Το θεατρικό έργο «Μένγκελε, όνειρο για δύο πρόσωπα σε ένα βαγόνι» του Θανάση Τριαρίδη παρουσιάζεται κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στο θέατρο Φούρνος, σε σκηνοθεσία Χρύσας Καψούλη. Ερμηνεύουν οι Κορίνα Τριανταφύλλου και Θεόφιλος Μανόλογλου.

Ένα ταξίδι με τρένο, που διασχίζει τους αιώνες. Ένα ονειρικό παιχνίδι ανάμεσα σε έναν γοητευτικό άντρα και μια όμορφη νέα γυναίκα. Συναντιούνται στο κουπέ, φλερτάρουν μεταξύ τους, φλερτάρουν με την ιστορία, φλερτάρουν με τον θάνατο. Ένα παιχνίδι ταυτοτήτων μεταμορφώνει αυτόν στον Μένγκελε, τον σατανικό γιατρό, τον Άγγελο του Θανάτου του Άουσβιτς-Μπίρκεναου και αυτήν στην Εσθήρ Κοέν μια Εβραία θύμα του. Ένα γαϊτανάκι έρωτα και θανάτου, που ξετυλίγεται από τη δυστοπία του τότε, στη δυστοπία του σήμερα, μια ιστορία που φωτίζει το σκοτάδι, αποκαλύπτοντας την πραγματική μας φύση.

Η παράσταση είναι αφιερωμένη στην Εσθήρ (Στέλλα) Κοέν, τη γηραιότερη Ελληνίδα Εβραία επιζήσασα του Άουσβιτς, που απεβίωσε στις 1 Δεκεμβρίου 2020.

Η Χρύσα Καψούλη μιλάει στα «Νέα» για την παράσταση, τα όνειρα και την δυστοπία που είναι ακόμα εδώ.

Πώς προέκυψε η ιδέα για την παράσταση;

Υπήρχε η επιθυμία, σ ’αυτό που λέμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας, να κάνω ένα έργο του Θανάση Τριαρίδη γιατί με ενδιαφέρει και το έργο του, αλλά και η σκέψη του. Έτσι λοιπόν όταν αυτά τα δύο νέα παιδιά με προσέγγισαν και μου πρότειναν να σκηνοθετήσω, ήταν ένα από τα έργα που πρότεινα. Αλλά βέβαια εκτός του ότι είναι ένα θεατρικό έργο, υπάρχει αυτή η πίεση που αισθανόμαστε στην εποχή μας, με αποκορύφωμα τον πόλεμο που διεξάγεται στην Ουκρανία. Πιστεύω όλοι πρέπει να έχουμε μνήμη. Η μνήμη είναι συλλογική κι όχι ατομική και η ανθρωπότητα πρέπει να μαθαίνει από την ιστορία. Έτσι λοιπόν η μαρτυρία της Στέλλας-Εσθήρ Κοέν, που ήταν μια από τις επιζήσασες του Άουσβιτς, και από την άλλη η ιστορία του Μένγκελε, που ήταν ένας από τις χειρότερες και πιο μελανές προσωπικότητες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν η «ευκαιρία» να θίξουμε και να δείξουμε τι σημαίνει πόλεμος και η θηριωδία του.

Οι αναφορές στο Ολοκαύτωμα, πόσο άμεσες είναι;

Το Ολοκαύτωμα ανήκει στην συλλογική μας μνήμη. Μπορεί ένας άνθρωπος να μην γνωρίζει τίποτα για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά σίγουρα θα έχει ακούσει  για το Άουσβιτς, το Νταχάου και για την ιστορία των Εβραίων και πιο συγκεκριμένα των Ελλήνων Εβραίων. Νομίζω δεν χωράει ανθρώπινος νους ότι έχει ειπωθεί για την αγριότητα των ναζί, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τους θαλάμους αερίων, τους φούρνους, την πείνα, την εξάντληση και όλων των ειδών τις ακρότητες που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος εναντίον του ίδιου του ανθρώπου. Η ιστορία των Εβραίων είναι μεγάλη και είναι γεμάτη από διωγμούς.

Το τρένο τι συμβολίζει στην παράσταση;

Είναι ξεκάθαρο ότι ο συγγραφέας «παίζει» με τα τρένα που έφταναν οι Εβραίοι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Όπως κι ότι μέσα στα τρένα, και ειδικά στα μεγάλα ταξίδια, υπάρχει μια γοητεία και κρύβεται κάποιο μυστήριο. Γι’ αυτό εξάλλου κι έχουν γραφτεί τόσα έργα με ιστορίες που διαδραματίζονται μέσα σε τρένα, όπως για παράδειγμα αστυνομικές ιστορίες μυστηρίου. Με την Βιομηχανική Επανάσταση τα τρένα ένωσαν τον κόσμο. Και στην παράσταση δύο άνθρωποι συναντιούνται μέσα σε ένα τρένο και αλλάζει η ιστορία τους. Αλλάζει η σχέση τους με τον εαυτό τους και τον κόσμο ολόκληρο.

