Το κορίτσι που συμμετείχε στο ριάλιτι μόδας δεν ήταν πάνω από 22 ετών. Πολύ όμορφο, όπως ξέρουν και μπορούν να είναι σήμερα οι γυναίκες σε αυτή την ηλικία. Μακιγιαρισμένη, χτενισμένη, ντυμένη στην πένα που έλεγαν οι παλιοί. Κάποια κουβέντα, κάποια κοντρίτσα, κάποιο μπιφ (για να το πω στα σύγχρονα) γινόταν με τις συμπαίκτριές της όταν το κορίτσι γύρισε φάτσα στον φακό, μισόκλεισε τα όμορφα μάτια του έτσι ώστε να μοιάζουν όσο το δυνατόν περισσότερο με οχιάς (γκριμάτσα καλά μελετημένη) και με σαρδόνιο (ομηρική λέξη, εκ του φυτού σαρδάνη που από τότε είχε την ίδια με τη σημερινή σημασία) χαμόγελο έκανε manifesting: «Μου αρέσει να είμαι κακιά».

Ουδείς αντέδρασε σε αυτή τη δήλωση. Ούτε η παρουσιάστρια ούτε οι κριτές. Δεν λέω, μπορεί να μην το άκουσαν, μπορεί να μην τους έκανε εντύπωση ή μπορεί, απλά, να έχουν συνηθίσει πλέον το trend της κακίας που κυκλοφορεί ανάμεσα στους νέους. Την κακία όχι τόσο ως συναίσθημα αλλά ως αισθητική. Αισθητική συμπεριφοράς συγκεκριμένα. Το να συμπεριφέρεσαι – ανεξαρτήτως φύλου – ως bitch, το να μην αφήνεις κουβέντα να πέσει κάτω, το να είσαι μονίμως σε κατάσταση επιθεσοάμυνας, το να προλαβαίνεις να «την πεις» εσύ πριν σου «την πουν» οι άλλοι, σήμερα μεταφράζεται ως ότι έχεις προσωπικότητα.

Πώς κολλάει όμως αυτό με την αλληλεγγύη, την ενσυναίσθηση και όλα όσα παίζουν στο τοπ των συναισθημάτων; Α, μια χαρά. Στην εποχή μας έχει ξεπεραστεί το «τι ταιριάζει με τι» και όχι μόνο στο ντύσιμο. Μπορεί να είσαι bitch και αλληλέγγυα συγχρόνως. Να τον πατάς τον άλλον (για να μην πω πιο βαριά κουβέντα) αλλά να τον πατάς με ενσυναίσθηση. Τι, δεν το βλέπουμε συνέχεια και μάλιστα από άτομα που έχουν ή διεκδικούν δημόσια αξιώματα. Ο πολιτικός λόγος συγκεκριμένων ιδεολογικών χώρων κηρύσσει το νοιάξιμο για τον άλλον, για την ισότητα, για τη δικαιοσύνη και για ό,τι άλλο συμπεριληπτικό, με λόγια μίσους.

Η άλλη χαστούκισε μέσα σε εκκλησία τη βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Αγγελική Δεληκάρη επειδή ψήφισε το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομοφυλοφίλων. Ενώ γνωστή βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ διατυμπάνιζε στους λογαριασμούς της στα σόσιαλ μίντια ότι όποιον δεν συμφωνεί με τις απόψεις της θα τον γδάρει με τα μυτερά κατακόκκινα νυχάκια της. Ακόμη και το «γελαστό παιδί» Στέφανος Κασσελάκης με λεκτικά πυροτεχνήματα μίσους και όχι με επιχειρήματα αναφέρεται σε αυτούς που θεωρεί αντιπάλους του. Με χαμόγελο αλλά με μίσος.

Θεωρώ ότι αυτό το «αγαπόμισος» οφείλεται στα τσιτάτα και τα «βήματα» ενδυνάμωσης που κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Στο δάχτυλο του «θείου Σαμ» που σε σημαδεύει και σε προτρέπει να είσαι ο εαυτός σου, να συμπεριφέρεσαι όπως αισθάνεσαι, να λες αυτό που θέλεις. Διότι έτσι, υποτίθεται ότι, είσαι αυθεντικός, «διάφανος», ευθύς. Κι ας λες κακίες, μοχθηρίες, βλακείες. Μόνο όμως έτσι σου λένε – αχ, ρε Κοέλιο, τι μας έκανες – ότι θα πετύχεις την αυτοβελτίωση, την αυτοπαραδοχή, την αυτοπραγμάτωση. Τόσες λέξεις με πρώτο συνθετικό το «αυτό» και πουθενά η πολύτιμη λέξη και ακόμη πιο πολύτιμη έννοια «αυτοκριτική».

Μαρτυριάρηδες

Οι ιδιοκτήτες ενός καφέ στην περιφέρεια είχαν μια πολύ καλή ιδέα. Στις γυναικείες τουαλέτες ανάρτησαν μία ανακοίνωση-οδηγία για τις γυναίκες που αντιμετωπίζουν κάποια απειλή. «Εάν δεν καταλαβαίνουν το «όχι» σου» γράφει «εάν έπαψες να νιώθεις ασφάλεια ή σε παρενοχλούν, έχεις επιλογή». Και στη συνέχεια τις προτρέπει, ανάλογα με το αν είναι ημέρα ή βράδυ, να παραγγείλουν ένα συγκεκριμένο τσάι ή κοκτέιλ. Και ανάλογα με τις οδηγίες της παραγγελίας – αν θέλουν το τσάι σκέτο, με ζάχαρη ή μέλι και το κοκτέιλ σκέτο ή με έξτρα υλικά – δίνουν σήμα στο προσωπικό αν θέλουν απλώς να απομακρυνθούν με ασφάλεια, να τους καλέσει κάποιος ταξί ή ακόμη και την αστυνομία.

Ε αυτή την πινακίδα είχε κάποιος τη φαεινή ιδέα να τη φωτογραφήσει και να την αναρτήσει στα σόσιαλ μίντια. Και από ‘κει και πέρα έγινε viral. Το σύνθημα που καλείται να χρησιμοποιήσει το θύμα για να προστατευθεί από τον θύτη. Ε μπράβο μας.