Σε βάθος χρόνου το κέρδος της ΑΕΚ από την αποχώρηση του Μανόλο Χιμένεθ (ο οποίος δεν έκανε και λίγα λάθη, όσο και αν είχε μεγάλη συμβολή στην κατάκτηση του πρωταθλήματος) και την πρόσληψη του – σαν έτοιμου από καιρό – Μαρίνου Ουζουνίδη θα είναι πολύ μεγαλύτερο από το καθαρά οικονομικό στο οποίο πολλές φορές εστιάζουν (για να μην πούμε ότι δίνουν και τη μεγαλύτερη σημασία) οι παράγοντες.

Την ίδια ώρα ο Παναθηναϊκός, ψάχνοντας να βρει το κατάλληλο αντίδοτο (για τον προπονητή που ώθησε ουσιαστικά στην έξοδο ως μια ακόμα από τις γκάφες του ο Γιάννης Αλαφούζος), έχει καταλήξει στον Γιώργο Δώνη που μπορεί να δώσει μια συνέχεια και το κυριότερο να εμπνεύσει ιδιαίτερα τους – πολύτιμους για κάθε ομάδα – πιτσιρικάδες από τις ακαδημίες.

Το μοντέλο του έλληνα προπονητή κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στη Σούπερ Λίγκα και δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι ένας από τους υποψήφιους τεχνικούς της χρονιάς είναι ο Σάββας Παντελίδης του Αστέρα Τρίπολης, ενώ και ο Τραϊανός Δέλλας ανανέωσε με τον Παναιτωλικό.

Στην τεχνογνωσία και στο DNA οι έλληνες προπονητές έχουν κάνει άλματα. Παράλληλα, με την έξοδό τους στο εξωτερικό επιμορφώνονται πολύ συχνότερα και πολύ πιο άρτια.

Επίσης έχουν καλή συνεργασία και με τους ξένους παίκτες της ομάδας τους.

Αυτό που μένει να κερδίσουν (ήδη το έκανε σε μεγάλο βαθμό φέτος ο Μαρίνος Ουζουνίδης) είναι η εμπιστοσύνη του ελληνικού κοινού, που πάντα έβλεπε τον ξένο με άλλο μάτι.

Φυσικά δίπλα σε αυτούς στέκονται και μπορούν να ξεχωρίσουν και οι καλοί ξένοι προπονητές όπως ο Νταμίρ Κάναντι που – λογικά – είναι ο προπονητής της χρονιάς με την πορεία που έκανε με τον Ατρόμητο, αλλά και ο Ραζβάν Λουτσέσκου ο οποίος και πριν από τον ΠΑΟΚ είχε δώσει τα διαπιστευτήριά του στην Ξάνθη.

Πολύ θετική (πρώτη) εντύπωση έχει κάνει μέχρι στιγμής και ο Πέδρο Μαρτίνς του Ολυμπιακού, αλλά εδώ χρειάζεται και υπομονή, καθώς ο άνθρωπος μόλις που διανύει τα πρώτα του χιλιόμετρα στην πατρίδα μας.