Μπορεί ο σατανικός γιατρός να έρθει ερωτικά κοντά με το θύμα του;

Στο έργο «Μένγκελε», έχουμε μια γυναίκα που μελετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κι έναν άντρα που είναι ένας απλός υπάλληλος. Αυτοί οι δύο άνθρωποι συναντιούνται και μέσα από μια σειρά συγκυριών καταλήγουν να παίξουν ένα είδους παιδικό παιχνίδι το «Αν είσαι, είμαι». Ο άντρας αναλαμβάνει τον ρόλο του Μένγκελε, αυτού του Αγγέλου Θανάτου, ενώ η γυναίκα τον ρόλο της Εσθήρ Κοέν, μιας Εβραίας. Δύο ήρωες που ποτέ δεν συναντήθηκαν, αλλά αυτή η αναφορά στο έντονο παρελθόν γίνεται ένα παιχνίδι πολύ επικίνδυνο, ενίοτε και ερωτικό, μέσα στο οποίο το τότε και το τώρα είναι το ένα και το αυτό. Ένα παιχνίδι ρόλων που τους φέρνει πολύ κοντά αποκαλύπτοντας τις πιο ενδόμυχες σκέψεις τους.

Το παιχνίδι ταυτοτήτων, απογυμνώνει τα δύο πρόσωπα από τη φόρτιση που κουβαλάνε;

Τα πρόσωπα του έργου από την στιγμή που αναλαμβάνουν και δανείζονται τις ταυτότητες της Εσθήρ Κοέν και του Μένγκελε, την ίδια κιόλας στιγμή ενδύονται το βάρος αυτών των προσώπων. Η μεν γυναίκα, ως Εσθήρ Κοέν, την εκδίκηση για τα θύματα που χάθηκαν και χάνονται. Ο δε άντρας, ως Μένγκελε, χάνει την ταυτότητά του και προσπαθεί να τον δικαιολογήσει. Έτσι ο άντρας «δανείζεται» την ταυτότητα του Μένγκελε και γίνεται ένας δικαστής-εξολοθρευτής. Μερικές φορές χάνεις την ταυτότητά σου μέσα στο παιχνίδι, αν αυτό είναι επικίνδυνο. Κι έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα τέτοιων παιχνιδιών, ειδικά στο Διαδίκτυο.

Οι δύο αυτοί άνθρωποι, πόσο μπορούν τελικά να ονειρεύονται;

Υπάρχουν τα όνειρα – τα ευχάριστα όνειρα που μιλάνε για ταξίδια όπως τα ωραία ταξίδια με τρένο – αλλά και τα όνειρα που είναι εφιάλτες. Όταν λέω κάτι τέτοιο μου έρχεται στο μυαλό το κίνημα των χίπις, των παιδιών των λουλουδιών, που πάσχιζαν για το ‘Make love not war’, και που τα όνειρά τους έγιναν εφιάλτες. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι θέλουμε να έχουμε όλη την ευθύνη για τον εαυτό μας, αλλά δυστυχώς η πορεία της ζωής μας δείχνει ότι υπάρχουν παράγοντες και συνιστώσες που μας οδηγούν αλλού. Αναρωτιέμαι πως μπορεί κανείς να καταστρέψει τα όνειρά μας και δεν εννοώ μόνο μια πυρηνική καταστροφή αλλά και μια οικολογική καταστροφή.

Αυτή η δυστοπία του τότε, πόσο κοντά είναι στην δυστοπία του τώρα;

Απόλυτα. Υπάρχει μεγάλη σύγχυση στις μέρες που διανύουμε. Και θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Είχα πάει στην Εθνική Λυρική σκηνή να δω την παράσταση «Οθέλλος» σε σκηνοθεσία Μπομπ Ουίλσον. Στην αρχή της παράστασης βγαίνει στην σκηνή ένας χορευτής, μισός Έλληνας και μισός Ουκρανός, και μας μίλησε για το πως υποφέρει η οικογένειά του που βρίσκεται στην Ουκρανία λόγω του πολέμου. Κρατήσαμε ενός λεπτού σιγή για τα θύματα αυτού του αποτρόπαιου πολέμου, αν και ελάχιστοι διαμαρτυρήθηκαν ακόμη και γι’ αυτό. Μετά το διάλλειμα παρουσιάστηκε στην σκηνή μια μερίδα χορωδών που ανακοίνωσαν ότι η κίνηση αυτή δεν τους έβρισκε σύμφωνους. Δημιουργήθηκε ένας απίστευτος διάλογος και φωνές ανάμεσα στους θεατές με τους χορωδούς, αλλά και μεταξύ των θεατών επίσης. Ενώ είχαμε πάει για να απολαύσουμε την μαγεία της όπερας, βρεθήκαμε ανάμεσα σε ιαχές και φωνές μιας κακόφωνης όπερας θεατών. Δυστυχώς η ιστορία επαναλαμβάνεται και ο φόβος είναι πότε θα χτυπήσει την δική μας πόρτα.