεριάδης είναι καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.