Η πανίσχυρη κεντρική τράπεζα της Γερμανίας, η Μπούντεσμπανκ, κατέγραψε πέρσι τις πρώτες της ζημιές εδώ και σαράντα χρόνια επειδή οι αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μείωσαν την αξία του χαρτοφυλακίου της σε κρατικά ομόλογα, όπως ανακοίνωσε η ίδια η τράπεζα χθες στην ετήσια έκθεσή της.

Πρόκειται για ζημιές 172 εκατ. ευρώ οι οποίες είχαν προβλεφθεί. Ωστόσο στην πορεία η Μπούντεσμπανκ αναμένεται να καταγράψει και νέες απώλειες, καθώς το κόστος δανεισμού σε ευρώ συνεχίζει να αυξάνεται και μειώνεται η αξία των ομολόγων που είχαν αγοραστεί όταν ο πληθωρισμός ήταν πολύ χαμηλός.

Από την κρίση χρέους

Καθώς πολλά από τα ομόλογα αυτά είχαν αγοραστεί κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους στην ευρωζώνη για να βοηθηθούν οι πιο αδύναμες χώρες του Νότου, τώρα πολλοί φοβούνται ότι η εξέλιξη αυτή μπορεί να δημιουργήσει νέες αντιδράσεις μέσα στη Γερμανία. «Το χτύπημα στις κεντρικές τράπεζες του (ευρωπαϊκού) Νότου είναι πολύ μικρότερο και μπορείτε να στοιχηματίσετε ότι αυτό θα αυξήσει τις εντάσεις» δήλωσε ο Γιόχαν βαν Οβερτβελντ, ο βέλγος πρόεδρος της επιτροπής προϋπολογισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σύμφωνα με το Politico. Οι επικείμενες απώλειες των κεντρικών τραπεζών της ευρωζώνης «θα βγαίνουν στην επιφάνεια σχεδόν σε κάθε συζήτηση, άμεσα ή έμμεσα», ανέφερε. Πρόκειται για αυτό που οι «Financial Times» ονομάζουν ως «ατυχή κληρονομιά των τεράστιων ποσών κρατικών ομολόγων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο ποσοτικής χαλάρωσης την τελευταία δεκαετία».

Ορισμένες από αυτές τις αγορές χαρακτηρίζονται μάλιστα «άστοχες και θα έπρεπε ούτως ή άλλως να είχαν τελειώσει πολύ νωρίτερα», υπό το φως των ενδείξεων ότι ο πληθωρισμός ανέβαινε ξανά πολύ πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, σχολιάζει η βρετανική εφημερίδα. Ειδικά στην Ευρώπη, οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να δείξουν ότι κατανοούν τις πλήρεις συνέπειες των περίπλοκων ζητημάτων που αφορούν τους ισολογισμούς τους. Διαφορετικά, αυτό θα μπορούσε να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη του κοινού στο ευρώ, ειδικά στη Γερμανία, το μεγαλύτερο μέλος της ευρωζώνης, αναφέρεται.

Πολιτικές ευαισθησίες

Μπορεί κεντρικές τράπεζες όπως η ΕΚΤ να μην κινδυνεύουν να ξεμείνουν από χρήματα, αφού αυτές ουσιαστικά τα τυπώνουν, αλλά τώρα το ερώτημα πώς προέκυψαν οι ζημιές και ποιος θα τις πληρώσει γίνεται όλο και πιο ευαίσθητο πολιτικά.

Οι σωρευτικές απώλειες – οι οποίες θα μπορούσαν να φτάσουν σε αρκετές εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ στην ευρωζώνη – προέρχονται από δύο βασικούς παράγοντες. Πρώτον, οι εθνικές κεντρικές τράπεζες μέσα στην ευρωζώνη αντιμετωπίζουν μια αυξανόμενη διαφορά μεταξύ των εσόδων από τα χαρτοφυλάκια κρατικών ομολόγων τους και των εξόδων που καταβάλλονται για τις καταθέσεις από εμπορικές τράπεζες. Και, δεύτερον, πρέπει να αντιμετωπίσουν τα επόμενα χρόνια τα ελλείμματα αποτίμησης που προκαλούνται από τη λήξη και πληρωμή κρατικών ομολόγων που συχνά έχουν αποκτηθεί σε υψηλές τιμές.