Είναι ένα σκηνικό που έχει επαναληφθεί: στη Συρία καταγγέλλονται επιθέσεις με χημικά και στις ΗΠΑ πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν από την αμερικανική κυβέρνηση να αναλάβει δράση. Τι είδους δράση όμως μπορεί να είναι αυτή; Οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» παρατηρούν ότι τα επιλεκτικά και περιορισμένης κλίμακας χτυπήματα από αέρος είναι η πιο αμφιλεγόμενη επιλογή. Κατ’ αρχάς η επιλογή αυτή αναδεικνύει τη δυσκολία του συριακού προβλήματος. Και υπενθυμίζει ότι από την κυβέρνηση Ομπάμα έως την κυβέρνηση Τραμπ δεν έχουν αλλάξει και πολλά. Αυτό που είχε διστάσει να κάνει ο τότε αμερικανός πρόεδρος, το έκανε ο νυν. Η κατάσταση στη Συρία όμως παρέμεινε ίδια. Αυτό που πρέπει να γίνει επομένως είναι να ανοίξει η βεντάλια των επιλογών. Κάτω από αυτό το πρίσμα, ο αναλυτής Μαξ Φίσερ σημειώνει ότι οι εναλλακτικές επιλογές δράσης είναι τρεις –ή μάλλον, στην υπάρχουσα προστίθενται άλλες δύο. Ολες οι επιλογές πάντως περιλαμβάνουν ρίσκα που είναι αδύνατον να αγνοηθούν.

Τα επιλεκτικά χτυπήματα από αέρος

Ο σκοπός τους είναι να σταλεί το μήνυμα στο καθεστώς Ασαντ ότι δεν θα γίνουν ανεκτές στο μέλλον άλλες επιθέσεις με χημικά όπλα. Παράλληλα αποφεύγεται το ρίσκο που θα είχε μια μεγαλύτερη εμπλοκή στη σύγκρουση. Η Ιστορία διδάσκει πάντως ότι αυτή η μέθοδος έχει αποτύχει για δύο βασικούς λόγους. Ο ένας είναι ότι δεν επηρεάζουν τη στρατηγική του Μπασάρ αλ Ασαντ, ακριβώς επειδή για τον Ασαντ ο πόλεμος αυτός είναι ζήτημα προσωπικής και εθνικής επιβίωσης. Εάν θεωρήσει ότι τα χημικά είναι απαραίτητα για την επιβίωσή του, θα τα χρησιμοποιήσει. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι σύμμαχοι του Ασαντ, η Ρωσία και το Ιράν, μπορούν πολύ εύκολα να τον βοηθήσουν να απορροφήσει το κόστος αυτών των χτυπημάτων. Παράδειγμα; Εάν οι ΗΠΑ βομβαρδίσουν έναν αυτοκινητόδρομο, οι ρώσοι κατασκευαστές εύκολα φτιάχνουν έναν νέο.

Εξοπλισµός των αντικαθεστωτικών

Αυτή ήταν η επιλογή που προτιμούσε ο Μπαράκ Ομπάμα. Η πίεση αυτή υποτίθεται ότι θα έφερνε τον σύρο δικτάτορα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους Αμερικανούς. Ο Ομπάμα είχε μάλιστα εφοδιάσει τους αντικαθεστωτικούς με αντιαρματικούς πυραύλους TOW, οι οποίοι είχαν αποδειχθεί αποτελεσματικοί –τους αποκαλούσαν «εξημερωτές του Ασαντ». Το πρόβλημα είναι ότι οι Ρώσοι και οι Ιρανοί μπορούν να εξοπλίσουν αντιστοίχως το καθεστώς της Δαμασκού. Κάποιοι αναλυτές πιστεύουν μάλιστα ότι η μέθοδος αυτή επιτάχυνε την επέμβαση των Ρώσων στη Συρία το 2015. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, η αγαπημένη επιλογή του Ομπάμα όχι μόνο απέτυχε, αλλά έφερε και τα αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα.

Επέµβαση ευρείας

κλίµακας

Θα μπορούσε να είναι μια λύση υπό την προϋπόθεση ότι θα αποφευχθούν δύο κίνδυνοι. Ο ένας είναι να καταρρεύσει εντελώς το καθεστώς Ασαντ, κάτι που θα σήμαινε ότι το υπάρχον χάος θα έδινε τη θέση του σε ένα ακόμη μεγαλύτερο, το οποίο θα οδηγούσε πιθανότατα στην επιμήκυνση της σύγκρουσης.

Ο δεύτερος κίνδυνος είναι μια απευθείας στρατιωτική αντιπαράθεση των ΗΠΑ με τη Ρωσία, δηλαδή με μια πυρηνική δύναμη που θα μπορούσε επιπλέον να απαντήσει με κλιμάκωση της επιθετικής της στάσης αλλού στη Μέση Ανατολή ή στην Ανατολική Ευρώπη. Και τότε θα έχει ανοίξει πραγματικά ο ασκός του Αιόλου.

Η πρόταση του φιλόσοφου Μάικλ Ουόλτσερ: «Χρειάζεται ένα ευρύτερο στρατιωτικό και διπλωματικό σχέδιο»

«Οι βομβαρδισμοί δεν αρκούν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εξαπολύσουν μια πραγματική πολιτικοδιπλωματική εκστρατεία σε συνεργασία με τους συμμάχους τους και παράλληλα να ανοίξουν ένα κανάλι άμεσης επικοινωνίας με τη Ρωσία». Την άποψη αυτή καταθέτει στην «Κοριέρε ντελα Σέρα» ο Μάικλ Ουόλτσερ, ένας από τους πλέον σημαντικούς πολιτικούς φιλοσόφους της εποχής. «Πιστεύω ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα πρέπει να επιλέξει μια εντελώς διαφορετική στρατηγική σε σχέση με αυτή που είχε υιοθετήσει τον περασμένο χρόνο, όταν απλώς βομβάρδισε μια συριακή βάση χωρίς ένα ευρύτερο στρατιωτικό και διπλωματικό σχέδιο. Διέταξε ένα χτύπημα που δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Ηταν απλώς μια επιδεικτική χειρονομία με αφορμή και πάλι μια επίθεση με χημικά» σημειώνει.

Στοιχεία στον ΟΗΕ. Για τον 82χρονο Ουόλτσερ η Δύση έχει την υποχρέωση να συγκεντρώσει και να καταθέσει ενώπιον του ΟΗΕ τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η επίθεση με τα χημικά πράγματι έγινε. Αυτή θα ήταν μια ενέργεια που θα έφερνε σε εξαιρετικά δύσκολη θέση του συμμάχους του Ασαντ. «Η Ρωσία υπερασπίζεται δημοσίως τη θέση του καθεστώτος ότι δεν υπήρξε επίθεση με χημικά. Εγώ αντίθετα πιστεύω ότι η Μόσχα είναι σε γνώση αυτού που συνέβη. Και σε κάθε περίπτωση η αμερικανική κυβέρνηση θα πρέπει να ασκήσει πίεση στους Ρώσους για να τους πείσει ότι είναι αδύνατον να συνεχίσουν να υποστηρίζουν το καθεστώς της Δαμασκού» συμπληρώνει ο Ουόλτσερ, ο οποίος εκτιμά ακόμη ότι θα ήταν λάθος για την Αμερική να αποσυρθεί από τη Συρία: «Αντίθετα, θα έπρεπε να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να προστατεύσει εκείνο το τμήμα του πληθυσμού που θα έμενε στο έλεος του Ασαντ σε περίπτωση αποχώρησης των Αμερικανών».